Ἐγὼ τώρα ἐξαπλώνω ἰσχυρὰν δεξιὰν καὶ τὴν ἄτιμον σφίγγω πλεξίδα τῶν τυράννων δολιοφρόνων . . . . καίω τῆς δεισιδαιμονίας τὸ βαρὺ βάκτρον. [Ἀν. Κάλβος]


******************************************************
****************************************************************************************************************************************
****************************************************************************************************************************************

ΑΙΘΗΡ ΜΕΝ ΨΥΧΑΣ ΥΠΕΔΕΞΑΤΟ… 810 σελίδες, μεγέθους Α4.

ΑΙΘΗΡ ΜΕΝ ΨΥΧΑΣ ΥΠΕΔΕΞΑΤΟ… 810 σελίδες, μεγέθους Α4.
ΚΛΙΚ ΣΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΓΙΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

****************************************************************************************************************************************

TO SALUTO LA ROMANA

TO SALUTO  LA ROMANA
ΚΛΙΚ ΣΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΓΙΑ ΜΕΡΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
****************************************************************************************************************************************

ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΑΠΟΔΕΙΞΙΣ ΤΗΣ ΥΠΑΡΞΕΩΣ ΤΩΝ ΓΙΓΑΝΤΩΝ

ΕΥΡΗΜΑ ΥΨΗΛΗΣ ΑΞΙΑΣ ΚΑΙ ΜΟΝΑΔΙΚΗΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ ΤΟΣΟΝ ΔΙΑ ΤΗΝ ΜΕΛΕΤΗΝ ΤΗΣ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑΣ ΟΣΟΝ ΚΑΙ ΔΙΑ ΜΙΑΝ ΕΠΙΠΛΕΟΝ ΘΕΜΕΛΙΩΣΙΝ ΤΗΣ ΙΔΕΑΣ ΤΟΥ ΠΡΟΚΑΤΑΚΛΥΣΜΙΑΙΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΑΠΟΤΕΛΕΙ Η ΑΝΕΥΡΕΣΙΣ ΤΟΥ ΜΟΜΜΙΟΠΟΙΗΜΕΝΟΥ ΓΙΓΑΝΤΙΑΙΟΥ ΔΑΚΤΥΛΟΥ! ΙΔΕ:
Οι γίγαντες της Αιγύπτου – Ανήκε κάποτε το δάχτυλο αυτό σε ένα «μυθικό» γίγαντα
=============================================

.

.
κλικ στην εικόνα

.

.
κλικ στην εικόνα

.

