Ἐγὼ τώρα ἐξαπλώνω ἰσχυρὰν δεξιὰν καὶ τὴν ἄτιμον σφίγγω πλεξίδα τῶν τυράννων δολιοφρόνων . . . . καίω τῆς δεισιδαιμονίας τὸ βαρὺ βάκτρον. [Ἀν. Κάλβος]


******************************************************
****************************************************************************************************************************************
****************************************************************************************************************************************

ΑΙΘΗΡ ΜΕΝ ΨΥΧΑΣ ΥΠΕΔΕΞΑΤΟ… 810 σελίδες, μεγέθους Α4.

ΑΙΘΗΡ ΜΕΝ ΨΥΧΑΣ ΥΠΕΔΕΞΑΤΟ… 810 σελίδες, μεγέθους Α4.
ΚΛΙΚ ΣΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΓΙΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

****************************************************************************************************************************************

TO SALUTO LA ROMANA

TO SALUTO  LA ROMANA
ΚΛΙΚ ΣΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΓΙΑ ΜΕΡΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
****************************************************************************************************************************************

ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΑΠΟΔΕΙΞΙΣ ΤΗΣ ΥΠΑΡΞΕΩΣ ΤΩΝ ΓΙΓΑΝΤΩΝ

ΕΥΡΗΜΑ ΥΨΗΛΗΣ ΑΞΙΑΣ ΚΑΙ ΜΟΝΑΔΙΚΗΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ ΤΟΣΟΝ ΔΙΑ ΤΗΝ ΜΕΛΕΤΗΝ ΤΗΣ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑΣ ΟΣΟΝ ΚΑΙ ΔΙΑ ΜΙΑΝ ΕΠΙΠΛΕΟΝ ΘΕΜΕΛΙΩΣΙΝ ΤΗΣ ΙΔΕΑΣ ΤΟΥ ΠΡΟΚΑΤΑΚΛΥΣΜΙΑΙΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΑΠΟΤΕΛΕΙ Η ΑΝΕΥΡΕΣΙΣ ΤΟΥ ΜΟΜΜΙΟΠΟΙΗΜΕΝΟΥ ΓΙΓΑΝΤΙΑΙΟΥ ΔΑΚΤΥΛΟΥ! ΙΔΕ:
Οι γίγαντες της Αιγύπτου – Ανήκε κάποτε το δάχτυλο αυτό σε ένα «μυθικό» γίγαντα
=============================================

.

.
κλικ στην εικόνα

.

.
κλικ στην εικόνα

.

.
κλικ στην εικόνα

14 Απριλίου 2010

Ο ανατροφοδοτούμενος φαύλος κύκλος του χρέους

Ο ανατροφοδοτούμενος φαύλος κύκλος του χρέους
ΔΙΑΣΠΟΡΑ ΨΕΥΔΩΝ ΕΛΠΙΔΩΝ: Οι σχεδιασμοί της Κομισιόν, η ανεξέλεγκτη αποβιομηχανοποίηση και ο ανατροφοδοτούμενος φαύλος κύκλος του χρέους, «προδιαγράφουν» την ολοκληρωτική απώλεια της ανεξαρτησίας μας

Μετά την οδυνηρή, διεθνή «εμπειρία» της Lehman Brothers, θεωρούμε ότι πολύ δύσκολα θα επαναληφθούν στο μέλλον «συστημικά» λάθη τέτοιου μεγέθους και «καταστροφικότητας» - πόσο μάλλον όταν πρόκειται για κυρίαρχες χώρες και μάλιστα για μέλη διακρατικών ενώσεων. Η άποψη μας ενισχύεται πλέον από το γεγονός ότι, ακόμη και οι ειδικοί του γερμανικού κοινοβουλίου, οι οποίοι ανέλυσαν την ενδεχόμενη αδυναμία της χώρας μας να ανταπεξέλθει με την πληρωμή των χρεών της, κατέληξαν στο συμπέρασμα πως δεν επιτρέπεται  να αποκλεισθεί ένα μέλος της Ευρωζώνης - να «εκδιωχθεί» δηλαδή, λόγω χρεοκοπίας.

Εν τούτοις, κατά τους ίδιους, η μη τήρηση εκ μέρους ενός κράτους-μέλους των κοινών «νομισματικών κανόνων» (η πτώχευση είναι το αποκορύφωμα μίας τέτοιας «απειθαρχίας»), μπορεί να οδηγήσει στο να τεθεί σε «διαθεσιμότητα»: για παράδειγμα, στους συνεχείς και «στενούς» ελέγχους της κυβέρνησης του, καθώς επίσης στην απώλεια της ψήφου του στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο - στη στέρηση δηλαδή των δημοκρατικών (εκλογικών) του δικαιωμάτων!!

Η Ε.Ε., κατά την άποψη μας και χωρίς να αποκλείουμε κανένα άλλο ενδεχόμενο, δεν μπορεί να διακινδυνεύσει τη χρεοκοπία ενός κράτους-μέλους της ζώνης του Ευρώ, όταν δεν έχει ταυτόχρονα τη δυνατότητα να το «εκδιώξει» (στο άρθρο μας «Έξοδος από την Ευρωζώνη», έχουμε αναφερθεί αναλυτικά). Τα επακόλουθα άλλωστε ενός τέτοιου γεγονότος είναι πολύ δύσκολα προβλέψιμα - ακόμη περισσότερο, επειδή οι ευρωπαϊκές τράπεζες είναι σε μεγάλο βαθμό συνδεδεμένες μεταξύ τους. Για παράδειγμα, τα γερμανικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα έχουν δανείσει συνολικά 2.119 δις € εντός της Ευρώπης – 38 δις στην Ελλάδα, 183 δις € στην Ιρλανδία, 237 δις στην Ισπανία κοκ. Η μη πληρωμή επομένως των δανείων εκ μέρους μίας χώρας, θα είχε καταστροφικά αποτελέσματα στους ισολογισμούς των υπολοίπων -  «αλυσιδωτά» κατά κάποιον τρόπο, εκτός βέβαια από τον τεράστιο πανικό που θα προκαλούσε στις διεθνείς χρηματαγορές: οι επενδυτές θα απέσυραν αμέσως τα χρήματα τους, τουλάχιστον από τις «ελλειμματικές» χώρες.

Ο «σχεδιασμός» λοιπόν της Κομισιόν, η λύση δηλαδή στο «Ελληνικό αδιέξοδο» που φαίνεται να προκρίνεται (θα ακολουθήσει σύντομα το «Ιταλικό αδιέξοδο» κοκ), επικεντρώνεται στη δημιουργία ενός «ταμείου» ειδικών αναγκών, στο οποίο θα συνεισφέρουν όλες οι χώρες της Ε.Ε. Το ταμείο αυτό, ένα είδος ευρωπαϊκού ΔΝΤ (ειδικά η Γερμανία, αλλά και άλλα κράτη, δεν επιθυμούν την ανάμιξη του ΔΝΤ στις χώρες της Ευρωζώνης), θα δανείζει τα κράτη που τυχόν αντιμετωπίζουν πρόβλημα ρευστότητας, έναντι όμως πολύ αυστηρών μέτρων - υπό την ολοκληρωτική πλέον «επιτήρηση» των Βρυξελών και με πολύ επώδυνες κυρώσεις.

Το ουσιαστικό θέμα όμως της χώρας μας, όσο παράδοξο και αν ακούγεται, δεν είναι το από πού θα δανεισθεί στο μέλλον - ενδεχομένως το ΔΝΤ θα ήταν (δυστυχώς) προτιμότερο, εάν «παρείχε» χαμηλότερα επιτόκια, με λιγότερες απαιτήσεις. Το βασικό πρόβλημα είναι το πώς θα επιλύσει τα χρόνια προβλήματα της Οικονομίας της, τα γνωστά μας «διαρθρωτικά» - κυρίως δε το πως θα εξασφαλίσει την «ανασύσταση» του παραγωγικού της μηχανισμού, χωρίς τον οποίο θα καταλήξει ξανά στην ίδια θέση: πολύ πιο χρεωμένη. Το δημόσιο χρέος είναι ουσιαστικά μία «κινούμενη άμμος», μία «κεντροφόρα» πανίσχυρη δίνη που, όσο περισσότερο προσπαθεί να ξεφύγει ένα κράτος, πόσο μάλλον απεγνωσμένα και σπασμωδικά, τόσο πιο πολύ βυθίζεται στο θανάσιμο «εναγκαλισμό» της.   

Δυστυχώς, κάτι που δυσκολεύει «τα μέγιστα» τη χώρα μας, η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι ένας χώρος ομοιόμορφων κρατών, αλλά ένα έντονα ανταγωνιστικό περιβάλλον, με ισχυρά κράτη που επιδιώκουν (εύλογα) την «ηγεμονία» της – γεγονός που αποδεικνύεται από την αντίθεση της Γερμανίας στη δημιουργία ενός κοινού Ευρωπαϊκού Οικονομικού Υπουργείου, το οποίο προτάθηκε από τη Γαλλία, ενός «Ευρωομολόγου» που ζητήθηκε από την Ιταλία και από διάφορα άλλα.

Η χώρα μας λοιπόν, επιλέγοντας την παραμονή της στην Ευρωζώνη, οφείλει όχι μόνο απλά να επιβιώσει, δανειζόμενη περαιτέρω αλλά, κυρίως, να καταφέρει να ανταγωνισθεί με επιτυχία όλα τα υπόλοιπα κράτη - έτσι ώστε να μην καταλήξει σε έναν «άβουλο δορυφόρο» ενός ευρωπαϊκού «μορφώματος», πίσω από το οποίο κινεί τα νήματα μία «σκοτεινή εξουσία» (δεν αναφερόμαστε φυσικά σε κάποια συνωμοσία, αλλά σε ένα εξόφθαλμο γεγονός). Είναι όμως σε θέση να το επιτύχει (εάν υποθέσουμε βέβαια ότι είναι βιώσιμο το Ευρώ), παρά τις διαφορετικές οικονομικές συνθήκες που επικρατούν στην Ευρώπη και την ανομοιομορφία των κρατών της;

Ας μην ξεχνάμε ότι, από οικονομικής «σκοπιάς», δεν θα έπρεπε ποτέ να είχε εισαχθεί το € σε μία περιοχή που δεν συνιστά «άριστο νομισματικό χώρο». Ο λόγος λοιπόν της απόφασης «εισαγωγής» του κοινού νομίσματος δεν μπορεί να ήταν οικονομικός (οι οικονομικές γνώσεις των ισχυρών, των ηγετικών μάλλον ευρωπαϊκών χωρών, είναι εκτός κάθε αμφιβολίας), αλλά πιθανότατα πολιτικός - στρατηγικός καλύτερα.

Επομένως, το «δράμα» που ζούμε σήμερα, θα μπορούσε να έχει προβλεφθεί πριν από πολλά χρόνια «εν αγνοία» μας (επίσης «εν αγνοία» πολλών άλλων ελλειμματικών χωρών) – πολύ περισσότερο όταν διαπιστώνουμε ολοκάθαρα μία «μονοδρομημένη» μέθοδο επίλυσης του, η οποία δεν προσπαθεί καθόλου να επικεντρωθεί στον πυρήνα του προβλήματος: στην «αποψίλωση» δηλαδή του παραγωγικού ιστού. Κάτω από αυτό το διαφορετικό πρίσμα, η χρηματοπιστωτική κρίση λειτουργεί προς όφελος των πλεονασματικών χωρών της Ε.Ε. – όπως επίσης προς όφελος των ελάχιστων άλλων κερδοφόρων Οικονομιών, στο παγκόσμιο «γίγνεσθαι» (ιδιαίτερα της Κίνας).

Για να τεκμηριώσουμε το συμπέρασμα μας, η Γερμανία (εν μέρει ίσως και η Γαλλία), αυξάνει συνεχώς την ανταγωνιστικότητα της – δυστυχώς «εις βάρος» των υπολοίπων Ευρωπαϊκών χωρών. Ταυτόχρονα «αποβιομηχανοποιεί» συστηματικά, με τη βοήθεια των «dumping» μισθών των εργαζομένων της και όχι μόνο, σχεδόν ολόκληρο τον «Ευρωχώρο». Κάτι τέτοιο λειτουργεί μόνο με τη βοήθεια του κοινού νομίσματος, του € δηλαδή - κυρίως επειδή η ζήτηση των γερμανικών προϊόντων αυξάνεται, λόγω της υπερχρέωσης των ελλειμματικών κρατών (έχουμε αναφερθεί αναλυτικά στο άρθρο μας «Ο αδύναμος κρίκος»).

Για την καλύτερη κατανόηση του θέματος, οφείλουμε να αναφέρουμε ότι στο «σύστημα» μας, τα χρήματα «δημιουργούνται» μόνο μέσω των χρεών (κατά το παράδειγμα των τραπεζών και της σχεδόν γεωμετρικά «πολλαπλασιαστικής» σχέσης μεταξύ των καταθέσεων και των πιστώσεων που έχουμε αναλύσει σε προηγούμενο άρθρο μας). Εάν λοιπόν μία χώρα εξάγει «πλεονασματικά», εάν δηλαδή οι «καθαρές εξαγωγές» είναι μεγαλύτερες των εισαγωγών της, τότε οι χώρες «καθαρής εισαγωγής» χρεώνονται απέναντι της, στο αντίστοιχο ποσόν που προκύπτει από τη διαφορά μεταξύ των εισαγωγών και των εξαγωγών τους (εμπορικό ισοζύγιο), για να αγοράσουν τα προϊόντα της.

Έτσι, δημιουργείται ένας αυτονόητος, ένας «ανατροφοδοτούμενος φαύλος κύκλος», επειδή τα συνεχώς αυξανόμενα χρέη οδηγούν έμμεσα (μεταξύ άλλων) σε υψηλότερο εργατικό κόστος, το οποίο «συμβάλλει» στην περαιτέρω αποβιομηχανοποίηση της χώρας που χρεώνεται – άρα σε όλο και μεγαλύτερη εξάρτηση της από τις εισαγωγές, με συνεχώς ακριβότερες τιμές αγοράς.  