.
κλικ στην εικόνα

18 Απριλίου 2010

Η κοινωνική αντίδρασις στην Αργεντινή

ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΣΥΝΕΒΗ ΣΤΗΝ ΑΡΓΕΝΤΙΝΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΤΟΥ ΔΙΑΣΤΑΣΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΗ ΘΕΜΑ ΣΟΒΑΡΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΥ
-----------------------------------------------------
Να φύγουν όλοι!
Kυριακή, 18 Aπριλίου 2010
Του Σταθη Kαλυβα*
Que se vayan todos, que no quede ni uno solo: Να φύγουν όλοι, να μη μείνει ούτε ένας! Το σύνθημα αναφερόταν στους πολιτικούς και δόνησε την Αργεντινή στις 20 Δεκεμβρίου 2001, οδηγώντας σε παραίτηση τον πρόεδρο Fernando De la Rua, ο οποίος αναγκάστηκε να διαφύγει από το πολιορκημένο προεδρικό μέγαρο με ελικόπτερο.
Ισως το μέλλον μας να είναι το παρελθόν της Αργεντινής. Αλλωστε, ο συνδυασμός της διάχυτης αριστερίστικης κουλτούρας του πεζοδρομίου και της ανεπαρκούς ή άστοχης αστυνόμευσης τροφοδότησε θλιβερά επαναλαμβανόμενες ταραχές σε περιόδους ευημερίας. Φαίνεται μάλλον δύσκολο, επομένως, να τις αποφύγουμε σε εποχές βαθιάς οικονομικής ύφεσης. Τι θα συνέβαινε, όμως, την επομένη μιας υποθετικής κοινωνικής έκρηξης; Και τι θα είχε να μας πει το παράδειγμα της Αργεντινής;
Οπως είναι γνωστό, η Αργεντινή βρέθηκε στη δίνη μιας μεγάλης οικονομικής κρίσης, που στη βάση της είχε ένα υπέρογκο χρέος, έχοντας προσδέσει το νόμισμά της στο δολάριο. Η κρίση αυτή οδήγησε στην κατάρρευση του τραπεζικού της συστήματος και το πάγωμα των καταθέσεων, πράγμα που έπληξε κυρίως την μεσαία τάξη η οποία είδε να χάνονται οι οικονομίες μιας ολόκληρης ζωής. Οι διαδηλώσεις που ξέσπασαν ήταν μαζικές, είχαν σύμβολο την κατσαρόλα και οδήγησαν την κυβέρνηση στην ανακήρυξη καθεστώτος έκτακτης ανάγκης. Το αποτέλεσμα υπήρξε ακριβώς το αντίθετο από το επιδιωκόμενο. Οι ταραχές κατέληξαν σε μαζικές λεηλασίες με δεκάδες νεκρούς και τραυματίες, εξαναγκάζοντας τον De la Rua σε παραίτηση. Ακολούθησε μια παρατεταμένη πολιτική κρίση που κατέληξε στην απόφαση αποσύνδεσης του πέσο από το δολάριο, τον Ιανουάριο του 2002. Η υποτίμηση προκάλεσε το κουρέλιασμα των αποταμιεύσεων και έβαλε την χώρα σε μια μεγάλη οικονομική ύφεση. Σιγά σιγά, όμως, η υποτίμηση αυτή (και όχι η στάση πληρωμών) συνέβαλε στην οικονομική σταθεροποίηση, ενώ η χώρα εκμεταλλεύθηκε τον μεγάλο εξαγώγιμο φυσικό της πλούτο και τη θετική διεθνή οικονομική συγκυρία. Τα θεμελιώδη προβλήματα της χώρας μπορεί να μην αντιμετωπίστηκαν όσο αποτελεσματικά θα έπρεπε (γι’ αυτό και εξακολουθεί να αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα στη σημερινή συγκυρία), αλλά η οικονομία κατάφερε να ορθοποδήσει μέσω των εξαγωγών και να περάσει σε φάση μεγέθυνσης.
Η πολιτική κρίση υπήρξε παρατεταμένη και η χώρα άλλαξε τέσσερις προέδρους ώς τις εκλογές του 2003. Το ενδιαφέρον, όμως, είναι πως η ολοκληρωτική απονομιμοποίηση της πολιτικής τάξης δεν είχε τις πολιτικές συνέπειες που θα περίμενε κανείς. Οι δημοσκοπήσεις της εποχής έδειχναν πως το σύνθημα «να φύγουν όλοι» εξέφραζε το 70% του πληθυσμού. Τελικά όμως ο κόσμος αυτός ψήφισε τους ίδιους πολιτικούς στις εκλογές του 2003, αναβαπτίζοντάς τους μέσα από δημοκρατικές διαδικασίες. Η μεσαία τάξη εγκατέλειψε τους δρόμους με την ίδια ταχύτητα με την οποία είχε βγει σ’ αυτούς, και οι διαδηλώσεις εκφυλίστηκαν.