Στο τέλος, μία τέτοια χώρα εξαρτάται σχεδόν απόλυτα από το νέο δανεισμό και τους δανειστές της: καταλήγει να επιβιώνει δηλαδή «τεχνητά», συνδεδεμένη άρρηκτα με έναν «πιστωτικό ορό». Εάν δε προσπαθήσει κανείς να την αποκόψει από τον «ορό», θα την οδηγήσει υποχρεωτικά σε απίστευτα καταστροφικές, κοινωνικές και άλλες «εκρήξεις», ενδεχομένως με παγκόσμια «εμβέλεια». Ειδικά όσον αφορά τη σχέση Ε.Ε. – Ελλάδας (Ιρλανδίας Ισπανίας, Ιταλίας, Λετονίας, Πολωνίας, Αυστρίας κλπ), η ποία «διέπεται» από τα παραπάνω, εάν η Ευρώπη δεν αναθεωρήσει δραστικά τις απόψεις της, τότε έχει τις παρακάτω «επιλογές»:

(α)  Να συνεχίσει να «επιδοτεί» την Ελληνική Οικονομία όπως, αργά ή γρήγορα,  και τις υπόλοιπες ελλειμματικές.

(β)  Να κλείσει ερμητικά τα σύνορα της, λαμβάνοντας αποστάσεις από την παγκοσμιοποίηση.

(γ)  Να δημιουργήσει μία νέα γενιά «πεινασμένων» οικονομικών μεταναστών, με τεράστια προβλήματα κοινωνικής ενσωμάτωσης.           

Αναλυτικότερα, ειδικά όσον αφορά τους «dumping» μισθούς που αναφέραμε, η Γερμανία δεν περιορίζεται μόνο στη σταθερότητα ή στη μείωση τους - σε πλήρη αντίθεση με την «αναγκαστική» αύξηση των μισθών των ελλειμματικών χωρών. Ουσιαστικά, οι μισθοί επιδοτούνται από το κράτος, επαυξημένα σε περιόδους ύφεσης, παρά το ότι κάτι τέτοιο «διαστρεβλώνει» τον ανταγωνισμό και οφείλει να «τιμωρείται» από την Ε.Ε. (οι άμεσες επιδοτήσεις επιχειρήσεων εντός της Ε.Ε. απαγορεύονται δήθεν αυστηρά από την Κομισιόν).

Η επιδότηση αυτή, σε συνδυασμό με το έκτακτο μέτρο της απόσυρσης των μεταχειρισμένων αυτοκινήτων («βλακωδώς» συνέβαλλαν και πολλές άλλες χώρες, με ανύπαρκτη αυτοκινητοβιομηχανία), συνετέλεσε στην επιτυχή, μέχρι σήμερα, αντιμετώπιση της παγκόσμιας ύφεσης από τη Γερμανία (μείωση της ανεργίας στο 7,9% από το 8,7% πριν από την κρίση κλπ). Αντίθετα, ενέτεινε σε μεγάλο βαθμό το ήδη «τραγικό» πρόβλημα των υπολοίπων ευρωπαϊκών και άλλων χωρών (η ανεργία αυξήθηκε στη Γαλλία από 8,4% στο 9,5%, στη Μ. Βρετανία από 5,5% στο 8,8% και στις Η.Π.Α. από 4,5% στο 10%).    

Η επιδότηση της «μικρότερης απασχόλησης», ένα καθαρά γερμανικό, εξαιρετικό αναμφίβολα «μοντέλο», δίνει τη δυνατότητα στις επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν προβλήματα διάθεσης των προϊόντων τους, να μειώνουν το χρόνο εργασίας του προσωπικού τους (από 30% μέχρι και εξ ολοκλήρου) - έως και για ένα χρονικό διάστημα 24 μηνών. Το 65% περίπου της απώλειας του καθαρού μισθού των εργαζομένων πληρώνεται από το κράτος - καθώς επίσης το 50%των εργοδοτικών εισφορών (μετά τους 6 μήνες, ακόμη και το 100%).

Κατ’ αυτόν τον τρόπο (κόστισε μέχρι στιγμής περί τα 5 δις € στη Γερμανία, όσο και η απόσυρση δηλαδή), η ανεργία δεν αυξάνεται (οι εργαζόμενοι με μειωμένο ωράριο αυξήθηκαν από 39.000 πριν την κρίση στο 1,1 εκ. σήμερα – ποσοστό 3,8% επί του συνόλου), οπότε αφενός μεν δεν περιορίζεται η κατανάλωση, αφετέρου δε οι επιχειρήσεις διατηρούν το εξειδικευμένο προσωπικό τους, χωρίς να υποχρεώνονται σε απολύσεις (αποφεύγοντας ταυτόχρονα τις απεργίες, τις εργασιακές διαμάχες, τις έντονες κοινωνικές αναταραχές κλπ).

Την ίδια στιγμή όμως μειώνουν δραστικά το κόστος λειτουργίας τους και αυξάνουν γεωμετρικά τη «συγκριτική» ανταγωνιστικότητα τους – ιδιαίτερα σε περιόδους ύφεσης. Πρόκειται λοιπόν για ένα έμμεσο, για ένα «κρυφό» καλύτερα «όπλο» «υπόγειας» ενίσχυσης των γερμανικών επιχειρήσεων, το οποίο διαστρεβλώνει τη λειτουργία της ελεύθερης αγοράς και «αποβιομηχανοποιεί» εγκληματικά όλες τις υπόλοιπες χώρες - με τη βοήθεια των υφέσεων και των κρίσεων.     

Κάτω από τέτοιες συνθήκες, οι οποίες καλλιεργούν σκόπιμα τεράστιες ανισότητες εντός της Ευρώπης, πως είναι αλήθεια δυνατόν να ανταπεξέλθει ένα ελλειμματικό κράτος το οποίο, συν τοις άλλοις, είναι «υπέρ του δέοντος» χρεωμένο; Επιβάλλοντας νέους φόρους και καταστέλλοντας τη φοροδιαφυγή (τα μέτρα αυτά λειτουργούν συχνά προς την αντίθετη πλευρά, όπως έχει αποδειχθεί σε πολλές περιπτώσεις – «άνθηση» της φοροδιαφυγής στην Αργεντινή εν μέσω κρίσης και κατασταλτικών ΔΝΤ μέτρων, μέσα από τη λειτουργία επιχειρήσεων χωρίς νόμιμη άδεια κλπ), μπορεί αλήθεια

(α)  να «αναστήσει» τον απονεκρωμένο παραγωγικό του μηχανισμό, ο οποίος «βάλλεται» από παντού,

(β)  να ισοσκελίσει τον προϋπολογισμό του και να αυξήσει την ανταγωνιστικότητα του ή, μήπως,

(γ)  οδηγείται «μονοδρομημένα» στην αυτοκτονία – στην υποδούλωση του  δηλαδή και στην πλήρη «δορυφοροποίηση»;  

Ενδεχομένως, οι πίνακες που ακολουθούν να αναδείξουν την «ανεπάρκεια» αυτών που φαντάζονται ότι μπορούμε μόνοι μας, έστω με μεγάλες θυσίες, να λύσουμε συσσωρευμένα προβλήματα δεκαετιών - μέσα στην Ευρωζώνη, χωρίς νομισματικά «εργαλεία», «δεμένοι χειροπόδαρα», εν μέσω μίας παγκόσμιας ύφεσης σε εξέλιξη και με τη γεωμετρική ενδυνάμωση των πλεονασματικών κρατών, εις βάρος των ελλειμματικών.

ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Εξέλιξη δημοσίων χρεών και δημοσίων ομολόγων (σε εκ. €) στην Ελλάδα

ΕΤΟΣ
Δημόσιο Χρέος
Ποσοστό επί ΑΕΠ
Ομόλογα Δημοσίου*




2003
179.008
117,00%
137.684
2004
198.832
120,90%
157.387
2005
209.723
118,90%
173.247
2006
224.162
105,10%
184.530
2007
237.742
104,20%
200.968
2008
260.439
108,90%
216.614
2009
299.570
124,80%
254.316
2010
325.225
133,20%
283.040
Πηγή: Υπουργείο Οικονομικών   Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
* Χρηματοδότηση υπολοίπου δημοσίου χρέους από κοινοπρακτικά και λοιπά δάνεια
Έτος 2009 υπολογιστικά και έτος 2010 προϋπολογιστικά

Από τον πίνακα διαπιστώνουμε ότι, το δημόσιο χρέος μας αυξήθηκε από το 2003 έως το 2009 κατά 120.562 εκ. € (το 2010 είναι θεωρία ακόμη και «άσκηση επί χάρτου»). Αντίστοιχα, τα ομόλογα που εξέδωσε το δημόσιο για τη χρηματοδότηση του χρέους, αυξήθηκαν κατά 116.635 εκ. €. Ουσιαστικά λοιπόν, τα στοιχεία είναι «ισοσκελισμένα», οπότε είναι μάλλον σωστά (δεν συμπεριλαμβάνεται βέβαια η χρέωση των διαφόρων ΔΕΚΟ κλπ, η οποία επιβαρύνει τους δικούς τους ισολογισμούς).

Περαιτέρω, το ποσοστό του δημοσίου χρέους επί του ΑΕΠ μειώθηκε «ξαφνικά» το 2006, όπου όμως αναθεωρήθηκε αυθαίρετα προς τα πάνω το ΑΕΠ (από τη «μαύρη εργασία»), για να επανέλθει «δριμύτερο» σήμερα (το 2010 υπολογίζουμε ότι θα υπερβεί το 150% - με πολύ μέτριες προσδοκίες και όχι απαραίτητα από τυχόν ανεπάρκεια της κυβέρνησης μας, από «φορολογική ασυδοσία» των Ελλήνων ή από «συνδικαλιστικές εξάρσεις»). Προφανώς, εάν το ΑΕΠ μας δεν είναι επακριβώς υπολογισμένο (πολλοί αμφιβάλουν για την ανεξαρτησία και την ορθότητα των στοιχείων της ΕΣΥΕ), τότε τόσο τα ποσοστό των χρεών μας επ’ αυτού, όσο και τα ελλείμματα μας, είναι «εκτός ελέγχου». 

ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙ: Εξέλιξη ΑΕΠ, εσόδων, δαπανών και ελλειμμάτων (των ζημιών δηλαδή του κράτους) σε εκ. €, στην Ελλάδα  

ΕΤΟΣ
ΑΕΠ*
Έσοδα
Δαπάνες
Έλλειμμα





2003
153.045
37.500
40.735
-3.235
2004
164.421
40.700
45.414
-4.714
2005
196.609
42.206
48.685
-6.479
2006
213.085
46.293
50.116
-3.823
2007
228.180
49.153
55.733
-6.580
2008
239.141
51.680
61.642
-9.962
2009
240.150
49.260
71.438
-22.178
2010
244.233
53.799
69.976
-16.096
 Πηγή: Υπουργείο Οικονομικών   Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
Έτος 2009 υπολογιστικά και έτος 2010 προϋπολογιστικά
* ΑΕΠ 2005 αναθεωρημένο, δηλαδή 20% περίπου αυξημένο σε σχέση με το 2004, μετά την πρόσθεση εσόδων από την «μαύρη οικονομία» εκ μέρους της κυβέρνησης, η οποία είχε σαν αποτέλεσμα να μειωθεί το ποσοστό του ελλείμματος και να βρεθεί εντός του συμφώνου σταθερότητας της Ε.Ε. για πρώτη και τελευταία φορά (ουσιαστικά, υποθετικό ΑΕΠ). 

Το ΑΕΠ μας αυξήθηκε από το 2003 έως το 2009 κατά 57% περίπου, ενώ τα δημόσια έσοδα κατά 30%, οι δαπάνες κατά 75% και το έλλειμμα σχεδόν κατά 7 φορές. Η διαφορά της αύξησης των εσόδων, σε σχέση με την αύξηση του ΑΕΠ, είναι σε τέτοιο βαθμό «μη ισορροπημένη», επειδή η μεγέθυνση του ΑΕΠ προήλθε κυρίως από την προς τα πάνω «αναθεώρηση» των στοιχείων (παρά το ότι σήμαινε αυξημένες «εκροές» προς τα ταμεία της Ε.Ε., αφού προσδιορίζονται ως ποσοστό επί του ΑΕΠ) και όχι από «φυσιολογικές» προϋποθέσεις.

Εκτός του ότι η «μεγέθυνση» του ΑΕΠ μας είναι «πλασματική» (εάν πράγματι η «μαύρη οικονομία» ξεπερνάει τα 30 δις €, τότε σίγουρα δεν δημιουργήθηκε τα τελευταία χρόνια, ενώ είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο και όχι μόνο Ελληνικό), μας οδήγησε δυστυχώς σε ακόμη μεγαλύτερη αύξηση των δαπανών. Εάν δηλαδή δεν είχε αναπροσαρμοσθεί το ΑΕΠ, πόσο μάλλον σε τέτοιο βαθμό, θα είχαμε αποφύγει την υπερβολική αυτή διόγκωση των δαπανών και τη διαφοροποίηση τους από τα έσοδα – άρα το υπερβολικό χρέος και τα τεράστια ελλείμματα. Απλούστερα, τα περίπου 30 δις € που «αναθεώρησαν» το ΑΕΠ μας, οδηγήθηκαν δυστυχώς, σχεδόν στο σύνολο τους, στις δαπάνες - «εκτινάσσοντας» τα ελλείμματα και το χρέος (είναι άλλωστε ανθρώπινο, εύλογο δηλαδή, να ξοδεύουμε περισσότερα, όταν πιστεύουμε, έστω «ουτοπικά», ότι διαθέτουμε περισσότερα - όπως επίσης όταν βρίσκουμε πρόθυμους δανειστές, για την χρηματοδότηση των καταναλωτικών και λοιπών μας «υπερβολών»). 
       