Θα περίμενε ίσως κανείς πως μια τόσο οξεία πολιτική κρίση σε μια χώρα με το πολιτικό παρελθόν της Αργεντινής θα ευνοούσε στρατιωτικού τύπου λύσεις, αλλά δεν έγινε κάτι τέτοιο. Ούτε και η Αριστερά μπόρεσε να εξαργυρώσει πολιτικά την κρίση παρά το γεγονός πως πρωταγωνίστησε στις ταραχές. Μάλιστα, η προσπάθεια δημιουργίας μιας επαναστατικής δυναμικής στη βάση κατέληξε σε πλήρη αποτυχία. Με άλλα λόγια, το πολιτικό σύστημα κατάφερε να περάσει αλώβητο, αν και τραυματισμένο, μέσα από μια πρωτοφανή κρίση – και αυτό σε μια χώρα με σχετικά περιορισμένη δημοκρατική παράδοση.
Αυτό δεν σημαίνει, βέβαια, πως οι ταραχές δεν είχαν συνέπειες. Οι Ριζοσπάστες, το κόμμα που κυβερνούσε τον Δεκέμβριο του 2001, βρέθηκαν σε μια βαθιά και παρατεταμένη κρίση, ενώ οι Περονιστές επανήλθαν στην εξουσία. Η κρίση συνέβαλε ώς ένα βαθμό και στην ανανέωση του πολιτικού προσωπικού στο εσωτερικό των δύο αυτών μεγάλων κομμάτων. Σύμφωνα επίσης με τη διεισδυτική ανάλυση του Isidoro Cheresky, η κρίση μετέβαλε τη λογική της πολιτικής αντιπροσώπευσης, συμβάλλοντας στην εξασθένηση των παραδοσιακών πολιτικών ταυτοτήτων και στη μετάβαση σε ένα πιο προσωποκεντρικό τύπο πολιτικής ηγεσίας. Πάνω απ’ όλα, εκείνο που ξαφνιάζει είναι η ανθεκτικότητα του πολιτικού συστήματος και της πολιτικής τάξης σε πείσμα της βαθύτατης απονομιμοποίησής τους, καθώς και η απομόνωση και η ήττα των πολιτικών άκρων σε πείσμα της βαθύτατης κρίσης.
Τι σημαίνουν όλα αυτά για τη χώρα μας; Το παράδειγμα της Αργεντινής μας θυμίζει πως ο πολιτικός αντίκτυπος μιας κοινωνικής έκρηξης εξαρτάται κυρίως από τη σύνθεσή της: απαιτεί τη συμμετοχή κοινωνικών στρωμάτων πέρα από τους «συνήθεις υπόπτους». Δίχως τη μαζική συμμετοχή της μεσαίας τάξης, οι ταραχές έχουν περιορισμένες πολιτικές επιπτώσεις. Για να γίνει κάτι τέτοιο, όμως, απαιτείται ένα ισχυρότατο σοκ, όπως ήταν το πάγωμα των τραπεζικών καταθέσεων στην Αργεντινή. Στην ελληνική περίπτωση, κάτι αντίστοιχο θα ήταν μια έντονη κρίση ρευστότητας ή οι άμεσες οικονομικές συνέπειες της εξόδου από το ευρώ. Αλλά και στην ακραία αυτή περίπτωση, η πολιτική αστάθεια δύσκολα θα επηρέαζε τη δημοκρατική νομιμότητα. Οπως και στην Αργεντινή, έτσι και στην Ελλάδα, το πολιτικό σύστημα διαθέτει μεγάλη ανθεκτικότητα.
Από την άλλη, οι μαζικές ταραχές θα επηρέαζαν οπωσδήποτε αρνητικά το μέτωπο των αναγκαίων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και θα έσπρωχναν τη χώρα ακόμα πιο βαθιά στην οικονομική ύφεση χωρίς να την οδηγήσουν απαραίτητα στον δρόμο της εξόδου από την κρίση. Σε σχέση με την Αργεντινή, η στρατηγική της υποτίμησης θα είχε πολύ μεγαλύτερο κόστος για την Ελλάδα, γι’ αυτό και δεν αποτελεί το πιθανότερο σενάριο: το σοκ της εξόδου από τη Ευρωζώνη ξεπερνάει αυτό της αποκοπής του πέσο από το δολάριο. Ούτε, βέβαια, διαθέτουμε τον εξαγώγιμο πλούτο της Αργεντινής.
Η περίπτωση της Αργεντινής υπενθυμίζει, ανάμεσα στα άλλα, την ανθεκτικότητα της πολιτικής τάξης. Ακόμα κι αν ξεσπάσουν μαζικές κοινωνικές εκρήξεις, είναι αμφίβολο αν θα δούμε ριζικές πολιτικές αλλαγές. Το να διατηρείται στην κορυφή η ίδια πολιτική τάξη που την οδήγησε στη χρεοκοπία είναι βέβαια ηθικά δυσάρεστο και πολιτικά προβληματικό. Ομως, οι εναλλακτικές που προκύπτουν από την πλήρη απαξίωσή της είναι ακόμη χειρότερες. Επιπλέον, οι κρίσεις έχουν ένα καλό: μπορούν να ταρακουνήσουν τους πάντες, πολιτικούς και κοινωνίες, αναγκάζοντάς τους να αλλάξουν. Καμιά φορά, το ζόρι μπορεί να αποδειχθεί καλός σύμβουλος.
* Ο κ. Στάθης Ν. Καλύβας είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Yale.