Η μείωση τώρα των δαπανών κατά 1,5 δις € που «εισηγείται» η κυβέρνηση, η αύξηση των εσόδων κατά 4,5 δις € περίπου, καθώς επίσης η «ισοδύναμη» αύξηση του ΑΕΠ (κατά 4 δις €), είναι μεν εφικτοί (αν και αστείοι) στόχοι, όχι όμως σε περιόδους ύφεσης - ανάγκης επείγουσας λήψης διαρθρωτικών μέτρων, επιτακτικής υποχρέωσης ανάκτησης μέρους της ανταγωνιστικότητας της Ελληνικής οικονομίας, εξαιρετικά αυξημένου ρίσκου δανεισμού/επιτοκίων και αθέμιτου ανταγωνισμού των «εταίρων» μας. Εάν παρ’ ελπίδα οδηγήσουν σε μείωση του ΑΕΠ μας, ένα αρκετά πιθανό σενάριο, τότε θα καταρρεύσει όλος ο προγραμματισμός και θα οδηγηθούμε σε απόλυτα αδιέξοδα.  

ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙΙ: Εξέλιξη εμπορικού ισοζυγίου* και ακαθάριστου εξωτερικού χρέους** (σε εκ. €) στην Ελλάδα

ΕΤΟΣ
ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΙΣΟΖΥΓΙΟ
ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ ΧΡΕΟΣ



2004
-25.435
185.953
2005
-27.558
222.899
2006
-35.286
252.906
2007
-41.499
308.539
2008
-44.048
362.587
Πηγή: Τράπεζα της Ελλάδος   Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
*    Εξαγωγές μείον εισαγωγές
** Περιλαμβάνει υποχρεώσεις έναντι μη κατοίκων της Ελλάδας, όλων των κλάδων  της Ελληνικής οικονομίας (ιδιωτικού και δημοσίου).  Στο τέλος του 2009 αυξήθηκε στα 400 δις € (άρα το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου μας μειώθηκε ελαφρά στα -38 δις €).

Το εμπορικό ισοζύγιο μας μεταξύ των ετών 2004 και 2008 επιδεινώθηκε συνολικά κατά σχεδόν 174 δις €, ενώ το εξωτερικό χρέος μας ανάλογα - κατά 177 δις € (το 2009 έχει υπερδιπλασιαστεί). Όπως λοιπόν αναφέραμε πιο πάνω (από την αντίθετη πλευρά), αποδεικνύεται και στην πράξη ότι, εάν μία χώρα εισάγει «ελλειμματικά», εάν δηλαδή οι εξαγωγές είναι μικρότερες των εισαγωγών της, τότε σαν χώρα «καθαρής εισαγωγής» χρεώνεται διαχρονικά - στο αντίστοιχο ποσόν που προκύπτει από τη διαφορά μεταξύ εισαγωγών και εξαγωγών (εμπορικό ισοζύγιο), για να αγοράσει τα προϊόντα της. Ουσιαστικά λοιπόν, «αυτού καθ’ εαυτού» τα μέτρα μείωσης των δαπανών ή αύξησης των εσόδων (υψηλότερη φορολογία κλπ), ελάχιστα «αμβλύνουν» την υπερχρέωση της – απλά περιορίζουν το ρυθμό της (κάτι σαν αργός θάνατος δηλαδή).

Τα συνεχώς αυξανόμενα χρέη οδηγούν (έμμεσα) σε σταθερά υψηλότερο εργατικό και βιομηχανικό κόστος, το οποίο «συμβάλλει» γεωμετρικά στην περαιτέρω αποβιομηχανοποίηση του κράτους που (υπέρ) χρεώνεται. Η «κινούμενη άμμος» λοιπόν αυτοτροφοδοτείται από τις όποιες απεγνωσμένες προσπάθειες διαφυγής, «καταπνίγοντας» τις πάσης φύσεως αντιστάσεις των «θυμάτων» της. Στην συγκεκριμένη περίπτωση δε, οι «οικονομικές θυσίες» που επιζητούνται από την κυβέρνηση, αλλά και από τους ίδιους τους Πολίτες, είναι δυστυχώς άνευ αξίας και αντικειμένου – αν όχι εντελώς ανεύθυνη και επικίνδυνη, ποινικά κολάσιμη «διασπορά ψευδών ελπίδων».        

Ολοκληρώνοντας, εάν δεν είχαμε εισέλθει στην Ευρωζώνη (εννοούμε βέβαια απροετοίμαστοι), η ίδια η αγορά θα μας είχε προειδοποιήσει έγκαιρα για τους κινδύνους χρεοκοπίας μας. Αυξανομένου του δημοσίου χρέους μας, θα αυξανόταν τα επιτόκια δανεισμού μας (τα CDS επίσης), οπότε θα είχαμε οδηγηθεί σε υποτιμήσεις του νομίσματος μας (σε τεχνητό πληθωρισμό κλπ), χωρίς να «αναγκασθούμε» να «αποβιομηχανοποιήσουμε» τη χώρα μας - καταστρέφοντας εντελώς την ανταγωνιστικότητα της Οικονομίας μας. Σήμερα όμως είναι πια πολύ αργά, αφού η καταστροφή έχει «επιτελεσθεί» και είναι αδύνατον πλέον, πόσο μάλλον εκτός του στενού χώρου «προστασίας» του Ευρώ, να επιβιώσουμε στηριζόμενοι στις δικές μας αποκλειστικά δυνάμεις. 

Εάν δεν βιαστούμε να εξασφαλίσουμε τις σωστές λύσεις, όσο ακόμη διαρκεί η διεθνής ύφεση (προηγούμενα άρθρα μας – για παράδειγμα άνοιγμα των αγορών της Ε.Ε. για τα ελληνικά προϊόντα, ουσιαστική βοήθεια για την ανάπτυξη του παραγωγικού μας ιστού - όχι απλά επιδοτήσεις κλπ), παραμένοντας «στατικοί» στην διαρκή αναζήτηση χρηματοδότησης του χρέους μας, θα χάσουμε εντελώς το «μέλλον» μας.

Η λήξη της κρίσης θα σημάνει την γεωμετρική ανάπτυξη των χωρών που επωφελήθηκαν «συγκριτικά» από την έλευση της, με αποτέλεσμα την αύξηση της «απόστασης» τους από την πλειοψηφία των υπολοίπων. Ίσως τότε να μην αγωνιούμε τόσο για την παραμονή μας στην Ευρωζώνη, όσο, αντίθετα, για την ενδεχόμενη υιοθέτηση, εκ μέρους κάποιων πλεονασματικών χωρών, ενός δικού τους «εθνικού» νομίσματος - αφού δεν θα έχουν πια την ανάγκη του Ευρώ για να εξυπηρετήσουν τα «αναπτυξιακά» και λοιπά σχέδια τους.      

Βασίλης Βιλιάρδος--Ο κ. Β. Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου

Η τρομακτική «έκρηξη» των πρωτογενών δαπανών του Ελληνικού Δημοσίου



Η τρομακτική «έκρηξη» των πρωτογενών δαπανών 
του Ελληνικού Δημοσίου

Στον πίνακα που ακολουθεί, διαπιστώνεται η «έκρηξη» των πρωτογενών δαπανών δημοσίου μέσα σε τρία μόλις έτη – τόσο σε απόλυτα μεγέθη, όσο και σε ποσοστιαία επί του εκάστοτε ΑΕΠ. Εάν δεν είχαν αυξηθεί κατά το τεράστιο ποσόν των 18 δις € (με το ποσόν αυτό θα αγοράζαμε ετήσια 6 επιχειρήσεις του μεγέθους της ΔΕΗ, ήτοι θα εξασφαλίζαμε 24.000 Χ 6 = 144.000 νέες θέσεις εργασίας - κάθε χρόνο) τότε, με σημερινά έσοδα 50 δις € και με τόκους 12 δις €, μηδενίζοντας τις δημόσιες επενδύσεις (έλλειμμα δημοσίων επενδύσεων 2009 ύψους 7,19 δις € !), θα είχαμε έλλειμμα μόλις 3 δις € - ήτοι 1,25% επί του ΑΕΠ μας!Προφανώς λοιπόν το πρόβλημα ευρίσκεται στις δαπάνες και όχι στην «ελλιπή φορολογική συνείδηση», ή όπου αλλού θα ήθελε να το «μεταθέσει» η πολιτική μας ηγεσία (κυρίως στην Πολιτεία επομένως και πολύ λιγότερο στους Πολίτες).     

ΠΙΝΑΚΑΣ: Διαφορά δαπανών μεταξύ 2006 και 2009

ΕΤΟΣ
ΑΕΠ
ΠΡΩΤΟΓΕΝΕΙΣ ΔΑΠΑΝΕΣ*
ΠΟΣΟΣΤΟ/ΑΕΠ




2006
213.085
40.883
19,18%
2009
240.150
59.098
24,60%






Αύξηση: 18.215

Πηγή: Υπουργείο Οικονομικών                                                      Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
* Χωρίς τόκους και χρεολύσια
Αθήνα, 26. Ιανουαρίου 2010----Βασίλης Βιλιάρδος (copyright)----viliardos@kbanalysis.com

Ελληνική οικονομία-Ποιό είναι τελικά το πρόβλημα & το δέον γενέσθαι

Ελληνική οικονομία-Ποιό είναι τελικά το πρόβλημα & το δέον γενέσθαι


Ι


Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΔΡΟΜΟΣ: Η ανάγκη περιστολής των κρατικών δαπανών, η «συγκράτηση» των αμοιβών, η εξισορρόπηση του εμπορικού ισοζυγίου, η κερδοφορία των εθνικών επιχειρήσεων, ο περιορισμός των δημοσίων επενδύσεων και οι απαιτήσεις μας από την ΕΕ

Σύμφωνα με τους διεθνείς αναλυτές (είτε τους αποδεχόμαστε, είτε όχι), ο δημόσιος τομέας της χώρας μας (όπως ο τραπεζικός για την Ιρλανδία), είναι ο κύριος υπεύθυνος για την κατάρρευση της Οικονομίας μας – από την οποία «εκλείπουν» πλέον εντελώς οι επιχειρηματικές «ευκαιρίες» (αποβιομηχανοποίηση κλπ). Ο δημόσιος τομέας είναι αυτός που χρέωσε σε μεγάλο βαθμό την Ελλάδα, με τα απίστευτα επιδόματα και τις πλασματικές υπερωρίες των υπαλλήλων του, με τις σκιώδεις Επιτροπές, με τη διαπλοκή, με τις απαράδεκτα ζημιογόνες επιχειρήσεις κοινής ωφελείας, με την τεράστια διαφθορά, με τη σκόπιμη γραφειοκρατία, με τις ανεξέλεγκτες δαπάνες και, κυρίως, με την απόλυτη ατιμωρησία αυτών των λίγων που «υπεξαίρεσαν» μεθοδικά τα δημόσια ταμεία (ή, έστω, έκαναν «πολιτικά» σφάλματα «ελέω ανικανότητας», τα οποία κόστισαν στη χώρα υπερβολικά πολλά δισεκατομμύρια).

Ο «Πίνακας Ι» που ακολουθεί τεκμηριώνει εν μέρει τη διεθνή «απαίτηση» για τη μείωση των μισθών και του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων, παρά το ότι δεν αποτυπώνει ολόκληρη την αλήθεια. Σημειώνουμε εδώ ότι η παραοικονομία, για την οποία ενοχοποιείται διεθνώς η Ελλάδα, δεν αφορά μόνο τον ιδιωτικό τομέα. Αρκετοί «πιστοί» της «παραοικονομίας» είναι ταυτόχρονα έμμισθοι «δημόσιοι λειτουργοί» – για παράδειγμα, καθηγητές της μέσης ή ανώτερης εκπαίδευσης (κατ’ οίκον φροντιστήρια), γιατροί νοσοκομείων (ιδιωτικά ιατρεία) κλπ. Προφανώς όχι όλοι, ούτε βέβαια η πλειοψηφία τους – αλλά αρκετοί για να καταστρέψουν τις προσπάθειες πολλών ετών.

Η διαπλοκή βέβαια και τα «παράγωγά» της (διαφθορά κλπ), θα ήταν αδύνατη, εάν δεν συμμετείχε ο δημόσιος τομέας, αφού ο ιδιωτικός «περιορίζεται» στο ρόλο του «διαφθορέα» (με εξαίρεση κυρίως τη φοροδιαφυγή, όπου όμως σε αρκετές περιπτώσεις «χρηματισμού» ενέχεται και ο δημόσιος τομέας - με την έννοια ότι προφανώς δεν φορολογεί τις «εξυπηρετήσεις» ή τις «διευκολύνσεις» που μάλλον δεν παρέχει αφιλοκερδώς).

Στα πλαίσια λοιπόν της «σύλληψης» και της καταστολής της παραοικονομίας, θα πρέπει να γίνει εκεί ακριβώς η αρχή, στο δημόσιο τομέα δηλαδή, έτσι ώστε να «επιστρέψει» το συναίσθημα του «Δικαίου» στην κοινωνία μας – «απαρέγκλιτη» προϋπόθεση των οποιονδήποτε προσπαθειών «αντιστροφής της τάσης» και ριζικής αλλαγής των δεδομένων της Οικονομίας μας.    

ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Μικτοί μισθοί υπαλλήλων του «στενού» δημόσιου τομέα, αριθμός ΔΥ, μέσος μισθός ανά άτομο και ποσοστό ΔΥ - επί συνόλου εργαζομένων 4.940.000 (2007)

ΕΤΗ
2003
2004
2005
2006
2007
2008
2009








Μισθοί*
12.079
13.441
14.136
14.930
15.694
16.967
19.002
Αριθμ.**
456.462
466.781
477.286
486.580
503.170
506.680
511.913








Μέσος μ.
26.462
28.795
29.617
30.683
31.190
33.487
37.119
Ποσοστό
9,24%
9,45%
9,66%
9,85%
10,18%
10,26%
10,36%
Πηγή: Υπουργείο Οικονομικών – προϋπολογισμοί  
* Μέσοι μικτοί ετήσιοι μισθοί, χωρίς εργοδοτικές εισφορές   
** Δεν περιλαμβάνεται το στρατιωτικό προσωπικό των ενόπλων δυνάμεων

Πριν ακόμη αναλύσουμε την, απαιτούμενη από τις διεθνείς αγορές, εξοικονόμηση πόρων, μέσω της μείωσης των μισθών των ΔΥ και των δαπανών, είναι ίσως σκόπιμο να αναφέρουμε πως, παρά το ότι η κύρια ευθύνη της κάθε πολιτικής ηγεσίας δεν είναι άλλη από τη σωστή διαχείριση των δημοσίων οικονομικών, οι κυβερνήσεις φαίνεται να λειτουργούν διαχρονικά, με έναν εντελώς παράδοξο τρόπο:

Αφού έχουν στη διάθεση τους ένα ορισμένο «budget», έτσι όπως εμφανίζεται στον εκάστοτε ετήσιο προϋπολογισμό (προερχόμενο από φόρους, από τα κέρδη των κοινωφελών επιχειρήσεων, από τα «ενοίκια» της δημόσιας περιουσίας κλπ), δεν ξοδεύουν, όπως ο κάθε συνετός «εισοδηματίας» (και ο κάθε απλός διαχειριστής πολυκατοικίας – πόσο μάλλον όταν πλέον «κατοικούμε» σε ένα συγκρότημα 27 πολυκατοικιών), το ποσόν που ευρίσκεται στη διάθεση τους, αλλά δανείζονται πολύ περισσότερα - χωρίς καθόλου να ρωτήσουν τους Πολίτες που εκπροσωπούν. Υπενθυμίζουμε εδώ την απίστευτα μεγάλη αυθαιρεσία κάποιων κυβερνήσεων, όπως αυτήν της Ισλανδίας, να δανειστούν για να «διασώσουν» τις ιδιωτικές, χρεοκοπημένες τράπεζες της χώρας τους, με τα χρήματα των Πολιτών τους – αφενός μεν πτωχεύοντας το κράτος τους, αφετέρου δε, χωρίς τη συμφωνία των κυβερνωμένων!

«Μετονομάζοντας» λοιπόν τις ζημίες σε ελλείμματα, συσσώρευσαν κακοδιαχείριση ετών, δημιουργώντας εκ του μηδενός τεράστια δημόσια χρέη τα οποία, τοκιζόμενα, απειλούν να πτωχεύσουν πολλά κράτη. Ακόμη περισσότερο οι κυβερνήσεις, αντί να μειώνουν τα έξοδα τους (ενδεχομένως απολύοντας πλεονάζων προσωπικό, εξοικονομώντας από περιττές δαπάνες, περιορίζοντας αμοιβές, λειτουργώντας με κέρδος τις δημόσιες εταιρείες κλπ), ρίχνουν το βάρος των χρεών και των «ελλειμμάτων», των ζημιών δηλαδή,  στους Πολίτες τους, κατηγορώντας τους επί πλέον για ελλιπή φορολογική συνείδηση, για μειωμένη παραγωγικότητα, για οκνηρία, για σπατάλη και για τόσα πολλά άλλα.

Από τη μία πλευρά δηλαδή σπαταλούν ατιμώρητοι τη δημόσια περιουσία (πουλούν ακόμη και τις επιχειρήσεις που ανήκουν στους Πολίτες τους), ενώ από την άλλη οργανώνουν «αστυνομικές ομάδες ελέγχου» εναντίον εκείνων των δύστυχων Πολιτών, οι οποίοι ουσιαστικά συντηρούν τόσο τους ίδιους, όσο και το υπόλοιπο Κράτος. Τέλος, την ίδια στιγμή «οικοδομούν» επάνω στα συναισθήματα «ενοχής» των «υπηκόων» τους (επιβάλλοντας τους ουσιαστικά έναν κυριολεκτικά καταστροφικό αυτοσαρκασμό, στη θέση της δημιουργικής αυτοκριτικής), καθώς επίσης στην «ζηλόφθονη», εχθρική, ανταγωνιστική συμπεριφορά του ενός για τον άλλο – στο «διαίρει και βασίλευε».  

Αποδεχόμενοι ότι όλα αυτά αποτελούν πλέον παρελθόν για την Ελλάδα, αυτό που επείγει είναι η άμεση επίλυση των κεντρικών προβλημάτων της Οικονομίας μας, αποφεύγοντας τη δυσμενή «επιπλοκή» ενός ενδεχόμενου περιορισμού του ΑΕΠ μας. Μερικές από τις «λύσεις» στα προβλήματα αυτά (προηγείται φυσικά η εξασφάλιση του χρόνου για τις αλλαγές, η ορθολογική χρηματοδότηση δηλαδή, η οποία μπορεί να επιτευχθεί μόνο με τη βοήθεια της ΕΕ - «εναλλακτικά» της Κίνας, όπως θα αναλύσουμε στον επίλογο του κειμένου), είναι:

(α)  η περιστολή όλων των δαπανών του δημοσίου (όχι μόνο των μισθών των ΔΥ), με στόχο τον περιορισμό του ελλείμματος του προϋπολογισμού μας χωρίς νέους φόρους, έτσι ώστε να αποφύγουμε την ύφεση που προκαλούν νομοτελειακά οι αυξημένοι φόροι,

(β)  η διαχρονική «συγκράτηση» των μισθών του ιδιωτικού τομέα, έτσι ώστε να καταπολεμηθεί το μισθολογικό «dumping» κάποιων πλεονασματικών χωρών, οι οποίες το ξεκίνησαν από το 2000 (κυρίως η Γερμανία) – προφανώς με τη βοήθεια και τη συναίνεση όλων των παραγωγικών τάξεων των χωρών τους,

(γ)  η «εξισορρόπηση» του εμπορικού ισοζυγίου, μέσω της στοχευόμενης αύξησης των εξαγωγών, καθώς επίσης της μείωσης των εισαγωγών μας - με στόχο τη σταθεροποίηση του εξωτερικού χρέους μας,

(δ)  η κερδοφορία όλων ανεξαιρέτως των εταιρειών του δημοσίου, σε συνδυασμό με την αύξηση της «αποτίμησης» τους, η οποία θα συνέβαλλε τα μέγιστα στη δημιουργία «αντικρίσματος», απέναντι στα χρέη του κράτους (ο ρόλος του υγιούς «τοπικού» χρηματιστηρίου, το οποίο εξασφαλίζει ορθολογικές αποτιμήσεις στις δημόσιες επιχειρήσεις, είναι σημαντικός) και

(ε)  ο περιορισμός του, ενισχυόμενου από την ΕΕ, προγράμματος δημοσίων επενδύσεων, οι οποίες είναι ζημιογόνες για τον προϋπολογισμό μας.

Ίσως εδώ οφείλουμε να επιστήσουμε την προσοχή στο ότι, το υψηλό δημόσιο χρέος ενός κράτους, δεν σημαίνει ταυτόχρονα ότι είναι υπερχρεωμένο. Εάν απέναντι στο χρέος υπάρχουν περισσότερα περιουσιακά στοιχεία (κάτι που ισχύει για πολλές χώρες – Γερμανία, Ολλανδία, Ιαπωνία, Ρωσία, Κίνα κλπ), τότε το κράτος είναι ουσιαστικά «πλεονασματικό» - αφού υπάρχει σαφές «αντίκρισμα» απέναντι στα χρέη του. Το «αντίκρισμα» βέβαια έχει νόημα, όταν είναι «ρευστοποιήσιμο» και παραγωγικό (στην περίπτωση των κρατών, όταν παράγουν/εξάγουν ΑΕΠ – στην περίπτωση των επιχειρήσεων, όταν πουλούν κερδοφόρα τα προϊόντα τους, στα ακίνητα όταν εισπράττουν ενοίκια κοκ), χωρίς να διακινδυνεύεται η «ταμειακή ρευστότητα», η οποία είναι απαραίτητη για την πληρωμή ληξιπρόθεσμων δόσεων και δανείων.

Αναλυτικά στα συμπληρωματικά μέτρα που εύλογα προτείνουν οι αγορές, τα παρακάτω:

(α)  ΠΕΡΙΣΤΟΛΗ ΤΩΝ ΔΑΠΑΝΩΝ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ

Η μείωση των αμοιβών των ΔΥ μέσω του «εξορθολογισμού» των επιδομάτων, του περιορισμού του αριθμού τους και της «απόσβεσης» των υπερωριών, θα μπορούσε να συνεισφέρει με περίπου 7 δις στον προϋπολογισμό («επίπεδα» 2003). Εάν από το σύνολο των δαπανών (χωρίς τα τοκοχρεολύσια) από περίπου 59 δις (εκτίμηση 2009) αφαιρέσουμε τους μισθούς, τις συντάξεις και την ασφάλιση / περίθαλψη / κοινωνική προστασία, συνολικά δηλαδή περίπου 43 δις, απομένουν 16 δις λοιπές δαπάνες, οι οποίες θα μπορούσαν επίσης να περιορισθούν, τουλάχιστον κατά 30% - ήτοι κατά 4,8 δις. Έτσι λοιπόν, όλες μαζί οι δαπάνες θα περιοριζόντουσαν κατά 11,8 δις ετήσια, διαμορφωνόμενες (με τους τόκους, χωρίς τα χρεολύσια) στα περίπου 59,7 δις € (από 71,5 δις κατά τις εκτιμήσεις του 2009).

Για μερική σύγκριση μεγεθών, το ΑΕΠ της Γερμανίας το 2007 ήταν 2.422,90 δις €, έναντι δημοσίων «ομοσπονδιακών» δαπανών περίπου 270 δις € (τα κρατίδια έχουν τα δικά τους έσοδα/δαπάνες). Οι ομοσπονδιακές δαπάνες λοιπόν αποτελούσαν το 11,15% του ΑΕΠ της χώρας. Στην Ελλάδα τώρα (εκτιμήσεις 2009), το ΑΕΠ ήταν περί τα 240 δις €, έναντι δαπανών 71,5 δις € - επομένως, οι δαπάνες ήταν το 29,79% του ΑΕΠ. Επίσης, τα έξοδα της ομοσπονδιακής δημόσιας διοίκησης, σύμφωνα με τον προϋπολογισμό της Γερμανίας για το 2009, ήταν το 9,5% των συνολικών δαπανών - μειωμένα σε σχέση με το 2003, όπου αποτελούσαν το 10,6%, όπως επίσης μειωμένος είναι και ο αριθμός των Γερμανών ΔΥ της ομοσπονδιακής δημόσιας διοίκησης (από 381.000 άτομα το 1991 στα 259.000 το 2009).

Αντίθετα, τα «έξοδα προσωπικού» της Ελλάδας (ΔΥ), χωρίς τις εργοδοτικές εισφορές, είναι το 26,5% των συνολικών δαπανών, ενώ ο αριθμός τους αυξήθηκε, αντί να μειωθεί. Η μείωση όμως του αριθμού των ΔΥ στο στενό, μη παραγωγικό δημόσιο τομέα θεωρείται απαραίτητη αφού, όσο μεγαλύτερη είναι η ποσοστιαία συμμετοχή τους στο σύνολο των εργαζομένων μίας χώρας, τόσο περιορίζονται οι δυνατότητες αύξησης του «παραγωγικού ΑΕΠ» της. Ακόμη λοιπόν και αν τα μεγέθη δεν είναι απολύτως συγκρίσιμα, λόγω της ομοσπονδιακής δομής της Γερμανίας, οι δυνατότητες μεγάλης μείωσης των δαπανών του Ελληνικού Δημοσίου δεν είναι καθόλου αμελητέες. Ο πίνακας που ακολουθεί αφορά τον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό της Γερμανίας, ο οποίος είναι φυσικά πάντοτε πενταετής και όχι ετήσιος.   

ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙ: Ομοσπονδιακός Προϋπολογισμός Γερμανίας 2009 σε δις €

ΔΑΠΑΝΕΣ/ΕΣΟΔΑ
2008
2009
2010
2011
2012






Ι.  Δαπάνες*
283,20
288,40
292,40
295,20
300,60
Διαφορά με πργ. έτος
+4,7%
+1,8%
+1,4%
+1,0%
+1,8%






ΙΙ. Έσοδα*
283,20
288,40
292,40
295,20
300,60






α) Φορολογικά
238,00
248,70
255,40
266,30
276,00
β)  Λοιπά
33,30
29,20
31,00
28,90
24,60
γ)  Δάνεια
11,90
10,50
6,00
0,00
0,00






Έξοδα επενδύσεων
24,70
25,90
25,90
25,50
25,30
Πηγή: Υπουργείο Οικονομικών Γερμανίας                                       Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
* Οι δαπάνες είναι πάντοτε ίσες με τα έσοδα – η κυβέρνηση δεν προγραμματίζει δηλαδή να δαπανήσει περισσότερα χρήματα, από όσα έχει στη διάθεση της!

Συνεχίζοντας στην Ελλάδα, η περιστολή των δαπανών του δημοσίου είναι η μοναδική εφικτή λύση για την Οικονομία μας, επειδή είναι εμφανές ότι το «δυνητικό» μέτρο, η αύξηση των εσόδων δηλαδή, έχει περιορισμένες προοπτικές σε μία αποβιομηχανοποιημένη χώρα, με ελάχιστες κερδοφόρες επιχειρήσεις, εν μέσω ύφεσης. Αντίθετα, ο κίνδυνος μείωσης των εσόδων, ανεξάρτητα από την ενδεχόμενη αύξηση των φόρων (πολλές φορές λόγω αυτής ακριβώς), είναι κατά πολύ μεγαλύτερος. Σε κάθε περίπτωση, τα έσοδα έχουν άμεση σχέση με την «φοροδοτική ικανότητα» των επιχειρήσεων/εργαζομένων, καθώς επίσης με την «ανταποδοτικότητα» τους.

(α)  Σχετικά με τη «φοροδοτική ικανότητα» και ειδικά όσον αφορά το φόρο εισοδήματος, ο οποίος ουσιαστικά «επιβαρύνει» τα καθαρά κέρδη, η κερδοφορία των γερμανικών επιχειρήσεων (για παράδειγμα) είναι κατά πολύ μεγαλύτερη από την αντίστοιχη των ελληνικών. Επομένως, είναι λογικό να αυξάνονται τα φορολογικά έσοδα της Γερμανίας και να μειώνονται αυτά της Ελλάδας - όχι μόνο λόγω της αυξημένης κερδοφορίας των γερμανικών εταιρειών ή επειδή η Γερμανία αναπτύσσεται εις βάρος μας (όπως και εις βάρος πολλών άλλων χωρών της ΕΕ), αλλά και απλά σαν αποτέλεσμα του ότι, ό αριθμός των Ελληνικών επιχειρήσεων περιορίζεται διαρκώς. Επίσης, τα εισοδήματα των Γερμανών εργαζομένων είναι υψηλότερα από αυτά των Ελλήνων, οπότε τα περιθώρια φορολόγησης τους είναι κατά πολύ μεγαλύτερα.

(β)  Όσον αφορά τώρα την «ανταποδοτικότητα», εάν οι Πολίτες της χώρας μας δεν επιβαρύνονταν με τόσες δαπάνες υγείας, παιδείας (φροντιστήρια) κλπ, όπως στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, τότε οι δυνατότητες πληρωμής φόρων εκ μέρους τους θα ήταν πολλαπλάσιες. Μία μέση Ελληνική οικογένεια δαπανά ετήσια τουλάχιστον 6.000 € παραπάνω, σε σχέση με πολλές άλλες χώρες της ΕΕ - οπότε οι μισοί από τους 5.000.000 εργαζομένους πληρώνουν άδικα τουλάχιστον 15 δις € για υπηρεσίες, οι οποίες αλλού προσφέρονται δωρεάν από το κράτος. Επομένως, εάν δεν πλήρωναν για αυτές τις υπηρεσίες, θα μπορούσαν να αποδώσουν στο κράτος τουλάχιστον 15 δις € επί πλέον, σε ετήσια βάση (6% επί του ΑΕΠ). Αντίστοιχα, θα μπορούσαν να πληρώσουν παραπάνω και οι ιδιωτικές επιχειρήσεις, εάν δεν υπήρχαν οι γνωστές «υπόγειες» επιβαρύνσεις, οι οποίες συνήθως κατευθύνονται σε κάποιους «δημόσιους λειτουργούς», αντί στα ταμεία του κράτους.

(β)  ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ ΣΥΓΚΡΑΤΗΣΗ ΤΩΝ ΜΙΣΘΩΝ ΤΟΥ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΤΟΜΕΑ

Η μείωση των μισθών του δημοσίου τομέα, την οποία αναλύσαμε παραπάνω, θα ήταν ίσως περιττή, μη επιθυμητή καλύτερα, παρά την «πίεση» των αγορών, εάν ο μέσος όρος τους «ισορροπούσε» με τους αντίστοιχους στον ιδιωτικό τομέα. Όταν όμως είναι τουλάχιστον τριπλάσιος (περί τα 3.000 € μηνιαία, έναντι περίπου 1.000 € του ιδιωτικού), δεν είναι δυνατόν να παραμένει ως έχει, προσφέροντας ένα τέτοιο υπερβολικό «κίνητρο» για την απασχόληση στο δημόσιο -  ενδεχομένως επειδή οι ΔΥ διεθνώς δεν ανταγωνίζονται άμεσα μεταξύ τους. Αν και είμαστε λοιπόν αντίθετοι με τα δραστικά μέτρα και τις τεράστιες περικοπές της Ιρλανδίας, μη διακρίνοντας ακόμη δυνατότητες αύξησης των μισθών στον ιδιωτικό τομέα, οφείλουμε να επιλέξουμε «μονοδρομημένα» τη μείωση των μισθών του δημοσίου.     

Δυστυχώς, ευρισκόμενοι σε (αθέμιτο) ανταγωνισμό με τους «εταίρους» μας, θα πρέπει να «μιμηθούμε» τις μεθόδους τους, παρά το ότι είναι σε μεγάλο βαθμό υπεύθυνες για την υπερχρέωση μας. Οφείλουμε λοιπόν να συγκρατήσουμε τους μισθούς στα υφιστάμενα επίπεδα, όσο χρονικό διάστημα απαιτείται για να μας φτάσουν οι Οικονομίες εκείνες, οι οποίες δεν αύξαναν τους μισθούς ανάλογα με την παραγωγικότητα τους. Με κριτήριο τον εσωτερικό πληθωρισμό μας, ο οποίος υπολογίζεται ότι είναι «σωρευτικά» 25% υψηλότερος σε σχέση με τη Γερμανία, θα έπρεπε ουσιαστικά να διατηρηθούν σταθεροί οι μισθοί (έστω στα επίπεδα του μέσου ευρωπαϊκού πληθωρισμού), για 5 ολόκληρα χρόνια - υπό την προϋπόθεση ότι, οι αντίστοιχοι γερμανικοί θα αυξάνονταν τουλάχιστον κατά 5% σε κάθε επόμενο έτος.

Φυσικά υπάρχει και μία άλλη λύση, η οποία δεν είναι άλλη από την αύξηση της δικής μας παραγωγικότητας, σε σχέση με αυτήν των Βορείων χωρών της Ευρώπης. Η λύση αυτή είναι όμως μη ρεαλιστική, ενώ εξαρτάται από μία σειρά άλλων παραγόντων (κεφάλαια, επενδύσεις κλπ), τους οποίους πολύ δύσκολα μπορούμε να εξασφαλίσουμε κάτω από τις παρούσες συνθήκες. 

(γ)  ΕΞΙΣΟΡΡΟΠΗΣΗ ΤΟΥ ΕΜΠΟΡΙΚΟΥ ΙΣΟΖΥΓΙΟΥ

Όσον αφορά τώρα το τρίτο, το εμπορικό ισοζύγιο, παραθέτουμε τον «Πίνακα ΙΙΙ», ο οποίος εμφανίζει τα μεγέθη του:

ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙΙ: ΑΕΠ, Εξαγωγές, Εισαγωγές, Εμπορικό ισοζύγιο

ΕΤΗ
ΑΕΠ (διw)
Εξαγωγές
Εισαγωγές
Έλλειμμα
Έλλειμμα/ΑΕΠ






2006
213.207
16.647.439
49.123.369
-32.477.334
-15,21%
2007
228.180
17.279.022
53.399.638
-36.122.627
-15,83%
2008
239.141
17.533.146
58.570.121
-41.038.983
-17,15%
Πηγή: ΣΕΒΕ – Διόρθωση ΑΕΠ 2008: Β. Βιλιάρδος

Όπως έχουμε ήδη αναφέρει σε προηγούμενη ανάλυση μας, το εμπορικό ισοζύγιο επηρεάζει ολόκληρη την οικονομική ανάπτυξη μίας χώρας. Όταν επιδεινώνεται, περιορίζεται η εμπορική επιτυχία των επιχειρήσεων – ιδιαίτερα των εξαγωγικών. Ένεκα τούτου, μειώνονται τα φορολογικά έσοδα των κρατών, ειδικά ο φόρος εισοδήματος και ο φόρος μισθωτής εργασίας, ενώ μία χώρα με μικρή εσωτερική αγορά, όπως η Ελλάδα, δεν μπορεί να αντισταθμίσει τις εξαγωγικές της απώλειες.

Με βάση το συγκεκριμένο πίνακα, μία αύξηση των εξαγωγών μας κατά 30% (ποσοστό απόλυτα εφικτό, λόγω του ελάχιστου ύψους τους), σε συνδυασμό με μία μείωση των εισαγωγών κατά επίσης 30% (επίσης εφικτό ποσοστό, αφού είναι δυνατόν να επιτευχθεί με μία καλύτερη καταναλωτική συμπεριφορά μας, η οποία θα βασιζόταν στα ελληνικά προϊόντα – θα πρέπει επομένως να περιορίσουμε τις αγορές μας συνειδητά από τις ξένες αλυσίδες, οι οποίες εισάγουν και πουλούν τα δικά τους καταναλωτικά προϊόντα στην ελληνική αγορά, ενώ εμείς δεν διαθέτουμε αντίστοιχες αλυσίδες στις δικές τους αγορές), θα είχε τα εξής αποτελέσματα (βάση υπολογισμού το 2008):

ΠΙΝΑΚΑΣ IV: ΑΕΠ, Εξαγωγές, Εισαγωγές, Εμπορικό ισοζύγιο (υπόθεση εργασίας)

ΕΤΟΣ
ΑΕΠ (δις)*
Εξαγωγές
Εισαγωγές
Έλλειμμα
Έλλειμμα/ΑΕΠ






2010
245.000
22.819.000
41.000.000
-18.181.000
-7,42%
2011
252.000
29.664.700
28.700.000
964.700
+0,38%
* Λόγω κατά 5&7 δις αύξησης εξαγωγών (εκτίμηση ΑΕΠ 2009 στα 240 δις) - Β. Βιλιάρδος

Η επίτευξη και η διατήρηση ενός σχετικού ρυθμού αύξησης των εξαγωγών μας, θα μπορούσε να εξασφαλισθεί από τη συγκράτηση των μισθών και την επιδότηση των θέσεων εργασίας των εξαγωγικών μας ειδικά επιχειρήσεων - για το ποσοστό των εξαγωγών τους που θα υπερέβαινε το αντίστοιχο του προηγουμένου έτους. Εάν η επιδότηση ήταν του ύψους του 20% επί του επί πλέον εξαγωγικού τζίρου τους, η επιβάρυνση των δαπανών μας θα ήταν περίπου 1 δις € ανά 5 δις € «εξαγωγικής προόδου» - θα κάλυπτε την ανατίμηση του «Ελληνικού Ευρώ» (μειωμένη ανταγωνιστικότητα των ελληνικών προϊόντων) και δεν θα επιβάρυνε δυσανάλογα τον προϋπολογισμό μας, αφού η ωφέλεια στα δημόσια έσοδα θα ήταν περίπου αντίστοιχη.

Όπως φαίνεται από τον «Πίνακα V» που ακολουθεί, το πρόβλημα της Οικονομίας μας δεν είναι (συγκριτικά) οι εισαγωγές, αφού σε όρους ΑΕΠ είναι χαμηλότερες από τις άλλες ελλειμματικές χώρες (με εξαίρεση την Ισπανία), αλλά οι εξαγωγές μας, οι οποίες είναι χαμηλότερες ακόμη και από αυτές της Πορτογαλίας (50%). Επομένως, η αύξηση κατά 30% που αναφέραμε παραπάνω είναι σχεδόν μηδαμινή, αφού θα μπορούσαν τουλάχιστον να διπλασιαστούν – με εξαιρετικά θετικά αποτελέσματα για το σύνολο της Οικονομίας μας.   

ΠΙΝΑΚΑΣ V: Βασικοί οικονομικοί δείκτες (2007, ΑΕΠ-Προϋπολογισμός-Ταμείο-Εξαγωγές-Εισαγωγές-Εμπορικό Ισοζύγιο, Εξωτερικό χρέος σε δις $, f.o.b.)

Δείκτες
Ισπανία
Ελλάδα
Ιρλανδία
Πορτογαλία
Ισλανδία






ΑΕΠ*
1.153,00
237,90
219,70
184,20
14,52
Εξαγωγές
248,30
25,76
124,80
50,72
4,57
Εισαγωγές
359,10
79,92
90,35
72,19
5,78
Εμπορικό Ισοζύγιο
-110,08
-54,16
34,45
-21,47
-1,21
Εξαγωγές / ΑΕΠ
21,50%
10,82%
56,80%
27,53%
31,47%
Εισαγωγές / ΑΕΠ
31,14%
33,59%
41,12%
39,19%
39,80%
*  PPP σε $ (Purchasing power parity): Σε αγοραστική αξία  Πηγή: iq Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

(δ)  ΕΘΝΙΚΕΣ ΕΤΑΙΡΕΙΕΣ

Ο πίνακας που ακολουθεί εμφανίζει τις εταιρείες που ανήκουν στο Ελληνικό Δημόσιο (σε όλους εμάς δηλαδή), με μία σημερινή εκτίμηση της αξίας τους, προσαυξημένη κατά 20%:
  
ΠΙΝΑΚΑΣ VI: Αποτίμηση της αξίας του μεριδίου των μετοχών της Ελλάδας στις εισηγμένες εταιρείες, Ιανουάριος 2010

Εταιρείες
Ποσοστό συμμετοχής Δημοσίου
Αξία σε εκ. €



Καζίνο Κέρκυρας (1)
100,00%
8,00
Καζίνο Πάρνηθας (2)
51,00%
200,00
ΔΕΠΑ (3,4)
65,00%
325,00
ΔΕΣΦΑ (3,4)
65,00%
650,00
Ελληνικές Αλυκές
55,00%
7,00
Α/Φ Α340-300
100,00%
100,00
ΛΑΡΚΟ
56,20%
0,00
Εθνική Τράπεζα
0,50%
54,00
Alpha Bank
0,60%
27,00
Τράπεζα Πειραιώς
2,50%
67,00
Τράπεζα Αττικής
39,00%
163,00
Αγροτική Τράπεζα
77,00%
1.365,00
ΟΛΠ
74,00%
278,00
ΟΛΘ
74,00%
111,00
ΕΥΔΑΠ (5)
61,00%
440,00
ΕΥΑΘ (5)
74,00%
152,00
ΟΠΑΠ
34,00%
1.627,00
ΚΑΕ
2,80%
9,00
ΔΕΗ
51,00%
1.585,00
ΕΛΠΕ
35,50%
888,00
Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο
34,00%
429,00
ΔΑΑ (3)
55,00%
550,00
Λοιπή περιουσία σε μη χρήση
100,00%
100,00
ΕΛΤΑ (3)
90,00%
9000



ΓΕΝΙΚΟ ΣΥΝΟΛΟ

9.224,00



Άλλα περιουσιακά στοιχεία
Ποσοστό συμμετοχής  δημοσίου
Αξία σε εκ. €



Περιφερειακοί αερολιμένες
100,00

HELEXPO
100,00

ETA
100,00

Ακίνητη «ολυμπιακή» περιουσία
100,00

ΚΕΔ
100,00

ΟΣΕ
100,00

ΟΔΙΕ
100,00




1= Τιμή συμφωνημένης συναλλαγής


2,3 = Αποτίμηση Συμβούλου


4 =  1,5 δις 1/3 ΔΕΠΑ, 2/3 ΔΕΣΦΑ


5 = Αποτίμηση Χρηματ. + 20%


Πηγή: Υπουργείο Οικονομικών, ΠΣΑ 2010                                      Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

Προφανώς, σε μία καλύτερη οικονομική συγκυρία, η αποτίμηση των εισηγμένων θα ήταν σχεδόν διπλάσια (περί τα 18 δις €), ενώ η σημερινή αξία τους (9 δις €) δεν φτάνει ούτε καν για την αποπληρωμή των ετήσιων τόκων του δημοσίου χρέους (12 δις €) – γεγονός που ενισχύει τη θέση μας, σχετικά με το ότι είναι απαράδεκτη ακόμη και η σκέψη πώλησης τους (πόσο μάλλον όταν τα έσοδα από τις προηγούμενες «αποκρατικοποιήσεις» είναι άγνωστο που οδηγήθηκαν, ενώ δεν μείωσαν καθόλου το δημόσιο χρέος μας). Φυσικά θα μπορούσαν να εισαχθούν και οι υπόλοιπες, ενώ ταυτόχρονα θα ήταν εφικτό να γίνει «εκμεταλλεύσιμη» ολόκληρη η ακίνητη περιουσία του δημοσίου.