Χρ. Γιανναρᾶς:Ερήμην κάθε πολιτικής διαδικασίας


Ερήμην κάθε πολιτικής διαδικασίας
18 Aπριλίου 2010
Tου Χρηστου Γιανναρα
Γιατί άραγε η κυβέρνηση του Γ. Α. Παπανδρέου ευνοεί απροκάλυπτα τον πανικό στην ελλαδική κοινωνία; Η εύνοια του πανικού γίνεται εξόφθαλμη και μετρητή στα δελτία ειδήσεων των κρατικών καναλιών (είναι το βασικό μέσο κάθε κυβέρνησης για τη διαμόρφωση της ψυχολογίας των μαζών): Πόσος τηλεοπτικός χρόνος διατίθεται για τη διεκτραγώδηση του οικονομικού αδιεξόδου της χώρας, του πνιγμού που μας επιβάλλουν οι διεθνείς αγορές, της άρνησης ή της αδυναμίας των Ευρωπαίων εταίρων μας να στηρίξουν την ελλαδική οικονομία; Ποια διασταύρωση γίνεται, ποιος έλεγχος αξιοπιστίας του καταιγισμού απαισιόδοξων προβλέψεων από αναλυτές ή πολιτικούς διαχειριστές της διεθνούς οικονομίας; Γιατί απουσιάζει εντυπωσιακά από τα κρατικά κανάλια κάθε ενδεχομένως ενθαρρυντική (σοβαρή και έγκυρη) ανάλυση πολιτικών προτάσεων ή των κοινωνικών δυνατοτήτων για ενεργό, παλλαϊκή αντίδραση στη χρεοκοπία;
Το αποτέλεσμα της κυβερνητικής αβελτηρίας ή θελημένης πολιτικής είναι, να έχει ο πανικός παραλύσει τόσο τον ψυχισμό των πολιτών όσο και την αγορά. Γιατί ο πανικός γεννάει (πάντοτε) όργιο φημών: Σχεδόν ο κάθε πολίτης έχει «πληροφορηθεί» από κάποια «έγκυρη πηγή» ότι το έλλειμμα δεν είναι 13,7% του ΑΕΠ, αλλά 16%, ότι το εξωτερικό χρέος δεν είναι 370 δισ., αλλά τουλάχιστον 600, χωρίς να υπολογίζονται σε αυτό το ιλιγγιώδες ποσό, τα χρέη δημόσιων οργανισμών. Οργιάζουν οι φήμες ότι σε λίγο οι Τράπεζες δεν θα έχουν ρευστό για να αποδώσουν στους καταθέτες ή ότι το χρεοκοπημένο κράτος θα υποχρεωθεί να δημεύσει τις καταθέσεις, ενδεχόμενο που προκαλεί τη φυγή από τη χώρα (ή τη φύλαξη «κάτω από το στρώμα») πολλών δισεκατομμυρίων ευρώ.
Τέτοιες φήμες μοιάζει να συζητούνται σε κάθε γωνιά της χώρας – σε καφενεία, παρέες, λεωφορεία, λαϊκές αγορές, συμπτωματικές συναντήσεις στους δρόμους. Ο πανικός μεταδίνεται σαν τη φωτιά στο δάσος, πολλοί περιμένουν το αναπότρεπτο: ότι θα αρχίσουν να λεηλατούνται υπεραγορές τροφίμων, να ληστεύονται άνθρωποι μέρα μεσημέρι δημόσια, να αφαιρείται η ζωή για είκοσι ευρώ. Πανικοβάλλει το ερώτημα: σε τι θα διστάσουν ενάμισι εκατομμύριο μετανάστες όταν πρώτοι καταληφθούν από την απόγνωση που γεννάει η πείνα, τι θα συμβεί αν το κράτος καθυστερήσει την πληρωμή μισθών και συντάξεων για δύο ή τρεις μήνες, όπως κάνει, χρόνια τώρα, με τους συμβασιούχους;
Αυτόν τον δεδομένο ευφάνταστο πανικό η κυβέρνηση θέλει να τον αγνοεί σκόπιμα ή επιπόλαια ή από κουφόνοια. Δεν διανοείται να αντιτάξει την εγκυρότητα και την πειθώ της ειλικρίνειας στους φόβους και στη φημολογία που παραλύουν την ελλαδική κοινωνία. Αλλά ποιος από την κυβέρνηση να αναλάβει τέτοιο εγχείρημα; Ο ίδιος ο πρωθυπουργός ολοφάνερα δεν επαρκεί, καμιάν επίσημη εμφάνισή του για παροχή ενθαρρυντικών διαβεβαιώσεων δεν θα την πάρουν οι άνθρωποι στα σοβαρά. Ο ευφυέστατος αντιπρόεδρος της κυβέρνησης έχει τόσες φορές (απειράριθμες) εκτεθεί (ή, σωστότερα, διασυρθεί) με παλινωδίες, αυτοαναιρέσεις, κραυγαλέα ασυνέπεια και απόλυτη έλλειψη ψυχραιμίας, ώστε έχει φτάσει να αποτελεί παραδειγματική περίπτωση αναξιοπιστίας. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, ευγενέστατο πρωτοεμφανιζόμενο βλάστημα, δίνει περισσότερο την εικόνα μεταπτυχιακού φοιτητή ασκούμενου στην πρακτική της ειδικότητάς του, παρά ανθρώπου ικανού να εκφέρει λόγο αδέσμευτο από την προτεραιότητα εξυπηρέτησης εντυπώσεων. Κάτι ανάλογο και ο υπουργός Οικονομικών.
Επιπλέον, το πιθανότερο είναι να έχουν και τα κυβερνητικά στελέχη τα ίδια με τον μέσο πολίτη κενά πληροφόρησης. Μάλλον δεν πρόκειται ποτέ κανείς να μάθει τους λόγους που ανάγκασαν τον Κ. Καραμανλή, τον βραχύ, να παραιτηθεί έντρομος από κάθε απόπειρα αντίστασης στη φανερά επερχόμενη χρεοκοπία. Κανείς δεν θα μάθει ποτέ τις διεργασίες που οδήγησαν στη σκανδαλώδη ανατροπή κριτηρίων και αξιολογήσεων προκειμένου να εκλεγεί στην αρχηγία του κόμματός του ο σημερινός πρωθυπουργός. Ούτε τα υψηλότερα κυβερνητικά στελέχη δεν θα μάθουν ποτέ, από πού ανασύρθηκε ο παντελώς άγνωστος στον δημόσιο βίο Δημ. Δρούτσας για να του ανατεθεί ποιο; Το υπουργείο Εξωτερικών! Θα μείνει μάλλον για πάντα άγνωστο το γιατί, σε ώρες που η Ελλάδα παλεύει απεγνωσμένα να σωθεί με οποιοδήποτε τρόπο από την επίσημη κήρυξη πτώχευσης και στάσης πληρωμών, ο Δ. Δρούτσας συνάπτει «ιστορικής σημασίας συμφωνία» με την Τουρκία για την «εντατικοποίηση των διερευνητικών επαφών για το Αιγαίο», ενώ έχει παράλληλα επανενεργοποιηθεί, για επίσπευση «λύσης» του «Μακεδονικού», ο αυλοθεράπων του Πενταγώνου Μάθιου Νίμιτς.