Εάν λοιπόν δεχθούμε ότι το ελληνικό δημόσιο θα έχει επενδύσεις ύψους 30 δις € σε επιχειρήσεις, με μία ορθολογική «επενδυτική» στρατηγική θα μπορούσε να επιτύχει ετήσια απόδοση ίση με το 10% του επενδυμένου κεφαλαίου – ήτοι περί τα 3 δις €, «μεγεθύνοντας» αντίστοιχα τα έσοδα του. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι βέβαια η κερδοφόρα λειτουργία όλων των δημοσίων επιχειρήσεων, μη εξαιρουμένου του ΟΣΕ - για τον οποίο απαιτείται δραστική αύξηση των εισιτηρίων, τουλάχιστον στα επίπεδα άλλων ευρωπαϊκών χωρών (για τις εισοδηματικά ασθενείς τάξεις είναι πιο ορθολογική η απ’ ευθείας στήριξη τους, με ειδικές κάρτες διαδρομών κλπ).    

(ε)  ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ

Όσον αφορά την ευρωπαϊκή βοήθεια στα προγράμματα δημοσίων επενδύσεων, διαπιστώνουμε ότι είμαστε υποχρεωμένοι κάθε φορά να συμμετέχουμε με ίδια μέσα (δαπάνες), τα οποία επιβαρύνουν τα δημόσια οικονομικά μας. Διαχρονικά λοιπόν έχουμε και εδώ μεγάλα ελλείμματα, αφού οι δαπάνες μας είναι υπερδιπλάσιες των ποσών που λαμβάνουμε ενισχυτικά από την Ε.Ε. Ακόμη περισσότερο αφού, όπως γνωρίζουμε από την πράξη, στην κατασκευή των έργων συμμετέχουν συνήθως ξένες εταιρείες (ευρωπαϊκές), οι οποίες εισπράττουν πίσω (στις χώρες τους), αυτά που μας προσφέρει η Ε.Ε. Ο πίνακας που ακολουθεί είναι χαρακτηριστικός:

ΠΙΝΑΚΑΣ VII: Πρόγραμμα Δημόσιων Επενδύσεων (σε εκ. €)

Τομείς
2008
2009
2010




Εισροές ΕΕ (έσοδα)
4.668,00
2.106,00
3.710,00
Ίδια Έσοδα
350,00
200,00
150,00




Δαπάνες
9.624,00
9.500,00
10.300,00




Έλλειμμα
-4.607,00
-7.194,00
-6.440,00
Πηγή: Υπουργείο Οικονομικών, Προϋπολογισμός                             Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
2009 εκτιμήσεις – 2010 προβλέψεις

Κατά την άποψη μας λοιπόν, θα ήταν προτιμότερο να «αποσυρθούμε» από τις εισροές των κοινοτικών κονδυλίων, εξοικονομώντας με αυτόν τον τρόπο περί τα 7 δις € ετήσια (2009). Σε κάθε περίπτωση, μας εντυπωσιάζει πραγματικά το γεγονός ότι, παρά το τεράστιο ύψος του ελλείμματος μας και την «απαίτηση» των αγορών για μείωση του, η ΕΕ δεν μας προτείνει το μηδενισμό του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων, το οποίο θα εξοικονομούσε αμέσως «πόρους» 7 δις € ή 2,92% επί του ΑΕΠ - χωρίς ιδιαίτερες προσπάθειες εκ μέρους μας.   

Ειδικά όσον αφορά το ΕΣΠΑ, τα ευρωπαϊκά προγράμματα ενίσχυσης του ιδιωτικού τομέα δηλαδή, εάν θελήσει κανείς να επενδύσει για παράδειγμα 100.000 €, θα πρέπει εν πρώτοις να προκαταβάλλει ολόκληρο το ποσόν, περιμένοντας να εισπράξει αργότερα κάποιο μέρος του. Σε μία χώρα όμως με πολύ περιορισμένα ιδιωτικά κεφάλαια προς επένδυση (το μεγαλύτερο μέρος τους είναι επενδυμένο σε ακίνητα, από τα οποία δεν θα ήταν σκόπιμο σήμερα να αποσυρθούν κεφάλαια - αφού ο κίνδυνος πτώσης των τιμών των ακινήτων θα ήταν τότε τεράστιος), οι δυνατότητες απορρόφησης τέτοιων «κονδυλίων» είναι εξαιρετικά περιορισμένες.

Επομένως, είναι εύλογο ότι, το συγκεκριμένο πρόγραμμα της ΕΕ μπορεί να βοηθήσει μόνο τις εισοδηματικά ισχυρές Οικονομίες – γεγονός που φυσικά συμβαίνει στην πράξη, ξανά εις βάρος των ελλειμματικών χωρών και υπέρ της αποβιομηχανοποίησης τους (-45% οι βιομηχανικές επενδύσεις μας το 2009).     

ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΤΙΚΑ ΜΕΓΕΘΗ

Ο «Πίνακας VIIΙ» που ακολουθεί συμπεριλαμβάνει όλες τις παραπάνω «προτάσεις» των αγορών, τα αποτελέσματα των οποίων φαίνονται (συγκεντρωτικά και επί μέρους) στην τρίτη στήλη του (υποθετική διαφοροποίηση για το 2011). Με κριτήριο αυτές τις δυνατότητες μας, φαίνεται καθαρά ότι δεν υπάρχει κανένας απολύτως λόγος να χρεοκοπήσουμε, καθώς επίσης ότι μπορούμε να εξέλθουμε με πλεονεκτήματα από τη δημοσιονομική μας κρίση – όχι όμως μόνοι μας, όπως θα δούμε στη συνέχεια, αφού δεν έχει λογική το να επιβαρυνθούμε με «αλλότρια» σφάλματα και με σκόπιμες παραλείψεις.    

ΠΙΝΑΚΑΣ VIII: Ο ετήσιος προϋπολογισμός μας (Εκτιμήσεις 2009)

Λογαριασμοί
2009
Διαφοροποίηση (2011)



Καθαρά έσοδα
49.250,00
*52.250,00



Δαπάνες
71,438,00
**59.638,00



Έλλειμμα Π.Δ.Ε.
-7.194,00
0,00



Έλλειμμα κεντρικής κυβέρνησης
-29.372,00
-7.388,00



ΑΕΠ
240.150,00
***252.000,00



Έλλειμμα % ΑΕΠ****
12,23%
****2,93%
Πηγή: Υπουργείο Οικονομικών  Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
ΠΔΕ= Πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων – μηδενισμός τους
*    Μέσω αύξησης κερδών δημοσίων επιχειρήσεων κατά 3 δις € 
**  Μέσω μείωσης μισθών ΔΥ κατά 7 δις € (περιθώριο η μείωση των ασφαλίστρων) και λοιπών δαπανών κατά 4,8 δις €
*** Μέσω αύξησης των εξαγωγών      **** Κάτω από το 3% που απαιτεί το ΠΣΑ

ΟΙ ΔΙΚΕΣ ΜΑΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗΝ Ε.Ε. 

Η συνεργασία μας με την ΕΕ, καθώς επίσης η πιστή εφαρμογή εκ μέρους μας ενός προγράμματος σταθερότητας (το οποίο είναι εφικτός στόχος υπό προϋποθέσεις, όπως αναλύσαμε παραπάνω), δεν μπορεί να εμπεριέχει μόνο υποχρεώσεις, χωρίς να συνοδεύονται από κάποιες, εύλογες φυσικά, «απαιτήσεις».

Περεταίρω, η δυνατότητα ορθολογικής μείωσης των δαπανών μας, με χρεολύσια 29,14 δις € και με τόκους 12,34 δις € (εκτιμήσεις 2009), είναι σχεδόν αμελητέα «ταμειακά» (η κερδοφορία και η ρευστότητα είναι δύο εντελώς διαφορετικές έννοιες), αφού ακόμη και αν οι δαπάνες περιορίζονταν στα 60 δις €, τα τοκοχρεολύσια θα ήταν 41 δις € - ήτοι το 68% των δαπανών ή το 82% των εσόδων (υποθέτουμε ότι τα μεγέθη αυτά είναι κατά πολύ χαμηλότερα στη Γερμανία). Επομένως, είναι αδύνατον να ξεφύγουμε από την «παγίδα του χρέους» βραχυπρόθεσμα μόνοι μας, ακόμη και αν κάναμε όλες τις παραπάνω «αιματηρές οικονομίες».

Για να αξίζει λοιπόν η προσπάθεια μας, θα πρέπει να βοηθηθούμε ενεργά από την Ε.Ε. (αρκετά χρόνια τώρα οι βόρειες χώρες αναπτύχθηκαν εις βάρος μας – είναι καιρός να μας επιστρέψουν τις «διευκολύνσεις» που τους παρείχαμε), σε πολλούς διαφορετικούς τομείς, μεταξύ των οποίων τους παρακάτω:

(α)  Αύξηση της εσωτερικής κατανάλωσης των πλεονασματικών χωρών, από τις αποταμιεύσεις και τις μισθολογικές αναπροσαρμογές τους, κυρίως σε προϊόντα ευρωπαϊκής παραγωγής (γεωργικά, τουρισμός, ένδυση κλπ).

(β)  Πληθωριστική υποτίμηση του κοινού νομίσματος, τουλάχιστον κατά 5% ετησίως (μέσω μισθολογικών αυξήσεων των πλεονασματικών χωρών κλπ), έτσι ώστε να αμβλύνονται σταδιακά τα δημόσια χρέη των ελλειμματικών χωρών.

(γ)  Αναχρηματοδότηση εξ ολοκλήρου των ελλειμματικών χωρών από ένα Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο, με ειδικό επιτόκιο ύψους 2% (απεξάρτηση από τους διεθνείς τοκογλύφους και τις αξιολογήσεις «τύπου Moody’s»). Αυτό θα σήμαινε για την Ελλάδα, με δημόσιο χρέος 300 δις €, ετήσιους τόκους 6 δις € αντί 12 δις € (επιτόκιο 2%) και χρεολύσια 10 δις € ετησίως (εξόφληση χρέους σε λιγότερο από 30 έτη). Τα «μεγέθη» αυτά είναι τόσο εφικτά, όσο και λογικά για την Οικονομία μας, αφού θα αποτελούσαν το 6,7% επί του ΑΕΠ ή το 26,7% επί των δαπανών (60 δις €) σε τοκοχρεολύσια ετησίως (αντί 17% και 68%). Φυσικά θα έπρεπε τότε να σταματήσουμε εντελώς να δανειζόμαστε εκ νέου.

(δ)  Ειδικός φόρος επί του τζίρου των πολυεθνικών εταιρειών πανευρωπαϊκά, έτσι ώστε να καταπολεμάται η φοροαποφυγή τους, καθώς επίσης η αδυναμία των ελλειμματικών χωρών να επεκταθούν με επιχειρήσεις τους στις διεθνείς αγορές. Άλλωστε, οι πολυεθνικές «χρησιμοποιούν» σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό τα δημόσια έργα, όπως και πολλά άλλα - στα οποία επενδύει φορολογικά έσοδα η Πολιτεία.     

(ε)  Βιομηχανικές επενδύσεις και μεταφορά Know How από τις πλεονασματικές προς τις ελλειμματικές ευρωπαϊκές χώρες - όχι προς την Ασία, όπως συμβαίνει σήμερα.

(ζ)  Συμμετοχή, μέσω της Κομισιόν, στα εξοπλιστικά προγράμματα που αφορούν την προστασία των συνόρων της Ε.Ε. (πόσο μάλλον αφού οι ευρωπαϊκές βιομηχανίες μας πουλούν τα αμυντικά τους όπλα) και, τέλος,

(η)  Συμμετοχή στο κόστος προστασίας των συνόρων από τη λαθρομετανάστευση, καθώς επίσης στις δαπάνες «κοινωνικής πρόνοιας» όλων όσων καταφέρνουν να εισέλθουν εντός των χωρών της Ε.Ε.

Ασφαλώς υπάρχουν και άλλοι τομείς, στους οποίους θα έπρεπε να εξασφαλισθεί η αλληλεγγύη των χωρών της Ευρώπης, πριν ακόμη ληφθούν τα επώδυνα, αλλά αναγκαία ίσως μέτρα περιορισμού των ελλειμμάτων και των χρεών μας. Σε κάθε περίπτωση όμως, εάν η Ελλάδα δεν ενισχυθεί ουσιαστικά και χωρίς καμία καθυστέρηση από την ΕΕ, κινδυνεύει στην κυριολεξία να λεηλατηθεί από τις απρόσωπες «αγορές» - συμπαρασύροντας μαζί της ολόκληρο το Ευρωπαϊκό Οικοδόμημα. Ο κίνδυνος είναι κάτι παραπάνω από ορατός, ενώ είναι εύλογο ότι δεν θα πρέπει να μείνει με «σταυρωμένα χέρια», περιμένοντας υπομονετικά την καταστροφή της και αποδεχόμενη να αποτελέσει το εξιλαστήριο θύμα της γερμανικής «ειρηνικής διείσδυσης» - την ιδανική δηλαδή χώρα, για τον παραδειγματισμό των υπολοίπων κρατών της Ευρωζώνης (άρθρο μας).  

Ας μην ξεχνάμε ότι οι Η.Π.Α. (ανάλυση μας «Στο μάτι του κυκλώνα»), αντιμετωπίζουν πλέον σαν έναν πλούσιο, απροστάτευτο, «μη συνεκτικό χώρο» την Ευρωζώνη, ενώ έχουν τοποθετήσει έντεχνα έναν επικίνδυνα «αποσταθεροποιητικό ιό» εντός της - υποβαθμίζοντας μεθοδικά την Ελλάδα και στοχεύοντας έμμεσα μεγαλύτερες, αλλά όχι λιγότερο προβληματικές Ευρωπαϊκές Οικονομίες (Ισπανία, Ιταλία κλπ). Γνωρίζοντας επί πλέον ότι, ο ισχυρότερος εξαγωγικός ανταγωνιστής της ηγετικής Γερμανίας είναι η Κίνα, ενώ ταυτόχρονα η βασική εξαγωγική αγορά της ίδιας χώρας είναι η Ευρώπη των 26 (το 70% των εξαγωγών της), πιθανότατα επέλεξαν (Η.Π.Α.) να τοποθετήσουν τους δύο μεγάλους οικονομικούς αντιπάλους τους «εχθρικά απέναντι», έτσι ώστε να εξασφαλίσουν το χρόνο «εξυγίανσης» που απαιτεί η δική τους Οικονομία.

Ίσως λοιπόν η Ελλάδα να υποχρεωθεί σε άλλες λύσεις, εάν η ΕΕ δεν την βοηθήσει στην επίλυση των προβλημάτων της - με αποτέλεσμα πολύ σύντομα να αποκτήσει η Γερμανία έναν πανίσχυρο ανταγωνιστή στην Ευρώπη των 26 «πελατών» της, καθώς επίσης να «καταρρεύσει» απότομα το Ευρωπαϊκό Οικοδόμημα. Άλλωστε η αποδυναμωμένη Ελληνική «βιομηχανία» (Γεωργία, Τουρισμός, Ναυτιλία), πιθανόν να «ταιριάζει» καλύτερα στο «λευκό ιππότη» της Ανατολής, ο οποίος ενδεχομένως είναι προτιμότερος από τον άπληστο, ψυχρό και κυριαρχικό «μαύρο ιππότη» του Βορά.

Όπως φαίνεται, τα ευρωπαϊκά ΜΜΕ έχουν κατανοήσει τον τεράστιο κίνδυνο, αφού αναφέρονται στον Ελληνικό «Δούρειο Ίππο» και στην πιθανότητα να εξαγοράσει η Κίνα «πολιτική επιρροή» εντός της Ευρωζώνης (όπως έχει κάνει ήδη αλλού), αποκτώντας τα «αδιάθετα ομόλογα» του Ελληνικού δημοσίου. Πολύ περισσότερο αφού υποστηρίζουν ότι, η ίδια η Ευρώπη άνοιξε την «κερκόπορτα» στην Κίνα, αφήνοντας ανυπεράσπιστη την Ελλάδα - έρμαιο καλύτερα στην απληστία των διεθνών «αγορών».

Ας ελπίσουμε λοιπόν ότι θα το καταλάβει σύντομα και η ίδια η Ευρώπη (εάν δεν το έχει ήδη καταλάβει - γεγονός που θα επεξηγούσε καλύτερα την πρόσφατη αλλαγή του τρόπου αντιμετώπισης της χώρας μας από την ΕΚΤ/Κομισιόν), πριν ακόμη αποδειχθεί ότι είναι πολύ αργά για το κοινό μέλλον όλων των χωρών-μελών της.   


Βασίλης Βιλιάρδος (copyright)-- Ο κ. Β. Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου
 http://www.casss.gr/PressCenter/Articles/1674.aspx



ΙΙ
Η ΕΥΡΩΠΗ ΣΤΙΣ ΦΛΟΓΕΣ: Η μαζική επίθεση των κερδοσκόπων στην Ελλάδα, οι δέκα μεγαλύτεροι πιστωτές της, καθώς επίσης αναφορές στην Ισπανία, στην Πορτογαλία, στην Ιρλανδία, στην Ιταλία, στη Γερμανία και στη Γαλλία

Η δημιουργία μίας αποτελεσματικής διακρατικής ένωσης οφείλει να ακολουθεί μία συγκεκριμένη πορεία, η οποία να την οδηγεί μεθοδικά από την αρχή έως το τέλος. Εάν τα βήματα που τυχόν επιλεχθούν δεν είναι «ορθολογικά», είναι εμφανές ότι συνοδεύονται από δυσανάλογους κινδύνους και απειλές, οι οποίες πολύ δύσκολα μπορούν να «αναχαιτισθούν» με επιτυχία. Στην περίπτωση τώρα που το σημερινό, «αιμοβόρο» Κεφάλαιο τις εντοπίσει, πόσο μάλλον εάν στοιχηματίσει στην αδυναμία αντιμετώπισης τους, διαπιστώνοντας ότι η ευκαιρία είναι πολλαπλάσια του κινδύνου, επιταχύνεται σε τέτοιο βαθμό η «αποσύνθεση» που είναι πλέον αδύνατον να αποφευχθεί.

Όσον αφορά την Ευρωζώνη, την πρώτη ουσιαστικά διακρατική ένωση ελευθέρων κρατών, φαίνεται ότι η αντίστροφη πορεία που ακολουθήθηκε (η νομισματική ένωση δηλαδή που προηγήθηκε της πολιτικής και δημοσιονομικής), ήταν εντελώς εσφαλμένη. Η σημερινή «δομή» της, ευρισκόμενη αντιμέτωπη με την παγκόσμια οικονομική κρίση και το διεθνές, άπατρις Κεφάλαιο (άρθρο μας: Ο ΚΥΡΙΑΡΧΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΠΑΝΤΟΣ: Οι ανεξέλεγκτες χρηματαγορές και οι «πολυηπειρωτικές» πλέον υπερεπιχειρήσεις, είναι οι δύο συνισταμένες μίας «ύπουλης» ασθένειας η οποία, με τη βοήθεια των δημοσιονομικών κρίσεων, τείνει να εξελιχθεί σε μία παγκόσμια, θανατηφόρο επιδημία  13/1/2010), αδυνατεί να ανταπεξέλθει - πόσο μάλλον να αμυνθεί απέναντι στον μονοπωλιακό καπιταλισμό των Η.Π.Α. ή στον απολυταρχικό καπιταλισμό της Κίνας.       

Αναμφίβολα, το σημαντικότερο, το εγγενές καλύτερα «σφάλμα» της Ευρωζώνης είναι η έλλειψη συνοχής και αλληλεγγύης των κρατών που την συναποτελούν, γεγονός που διαπιστώθηκε μετά το ξέσπασμα της δημοσιονομικής κρίσης στην Ελλάδα (άρθρο μας: Η ΚΡΙΣΗ ΤΩΝ ΚΡΙΣΕΩΝ: Η αναμενόμενη δημοσιονομική κρίση πλήττει πρώτα τη χώρα μας, καθιστώντας την ανυπεράσπιστο στόχο των κερδοσκόπων και ωρολογιακή βόμβα μεγάλης ισχύος στα θεμέλια της Ευρωζώνης.  12/12/2009 ). Έχοντας αυτήν την άποψη, θεωρούμε ότι εάν δεν επιλυθεί άμεσα το πρόβλημα της χώρας μας, θα καταρρεύσει μέσα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα ολόκληρο το Ευρωπαϊκό Οικοδόμημα. Ο μεγαλύτερος χαμένος ενός τέτοιου ενδεχομένου δεν θα είναι η Ελλάδα, όπως ίσως φαίνεται εξωτερικά αλλά, κυρίως, τα δύο μεγάλα «θωρηκτά» της Ευρωζώνης: η Γερμανία και η Γαλλία.  

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΑ

Αναλυτικότερα, παρά το ότι η πρώτη «εστία» της πυρκαγιάς εμφανίστηκε στην Ελλάδα, εμείς τουλάχιστον θεωρούμε ότι είναι η χώρα με τα λιγότερα οικονομικά προβλήματα της Ευρώπης. Χωρίς κάτι τέτοιο να σημαίνει ότι είναι «αμελητέα», έχουμε την τεκμηριωμένη άποψη πως είναι απολύτως «επιλύσημα», κυρίως επειδή εντοπίζονται σχεδόν αποκλειστικά στην κακή λειτουργία του δημοσίου τομέα της – με τον ιδιωτικό τομέα να έχει σχετικά ελάχιστα προβλήματα. Η Ελλάδα δεν έχει (ακόμη) τραπεζικό πρόβλημα, οι τιμές των ακινήτων δεν θεωρούνται υπερβολικές, τα νοικοκυριά δεν είναι υπερχρεωμένα και η απασχόληση δεν έχει πληγεί σε μεγάλο βαθμό – πάντοτε συγκριτικά με τις άλλες «δυτικές» χώρες.

Το σημαντικότερο πρόβλημα της χώρας μας δεν είναι το τεράστιο δημόσιο χρέος ή το έλλειμμα, επειδή το πρώτο θα μπορούσε να αναχρηματοδοτηθεί υπό ομαλές συνθήκες, ενώ το δεύτερο να καταπολεμηθεί πολύ εύκολα, αφού υφίστανται πολύ μεγάλα περιθώρια μείωσης του. Ο περιορισμός της κρατικής σπατάλης, η μείωση των υπολοίπων δαπανών του δημοσίου, η ελαχιστοποίηση των δημοσίων έργων, καθώς επίσης ο μηδενισμός των εξοπλιστικών προγραμμάτων, θα μπορούσαν όχι μόνο να εξισορροπήσουν το έλλειμμα, αλλά ακόμη και να το μετατρέψουν σε πλεόνασμα, λειτουργώντας «αφαιρετικά» στο χρέος.

Εάν δε όλα αυτά τα «μέτρα» συνδυάζονταν με την αύξηση των εξαγωγών μας, οι οποίες έτσι θα λειτουργούσαν εξισορροπητικά στη μείωση της εσωτερικής κατανάλωσης που θα «προκαλούσε» η εξοικονόμηση πόρων, τότε το ΑΕΠ μας θα παρέμενε τουλάχιστον σταθερό - με εξαιρετικά ευεργετικά αποτελέσματα για το μέλλον της χώρας μας.

Σε κάθε περίπτωση, ο κίνδυνος χρεοκοπίας (άρθρο μας: ΚΡΑΤΙΚΗ ΠΤΩΧΕΥΣΗ: Οι βασικές αιτίες της χρεοκοπίας ενός κράτους, τα αποτελέσματα της για τους πιστωτές, τον κρατικό μηχανισμό, την οικονομία και τους πολίτες της χώρας, οι διάφοροι μέθοδοι αποφυγής της, οι λανθασμένοι χειρισμοί, ιστορικά παραδείγματα κρατικών πτωχεύσεων και οι δείκτες μέτρησης-αξιολόγησης του κινδύνου της χρεοκοπίας ενός κράτους  20/11/2009 ), «μετρείται» κυρίως από τη σχέση των ετήσιων τόκων και των δημοσίων εσόδων.

Εάν δηλαδή οι τόκοι που πληρώνει το δημόσιο για τα δάνεια του ξεπερνούν το 33% των εσόδων του, η κατάσταση του θεωρείται κρίσιμη – πλησιάζει επικίνδυνα τη χρεοκοπία, όταν ξεπερνούν το 40%. Η Ελλάδα πληρώνει σήμερα ετήσιους τόκους 12 δις €, έχοντας συνολικά έσοδα (προϋπολογισμός 2010) περί τα 53 δις €. Επομένως, το ποσοστό των τόκων σε σχέση με τα έσοδα της είναι 22,64% - πολύ λιγότερο από το κρίσιμο 33%.

Βέβαια, εάν υποθέσουμε ότι για το σύνολο του χρέους της η Ελλάδα θα πληρώνει 6%, με βάση το επιτόκιο που «εκβιάζουν» σήμερα οι κερδοσκόποι, τότε οι τόκοι θα ανερχόταν θεωρητικά στα 18 δις € (με δημόσιο χρέος 300 δις €) - οπότε στο 33,96% των εσόδων. Φυσικά κάτι τέτοιο θα μπορούσε να συμβεί μετά από αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα, αφού η συνολική «αναχρηματοδότηση» του υφιστάμενου χρέους απαιτεί την πάροδο αρκετών ετών (με τα χρεολύσια στα 30 δις € και με νέο χρέος ανάλογο του μελλοντικού ελλείμματος, ήτοι περί τα 20 δις €, θα διαρκούσε κάπου πέντε χρόνια).  