Εχουμε οδυνηρά κενά πληροφόρησης για τις καίριες αποφάσεις που λαμβάνονται ερήμην κάθε πολιτικής διαδικασίας. Κρίνεται η επιβίωσή μας, ο ενδεχόμενος ή όχι ξεριζωμός και η προσφυγιά κάποιων από μας, αν θα έχουμε αύριο ψωμί και πολιτική ανεξαρτησία. Και παγιδευόμαστε από τα κρατικά δελτία ειδήσεων και τις κυβερνητικές ανακοινώσεις σε έναν πανικό που αφορά ίσως σε παραπλανητικό εντοπισμό της συμφοράς μας: Δεν είναι η οικονομική χρεοκοπία η κυρίως απειλή, η χρεοκοπία είναι (ίσως) η τεχνητή συνθήκη για να «τακτοποιηθούν» οι διακηρυγμένες ως πρωταρχικές επιδιώξεις των «συμμάχων» μας: Να κλείσει το Κυπριακό, να κλείσει το «Μακεδονικό», να μοιραστεί το Αιγαίο και η Θράκη.
Αυτό το «ίσως» είναι, ασφαλώς, προϊόν του πανικού μας, αλλά προϊόν με τετράγωνη λογική, όχι επιπόλαιο σκεύασμα «συνωμοσιολογίας». Η λογική λέει ότι με την Ελλάδα ξέγνοιαστη, έστω χάρη σε ψευδαισθήσεις σιγουριάς (μια και ανήκει στο «κλαμπ του ευρώ») τα συμφέροντα κάποιων «συμμάχων» της δεν προωθούνται. Με την Ελλάδα οικονομικά κατεστραμμένη και πανικόβλητη, όλα είναι δυνατά.
Γι’ αυτό, ακόμα και οι εναπομείναντες θαυμαστές του κορυφαίου ταλαντούχου αμοραλιστή τολμούν να παραγγέλνουν στον Δημ. Δρούτσα ότι: Ο Ανδρέας Παπανδρέου θα απέλυε πάραυτα τον υπουργό του των Εξωτερικών, αν διενοείτο να ξεκινήσει οποιεσδήποτε συνομιλίες με τους Τούρκους, χωρίς προηγουμένως να έχουν οι Τούρκοι 1) ανακαλέσει το casus belli, 2) ζητήσει συγγνώμη για την εν ψυχρώ εκτέλεση 1.450 Ελλήνων αιχμαλώτων στην Κύπρο, 3) δεχθεί την άρση των συνεπειών της «Μυστικής Πράξης 66»(;) όπως είχε συμφωνηθεί με τον Οζάλ. Και υπενθυμίζουν οι θαυμαστές του Ανδρέα την αποφασιστική συμβολή του Δημ. Δρούτσα στην κατάρτιση του Σχεδίου (πλεκτάνης) Ανάν, που για να το υποστηρίξει κανείς θα έπρεπε: ή να μην το έχει διαβάσει ή να το έχει διαβάσει και να μην το έχει καταλάβει ή να το υποστήριξε «εν διατεταγμένη υπηρεσία».
Οταν και από τους θιασώτες του παπανδρεϊσμού εγείρονται τέτοιας σαφήνειας αντιδράσεις, σημαίνει ότι η λογική του πανικού, έστω και μόνο με ενδείξεις, είναι ακαταμάχητη!