Επομένως, ο «φυσιολογικός» κίνδυνος χρεοκοπίας δεν αφορά σε καμία περίπτωση το άμεσο μέλλον – επίσης, δεν θα ήταν αποτέλεσμα μόνο του ύψους των δημοσίων χρεών, ακόμη και αν το επιτόκιο διαμορφωνόταν στο 6%. Πόσο μάλλον όταν το εξωτερικό χρέος της Ελλάδας (ιδιωτικό και δημόσιο) είναι πολύ χαμηλότερο από πολλές άλλες χώρες – γεγονός που αποδεικνύει ότι ο ιδιωτικός τομέας της χώρας, τα νοικοκυριά δηλαδή και οι επιχειρήσεις, όχι μόνο δεν είναι πολύ χρεωμένος, αλλά μάλλον αρκετά υγιής. Όσον αφορά δε τη φορολογία, η οποία υπολείπεται κατά 5% της Γερμανίας (σε σχέση με το ΑΕΠ), θεωρούμε ότι είναι ανάλογη, αν όχι πολύ υψηλότερη, της περιορισμένης ανταποδοτικότητας του Ελληνικού δημοσίου (παιδεία, ιατρική περίθαλψη), συγκριτικά με το Γερμανικό.    

Στον πίνακα που ακολουθεί, αναγράφονται τα εξωτερικά χρέη (2007 σε $) μερικών επιλεγμένων Ευρωπαϊκών χωρών. Στην τελευταία στήλη, αναφέρεται η σχέση μεταξύ ΑΕΠ και εξωτερικού χρέους, από την οποία διαπιστώνεται τόσο το τεράστιο πρόβλημα της Μεγάλης Βρετανίας, όσο και μία από τις «ιδιαιτερότητες» της χώρας μας – το χαμηλότερο «άνοιγμα» της δηλαδή στο εξωτερικό:

ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Εξωτερικό χρέος σε σχέση με το ΑΕΠ

ΧΩΡΕΣ
Α.Ε.Π.*
ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ ΧΡΕΟΣ
ΕΞ. ΧΡΕΟΣ/ΑΕΠ




Γερμανία
3,024 τρις
4,489 τρις
1,48
Μ. Βρετανία
2,472 τρις
10,45 τρις
4,22
Ολλανδία
644,4 δις
2,28 τρις
3,53
Αυστρία
328,4 δις
752,5  δις
2,29
Δανία
268,8 δις
492,6 δις
1,83
Ελλάδα
237,9 δις
371,5 δις
1,56
* 2007 σε δις $ , f.o.b.       Πληροφορίες: ip     Πίνακας : Β. Βιλιάρδος  (σε $)
       
Συνεχίζοντας, το σημαντικότερο πρόβλημα της Ελλάδας είναι η εξασφάλιση της βραχυπρόθεσμα απαιτούμενης ρευστότητας, με την οποία θα μπορούσαν να χρηματοδοτηθούν τόσο οι τοκοχρεωλυτικές δόσεις των δανείων της, όσο και κάποια μέτρα στήριξης της Οικονομίας της - έως ότου αποδώσουν οι προσπάθειες μείωσης του ελλείμματος της. Δυστυχώς, η έλλειψη αλληλεγγύης που επέδειξαν οι «εταίροι» της, όχι μόνο επιδείνωσε τα μέγιστα τις δυνατότητες δανεισμού της αλλά, κατά πολύ χειρότερα, την κατέστησαν στόχο:

(α)  των διεθνών κερδοσκόπων, οι οποίοι θεώρησαν ότι ανακάλυψαν μία τεράστια ευκαιρία αύξησης των εσόδων τους και

(β)  του Αγγλοσαξονικού καπιταλιστικού «μοντέλου», το οποίο βρήκε την κατάλληλη ευκαιρία να επιλύσει τα εσωτερικά προβλήματα της Οικονομίας του, μέσω μίας εκτεταμένης και συντονισμένης, μίας μαζικής καλύτερα επίθεσης εναντίον της ζώνης του Ευρώ - αφού η Κίνα αποτελεί όχι μόνο το μελλοντικό «Ελντοράντο» του Κεφαλαίου, αλλά και έναν εξαιρετικά πιο ισχυρό αντίπαλο, κυρίως λόγω της συνοχής και του απολυταρχικά καπιταλιστικού συστήματος της (άρθρο μας: ΣΤΟ ΜΑΤΙ ΤΟΥ ΚΥΚΛΩΝΑ: Η Ελλάδα στο επίκεντρο της αμερικανό-ευρωπαϊκής διαμάχης, τα σφάλματα μας, οι «αλλότριες» ευθύνες και ο υπερπληθωρισμός ομολόγων, ο οποίος φαίνεται να εξελίσσεται σε μία καταστροφική πανδημία  23/1/2010 ).  

Έτσι λοιπόν η Ελλάδα κινδυνεύει να χρεοκοπήσει κυρίως από τη μαζική επίθεση των διεθνών κερδοσκόπων, παρά από τα οικονομικά της προβλήματα - στην επίθεση δε αυτή συμμετέχουν παραδόξως όλες εκείνες οι τράπεζες, οι οποίες αγόραζαν στο παρελθόν τα ομόλογα της. Σύμφωνα με τους διεθνείς αναλυτές, περί τα 12 μεγάλα τραπεζικά ιδρύματα, μεταξύ των οποίων η Goldman Sachs, η JP Morgan, η Credit Suisse, η UBS, η Societe Generale, η BNP Paribas και η Deutsche Bank, αγοράζουν μαζικά CDS – δηλαδή, ασφάλιστρα κινδύνου για την περίπτωση που η Ελλάδα δεν θα μπορεί να εξοφλήσει τα χρέη της και θα χρεοκοπήσει. Λόγω των μαζικών αυτών αγορών, οι τιμές των συγκεκριμένων CDS εκτοξεύονται στα ύψη, αφού η ασφάλεια ύψους 10 εκ. € ελληνικών χρεών αυξήθηκε κατά 100.000 € μέσα σε ένα μήνα (από τον Ιανουάριο στο Φεβρουάριο).

«Στην περίπτωση μίας χρεοκοπίας», σύμφωνα με την UniCredit, «κερδίζουν εκείνοι οι οποίοι έχουν στην κατοχή τους τα συγκεκριμένα CDS. Είναι κάτι ανάλογο με το να αγοράζει κάποιος μία ασφάλεια πυροπροστασίας για το σπίτι του γείτονα του. Στην περίπτωση αυτή έχει κάθε λόγο, αποτελεί δηλαδή κίνητρο, να κάψει το σπίτι του γείτονα του για να εισπράξει τα ασφάλιστρα».

Όπως είναι φυσικό, κάτω από τέτοιες προϋποθέσεις είναι σχεδόν αδύνατον να βρει μία χώρα αγοραστές για τα ομόλογα που εκδίδει, ακόμη και αν δεν έχει πολύ μεγάλο οικονομικό πρόβλημα. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, εγκλωβίζεται στην παγίδα του χρέους και εισέρχεται σε έναν καθοδικό σπειροειδή κύκλο, αφού η πιθανότητα να μην πληρώσει τα χρέη της φοβίζει περαιτέρω την αγορά, οι τιμές των CDS αυξάνονται συνεχώς, ακόμη λιγότεροι επενδυτές αγοράζουν ομόλογα, οι τιμές τους ακολουθούν πτωτική πορεία κοκ.   

Το σύστημα αυτό λειτουργεί για εκείνες τις τράπεζες, οι οποίες είναι ταυτόχρονα ιδιοκτήτες ελληνικών ομολόγων και CDS, για όσο διάστημα η Ελλάδα μπορεί να πληρώνει τα χρέη της - αφού σε περίπτωση χρεοκοπίας της, τα ομόλογα δημοσίου χάνουν εντελώς την αξία τους. Επειδή όμως οι τράπεζες στοιχηματίζουν στη διάσωση της από την ΕΕ (καπιταλισμός-καζίνο), ο κίνδυνος τους είναι περιορισμένος, ενώ ταυτόχρονα κερδίζουν τόσο από τα CDS, όσο και από τα συνεχώς αυξανόμενα επιτόκια των ελληνικών ομολόγων.

Σύμφωνα με τον κ. Bernanke, τον πρόεδρο της Fed: «Η χρησιμοποίηση αυτών των οικονομικών εργαλείων με στόχο την αποσταθεροποίηση μίας επιχείρησης ή μίας ολόκληρης χώρας, είναι εμφανέστατα αντιπαραγωγική». Κατά τον πρόεδρο δε του αμερικανικού τραπεζικού συμβουλίου «Τα μεγάλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα επιδεινώνουν μία δημόσια κρίση, με σκοπό να κερδίσουν ιδιωτικά», παρά το ότι δεν έχουν περάσει ούτε 18 μήνες από τη χρεοκοπία της Lehman Brothers και τη διάσωση τους με χρήματα του δημοσίου.

Αναλυτικότερα, η διαπραγμάτευση των «πιστωτικών παραγώγων» δεν υπόκειται ακόμη σε σαφείς κανόνες, αφού δεν λειτουργεί μέσα από τα χρηματιστήρια. Αποτελώντας συνήθως μία «over the counter» διαδικασία, στην οποία συμμετέχει μόνο ένας  αγοραστής και ένας πωλητής (για παράδειγμα, μία επενδυτική τράπεζα, μία οποιαδήποτε επιχείρηση ή ένα Hedge fund), δεν είναι υποχρεωτικό να ενημερώνεται απολύτως κανένας. Απλοποιημένα, η λειτουργία τους είναι η εξής:

Ένας επενδυτής, για παράδειγμα ένα hedge fund, αγοράζει μία ασφάλεια έναντι του κινδύνου απώλειας ελληνικών ομολόγων ύψους ενός δις €. Η ασφάλεια αυτή μπορεί να συμφωνηθεί ακόμη και εάν ο επενδυτής δεν έχει στην ιδιοκτησία του κανένα ελληνικό ομόλογο – δηλαδή, ακόμη και εάν δεν ασφαλίζεται απέναντι σε έναν υπαρκτό κίνδυνο. Για την αγορά αυτή πληρώνει το hedge fund ένα ετήσιο ασφάλιστρο. Στην περίπτωση τώρα που αυξάνει η νευρικότητα στις αγορές, που θεωρείται δηλαδή περισσότερο πιθανός ο κίνδυνος της χρεοκοπίας, αυξάνεται η τιμή των ετησίων ασφαλίστρων και ο επενδυτής μας μπορεί να πουλήσει την υφιστάμενη συμφωνία του με κέρδος σε κάποιον άλλο. Όσο υψηλότερα δε διαμορφώνονται τα ασφάλιστρα, τόσο μεγαλύτερο είναι το κέρδος.

Εάν υποθέσουμε τώρα ότι ο επενδυτής μας δεν πουλάει το CDS (ασφαλιστικό συμβόλαιο), το οποίο αγόρασε, αλλά το κρατάει και ο ασφαλιζόμενος κίνδυνος επέρχεται (στο παράδειγμα, η Ελλάδα χρεοκοπεί), τότε είναι υποχρεωμένος να πληρώσει τη ζημία στον αντισυμβαλλόμενο του (αυτός που χάνει δηλαδή, είναι πάντοτε ο τελευταίος).             

Στον πίνακα που ακολουθεί αναφέρονται οι δέκα χώρες, οι τράπεζες των οποίων διαθέτουν ομόλογα του ελληνικού δημοσίου:

ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙ: Ομόλογα Ελληνικού Δημοσίου

ΧΩΡΑ
Ομόλογα σε εκ. δολάρια


Γαλλία
75.452
Ελβετία
63.966
Γερμανία
43.236
Η.Π.Α.
16.411
Μ. Βρετανία
12.342
Ολλανδία
11.849
Πορτογαλία
10.317
Ιρλανδία
8.506
Ιαπωνία
8.447
Ιταλία
8.381


Υπόλοιπες χώρες
43.693


Γενικό σύνολο
302.600
Πηγή: Αναφορά τρίτου τετραμήνου 2009 της διεθνούς τράπεζας   Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

‘Όπως διαπιστώνουμε από τον πίνακα, οι κυριότεροι δανειστές της Ελλάδας είναι ευρωπαϊκά τραπεζικά ιδρύματα. Μία ενδεχόμενη χρεοκοπία της λοιπόν, θα ήταν εξαιρετικά ακριβή για όλες τις υπόλοιπες χώρες, ενώ αναδεικνύει το γενικότερο πρόβλημα που θα προκαλούσε στην Ευρωζώνη, η οποία ουσιαστικά λειτουργεί με τον κανόνα των «συγκοινωνούντων δοχείων». Για παράδειγμα, η γερμανική Hypo Real Estate, στην οποία συμμετέχει το κράτος μετά τα πακέτα διάσωσης της, έχει στην ιδιοκτησία της ελληνικά ομόλογα αξίας 9,1 δις €, η Commerzbank, στην οποία επίσης συμμετέχει το γερμανικό δημόσιο 4,6 δις €, η τοπική LBBW 2,7 δις € και η BayernLB 1,5 δις €.

Ο κίνδυνος λοιπόν για τις τράπεζες και, μέσω αυτών, για τα κράτη, είναι κάθε άλλο παρά αμελητέος – πόσο μάλλον από το «domino effect» που θα προκαλούσε η κατάρρευση μίας χώρας της Ευρωζώνης, αφού αμέσως μετά η επίθεση των κερδοσκόπων θα κατευθυνόταν στην επόμενη. Όσον αφορά δε τα σενάρια εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, έστω «προσωρινά», θεωρούμε ότι είναι ανεύθυνα και ουτοπικά (άρθρο μας: ΕΞΟΔΟΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΥΡΩΖΩΝΗ: Η ιδιαιτερότητα των προβλημάτων ρευστότητας μίας χώρας του Ευρώ, η αντιμετώπιση τους, καθώς επίσης οι πιθανολογούμενες συνέπειες μιας ενδεχόμενης πτώχευσης ενός κράτους μέλους  23/11/2009 ) .  
[............]
Βασίλης Βιλιάρδος--Ο κ. Β. Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου