Ἐγὼ τώρα ἐξαπλώνω ἰσχυρὰν δεξιὰν καὶ τὴν ἄτιμον σφίγγω πλεξίδα τῶν τυράννων δολιοφρόνων . . . . καίω τῆς δεισιδαιμονίας τὸ βαρὺ βάκτρον. [Ἀν. Κάλβος]


******************************************************
****************************************************************************************************************************************
****************************************************************************************************************************************

ΑΙΘΗΡ ΜΕΝ ΨΥΧΑΣ ΥΠΕΔΕΞΑΤΟ… 810 σελίδες, μεγέθους Α4.

ΑΙΘΗΡ ΜΕΝ ΨΥΧΑΣ ΥΠΕΔΕΞΑΤΟ… 810 σελίδες, μεγέθους Α4.
ΚΛΙΚ ΣΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΓΙΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

****************************************************************************************************************************************

TO SALUTO LA ROMANA

TO SALUTO  LA ROMANA
ΚΛΙΚ ΣΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΓΙΑ ΜΕΡΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
****************************************************************************************************************************************

ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΑΠΟΔΕΙΞΙΣ ΤΗΣ ΥΠΑΡΞΕΩΣ ΤΩΝ ΓΙΓΑΝΤΩΝ

ΕΥΡΗΜΑ ΥΨΗΛΗΣ ΑΞΙΑΣ ΚΑΙ ΜΟΝΑΔΙΚΗΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ ΤΟΣΟΝ ΔΙΑ ΤΗΝ ΜΕΛΕΤΗΝ ΤΗΣ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑΣ ΟΣΟΝ ΚΑΙ ΔΙΑ ΜΙΑΝ ΕΠΙΠΛΕΟΝ ΘΕΜΕΛΙΩΣΙΝ ΤΗΣ ΙΔΕΑΣ ΤΟΥ ΠΡΟΚΑΤΑΚΛΥΣΜΙΑΙΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΑΠΟΤΕΛΕΙ Η ΑΝΕΥΡΕΣΙΣ ΤΟΥ ΜΟΜΜΙΟΠΟΙΗΜΕΝΟΥ ΓΙΓΑΝΤΙΑΙΟΥ ΔΑΚΤΥΛΟΥ! ΙΔΕ:
Οι γίγαντες της Αιγύπτου – Ανήκε κάποτε το δάχτυλο αυτό σε ένα «μυθικό» γίγαντα
=============================================

.

.
κλικ στην εικόνα

.

.
κλικ στην εικόνα

.

.
κλικ στην εικόνα

29 Δεκεμβρίου 2011

Ελληνικές Εξαγωγές

Ελληνικές Εξαγωγές: Το πολύτιμο φάρμακο που ανακουφίζει λυτρωτικά την ελληνική οικονομία βάλλεται από ανεύθυνες συμπεριφορές για ολόκληρες δεκαετίες.
  

Η πρωτοφανής οικονομική κρίση, η ύφεση και τα (πολλά) άλλα προβλήματα που επιβαρύνουν την Ελληνική οικονομία έχουν ένα πολύτιμο και κοινά αποδεκτό (από όλους) διαχρονικό «φάρμακο»: τις Ελληνικές εξαγωγές.
Οι Ελληνικές εξαγωγές αποτελούν το πραγματικό οξυγόνο της ελληνικής οικονομίας η οποία «έμαθε» (μεταξύ πολλών άλλων) να καταναλώνει για ολόκληρες δεκαετίες τα πιο απίθανα (και πολλές φορές άχρηστα) εισαγόμενα προϊόντα δημιουργώντας στο εμπορικό μας ισοζύγιο ένα ετήσιο «άνοιγμα» της τάξεως πολλών δισεκατομμυρίων Ευρώ το οποίο έσπευδαν να καλύψουν «πρόθυμοι δανειστές» οδηγώντας την Ελληνική οικονομία με μαθηματική ακρίβεια στα σημερινά επώδυνα αδιέξοδα.
Παράλληλα, τις δεκαετίες που ακολούθησαν την κατάρρευση της δικτατορίας στην Ελλάδα (1974) δημιουργήθηκε σταδιακά μια πανίσχυρη ελίτ συνδικαλιστών η οποία με την καταχρηστική άσκηση του δικαιώματος της απεργίας αλλά και άλλων παράνομων και υπερβολικών «πρακτικών» (κυριολεκτικά για πύλλου πήδημα) κατάφερε μεν να εξασφαλίσει θεαματική βελτίωση του βιοτικού επιπέδου του μέσου Έλληνα, κατέστρεψε όμως εντελώς κάθε στοιχειώδη αναταγωνιστικότητα της Ελληνικής οικονομίας με την απόλυτη ανοχή (αν όχι «συμπαράσταση») της πολιτικής εξουσίας για ψηφοθηρικούς λόγους. Με άλλα λόγια η εγχείρηση πέτυχε, ο ασθενής όμως πέθανε!


Σαν συνέπεια, η Ελλάδα σταδιακά αποβιομηχανοποιήθηκε, μεγάλα και σημαντικά εργοστάσια έκλεισαν (μεταξύ ενός ατέλειωτου κατάλογου ξεχωρίζουν οι περιπτώσεις Λιπασμάτων στην Δραπετσώνα, Pirelli στην Πάτρα, Goodyear στην Σίνδο, NAMKO -έβγαζε το μοναδικό ελληνικό αυτοκίνητο, το Pony-, που έκλεισε μετά από «κατάληψη» 130 ημερών με αίτημα .... αυξήσεις 30%!!!) αφήνοντας άνεργους χιλιάδες εργαζομένων που παρασύρθηκαν από τα φλογερά κηρύγματα της ακραίας αριστεράς η οποία ονειρεύεται ακόμα και σήμερα τις «δικτατορίες του προλεταριάτου» που θα αναδείξουν τους διαδόχους του Στάλιν, του Τσαουσέσκου ή του Μάο-Τσε Τούγκ.
Η χώρα μας έφθασε στο σημείο να εισαγάγει σπίρτα από την Σουηδία (την Πυρκάλ βλέπετε ουσιαστικά την «κλείσαμε»), να καταναλώνει τσάι Lipton (λες και τα βουνά της πατρίδας μας δεν μοσχοβολάνε με αυθεντικό και υγιεινό τσάι του βουνού), να πίνει, παρακαλώ, νερό Perrier (το Σουρωτή, το Ζαγόρι, η Υδρία, το Κορπί, το ΗΒΗ και τόσα άλλα θαυμάσια ελληνικά μεταλλικά νερά μας ... «ξυνίζουν»), να απαξιώνει πολύτιμα και υγιεινά τρόφιμα από την ελληνική γη υποκαθιστώντας τα με πολυδιαφημιζόμενα και .... εισαγόμενα, να αντικαθιστά τον θησαυρό των ελληνικών αποσταγμάτων με ουίσκυ, βότκα και τζιν (τρομάρα μας!) και να υποκαθιστά με (υποτίθεται φθηνότερα) προϊόντα εισαγωγής το συντριπτικό ποσοστό χιλιάδων άλλων προϊόντων (προσωπικής υγιεινής, καθαριότητας, ένδυσης, υπόδησης, επίπλων, οικιακών σκευών και πολλών, πολλών άλλων!)
Στο τεράστιο κοινωνικό και οικονομικό πρόβλημα που ζούμε στις μέρες μας υπάρχει ένα πολύτιμο «φάρμακο» που σίγουρα ανακουφίζει λυτρωτικά την ελληνική οικονομία και δεν είναι άλλο από τις εξαγωγές. Οι εξαγωγές όμως για να σταθεροποιηθούν και να αυξηθούν χεριάζονται κάποια «προαπαιτούμενα» που ξεφεύγουν εντελώς από την ικανότητα του κάθε εξαγωγέα ή την ποιότητα και την ανταγωνιστικότητα των προϊόντων του.

Τα «προαπαιτούμενα» αυτά δεν είναι τίποτα άλλο από την συνεχή και στοιχειώδη λειτουργία της «κρατικής μηχανής» η οποία εδώ και δεκαετίες συνηθίζει πολύ συχνά να παραλύει κάτω από το βάρος των κινητοποιήσεων διαφόρων εργαζομένων (κυρίως του ευρύτερου δημόσιου τομέα) υπό την καθοδήγηση των συνδικαλιστών οι οποίοι συνήθως βρίσκονται κάτω από την «υψηλή προστασία» των διαφόρων κομμάτων από τα οποία ενίοτε «ανταμείβονται» (μεταξύ άλλων) με βουλευτικά ή υπουργικά αξιώματα.  
Κρίσιμοι τομείς της εθνικής μας οικονομίας όπως ηλεκτρική ενέργεια, λιμάνια, αεροδρόμια, τελωνεία, εθνικοί δρόμοι και οδικές μεταφορές μαζί με πολλές κατηγορίες δημοσίων και δημοτικών φορέων πραγματοποίησαν (και πραγματοποιούν) απεργιακές κινητοποιήσεις που ξεκινούν από πολύ σοβαρούς και βάσιμους λόγους μέχρι την ... κατά παράδοση συνήθεια!
Αν παρ΄όλα αυτά που ζούμε για ολόκληρες δεκαετίες με διάφορες απεργίες που ιεραρχούνται από πολιτικές σκοπιμότητες και όχι από πραγματικές ανάγκες,  εξακολουθούμε να πιστεύουμε πως τα «φαινόμενα» αυτά δεν αποτελούν πολύ σοβαρά αντικίνητρα εξαγωγών ή επενδύσεων, τότε απλά ....  είμαστε βαθειά νυχτωμένοι!
Σήμερα, η Ελλάδα βρίσκεται με το πιστόλι στον κρόταφο (και όχι στο τραπέζι, όπως μας έλεγε κάποιος από τους επίδοξους σωτήρες μας) και πρέπει να επιβιώσει. Για να επιβιώσει όμως πρέπει να βάλουμε στο περιθώριο κακές συνήθειες και πρακτικές ολόκληρων δεκαετιών. Δύσκολο, αλλά απόλυτα αναγκαίο.
Και το πρώτο που έχουμε να κάνουμε είναι να προστατέψουμε σαν κόρη οφθαλμού τις ελληνικές εξαγωγές.  Δεν αρκούν τα (συνήθως) κούφια λόγια των πολιτικών για «ενίσχυση» των εξαγωγών. Χρειάζονται συγκεκριμμένα πράγματα:
Απρόσκοπτη λειτουργία όλων των τομέων (δημοσίων αλλά και ιδιωτικών) που είναι απαραίτητοι στην διαδικασία διεκπεραίωσης των εξαγωγών. Αυξημένη ευαισθησία από όλους μας (εργαζόμενους, επιχειρηματίες, πολιτικούς, φορείς του δημοσίου & ιδιωτικού τομέα, συνδικαλιστές, τραπεζικό σύστημα, κόμματα κ.α.) ώστε η αλυσίδα της εξαγωγικής διαδικασίας να λειτουργήσει επιτέλους απρόσκοπτα χωρίς κανένα από τα «συνηθισμένα» εμπόδια που μας καταδίκασαν για ολόκληρες δεκαετίες και μας οδήγησαν στην σημερινή κατάσταση.
Στην τρέχουσα οικονομική συγκυρία κάθε ανεύθυνη συμπεριφορά αποτελεί κίνδυνο για τους πολλούς και πρέπει να αντιμετωπίζεται τελείως διαφορετικά από ότι στο παρελθόν. Οι εποχές που διαλύαμε τα πάντα για (δήθεν) «συμπαράσταση στην Νικαράγουα» αποτελούν παρελθόν για το οποίο πρέπει να ντρεπόμαστε.
Με πραγματική αγωνία, ένας δραστήριος εκπρόσωπος εξαγωγικών επιχειρήσεων, ο Σύνδεσμος Εξαγωγέων Βορείου Ελλάδος (ΣΕΒΕ), επισημαίνει για τα σημερινά προβλήματα των εξαγωγών, με ανακοίνωσή του στις 6/12/2011, τα εξής:
Νέο πλήγμα στις εξαγωγικές επιχειρήσεις θα επιφέρουν οι εξαγγελθείσες επαναλαμβανόμενες στάσεις των τελωνειακών υπαλλήλων που ξεκινούν αύριο, τονίζει σε σημερινή δημόσια ανακοίνωσή του ο Σύνδεσμος Εξαγωγέων Βορείου Ελλάδος (ΣΕΒΕ).  
Ο ΣΕΒΕ ζητά να ληφθούν όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε να μη κλείσει κανένα τελωνείο ούτε για ένα λεπτό καθώς αυτό θα αποτελέσει ένα επιπλέον πλήγμα για την εξωστρέφεια. Δεδομένης της στάσης πληρωμών του δημοσίου και του στενέματος της ρευστότητας από τiς τράπεζες οι εξαγωγικές, παραγωγικές και εμπορικές επιχειρήσεις οδηγούνται με μαθηματική ακρίβεια προς ζημιογόνα πορεία, η οποία, εάν επιδεινωθεί από επιπλέον προσκόμματα σε αυτό το δυσμενές οικονομικό κλίμα, θα μαραζώσει ακόμη και τα πιο ζωντανά κύτταρα της παραγωγικής και εξαγωγικής κοινότητας, oδηγώντας τα σε ασυνέπεια προς τους δανειστές, τους εργαζόμενους αλλά και προς το κράτος.
Τα μέτρα θα πρέπει να αφορούν πρωτίστως τη με κάθε τρόπο και μέσο διασφάλιση της απρόσκοπτης λειτουργίας των τελωνείων και όλων των άλλων υπηρεσιών του δημοσίου που σχετίζονται με τις εξαγωγές όπως των υπηρεσιών αγροτικής οικονομίας, κτηνιατρικής και αλιείας των περιφερειών της χώρας, ώστε να συνεχιστεί χωρίς προβλήματα η επιχειρηματική, παραγωγική, εισαγωγική και εξαγωγική δραστηριότητα.   
Παράλληλα ο ΣΕΒΕ ζητά να επιταχυνθούν όλες εκείνες οι διαδικασίες και οι θεσμοί που προβλέπονται στις κοινοτικές διατάξεις προς διευκόλυνση του διεθνούς εμπορίου και της ανταγωνιστικότητας, αφορούν τουλάχιστον τις καλά οργανωμένες επιχειρήσεις με συστηματική εξαγωγική δραστηριότητα και εφαρμόζονται εδώ και χρόνια σε άλλες χώρες μέλη της ΕΕ όπως οι θεσμοί του εγκεκριμένου εξαγωγέα και του εγκεκριμένου εμπόρου νωπών και η πλήρης ηλεκτρονικοποίηση των σχετικών διαδικασιών ώστε να μειωθεί ο φόρτος εργασίας των δημόσιων υπηρεσιών με παράλληλη ανάληψη αυξημένης ευθύνης  εκ μέρους των αξιόπιστων επιχειρήσεων.     Κατανοούμε τις θυσίες που όλοι έχουμε κληθεί να κάνουμε για τη βελτίωση του  δημοσιονομικού προβλήματος της χώρας και την έξοδό της από την ύφεση και την κρίση, αλλά εκφράζουμε την αγωνία των επιχειρηματιών, των βιοτεχνών, των επαγγελματιών και του προσωπικού τους που έχουν αποθέσει τις τελευταίες τους ελπίδες στην εξωστρεφή δραστηριότητά τους, για τη διεκπεραίωση μάλιστα της οποίας επιβαρύνονται οι ίδιοι (ΔΕΤΕ, ανταποδοτικά τέλη για ποιοτικούς και φυτοϋγειονομικούς ελέγχους, κ.λ.π.).  
Δυστυχώς, οι επιχειρηματίες και ιδίως οι εξαγωγείς είναι αυτοί που θα υποστούν  για μια ακόμη φορά τις συνέπειες των κινητοποιήσεων άλλων ομάδων συμφερόντων, με άμεσες και έμμεσες ζημίες, πολλές από τις οποίες δεν είναι δυνατό να αποτιμηθούν όπως η απώλεια πελατών εξωτερικού ούτε βεβαίως να διεκδικηθούν με αξιώσεις στο μέλλον. Ζημίες που μπορεί να κλονίσουν ακόμη και την επιβίωση μιας επιχείρησης με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τον επιχειρηματία, την οικογένεια και τους εργαζομένους του. Η κατάσταση πλέον είναι τραγική. Ας μην τη χειροτερεύουμε άλλο και ας αναλάβουμε όλοι τις ευθύνες που μας αναλογούν.

Όλα αυτά την φετεινή, πολύ δύσκολη για όλους μας χρονιά, κατά την οποία για πρώτη φορά μετά από μεγάλο χρονικό διάστημα, οι ελληνικές εξαγωγές παρουσιάζουν σημαντική αύξηση (με κινητήριο δύναμη τα πετρελαιοειδή) και πολύ αξιόλογες επιδόσεις στην κρίσιμη κατηγορία «βιομηχανικών προϊόντων» και τροφίμων. Το έλλειμα του εμπορικού μας ισοζύγιου το εννεάμηνο το 2011 σε σχέση με το αντίστοιχο εννεάμηνο του 2010 μειώθηκε κατά 35,8%, αλλά οι εισαγωγές παραμένουν διπλάσιες από τις εξαγωγές, όπως προκύπτει από τον πίνακα που ακολουθεί: 
ΠΙΝΑΚΑΣ 1 : ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ – ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ ΕΤΩΝ 2010 & 2011 (ΑΞΙΕΣ ΣΕ ΕΥΡΩ)
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ /ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ
2010
2011
ΜΕΤΑΒΟΛΗ %
ΣΥΝΟΛΟ ΕΞΑΓΩΓΩΝ
11.227,6
16.571,0
47,6%
ΣΥΝΟΛΟ ΕΙΣΑΓΩΓΩΝ
36.129,3
32.566,6
-9,9%
ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΙΣΟΖΥΓΙΟ
-24.901,7
-15.995,6
-35,8%
Πηγή: Πανελλήνιος Σύνδεσμος Εξαγωγέων
Σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, η ίδια εικόνα διατηρήθηκε και τον μήνα Οκτώβριο. Με μια σημαντική όμως διαφορά: Οι εξαγωγές μας χωρίς τα πετρελαιοειδή υποχώρησαν για πρώτη φορά φέτος (Οκτώβριος 2011) κατά 11,6%! Στο εννεάμηνο πάντως οι εκτός πετρελαιοειδών εξαγωγές μας, σημείωσαν αύξηση κατά 14,7%.
ΠΙΝΑΚΑΣ 2 : ΕΙΣΑΓΩΓΕΣ / ΕΞΑΓΩΓΕΣ ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2011

ΕΙΣΑΓΩΓΕΣ
ΕΞΑΓΩΓΕΣ
Σύνολα με πετρελαιοειδή


ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2010
3.986,7
1.605,3
ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2011
2.638,3
1.775,8
Διαφορά
-33,8%
+10,6%



Σύνολα χωρίς πετρελαιοειδή


ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2010
3.045,5
1.463,1
ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2011
2.402,0
1.293,3
Διαφορά
-21%
-11,6%
Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ
Η αρνητική εξέλιξη τον μήνα Οκτώβριο 2011 των (εκτός πετρελαιοειδών) εξαγωγών που έχουν τεράστια σημασία για την εθνική μας οικονομία, αποτελεί ένα «κώδωνα κινδύνου» που μας δείχνει πόσο μεγάλη ευαισθησία διακρίνει τον τομέα των εξαγωγών και πόσο επικίνδυνες είναι πλέον οι διάφορες και ποικιλόμορφες «πιέσεις» που εξακολουθεί να δέχεται.

Συμπέρασμα: Είναι ανάγκη οι συνδικαλιστικοί φορείς καθώς και τα κόμματα που τους παρέχουν υποστήριξη, όταν καλούνται να προστατέψουν «τα δικαιώματα των εργαζομένων» για τομείς που έχουν σχέση με τις εξαγωγές, να διευρύνουν τα κριτήρια τους προσθέτοντας σε αυτά το συμφέρον της χώρας & της εθνικής οικονομίας και αφαιρώντας τελείως από αυτά την έννοια του κομματικού συμφέροντος. Όλοι όσοι εμπλέκονται στην αλυσίδα των εξαγωγών, από τους επιχειρηματίες μέχρι τους εμπορικούς μας ακόλουθους στις αγορές του κόσμου, οφείλουν να εντείνουν τις προσπάθειες τους, οφείλουν να εργαστούν περισσότερο ενάντια σε κάθε μορφής και κατηγορίας εμπόδια, προκειμένου η Ελλάδα να πετύχει μια πολύ μεγάλη αύξηση των εξαγωγών της και το 2012. Χωρίς βέβαια να ξεχνάμε πως ένα δεύτερο, «πολύτιμο φάρμακο» της Ελληνικής οικονομίας είναι η συνήθεια Αγοράζουμε Ελληνικά! (Βλπ. άρθρο μας  Αγοράζουμε Ελληνικά (8): Η Ελλάδα δεν βούλιαξε παρά την φιλότιμη προσπάθεια στρατιάς κερδοσκόπων και «φίλων» - Εμείς ψάχνουμε επίμονα ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΡΟΙΟΝΤΑ όχι μόνο για να βοηθήσουμε τη χώρα μας αλλά γιατί υπάρχουν και πραγματικές ευκαιρίες!).
Από αυτά έχει απόλυτη ανάγκη η Ελλάδα μας. Και της τα οφείλουμε όλοι!

Λεωνίδας Κουμάκης*
20 Δεκεμβρίου 2011

Β. Βιλιάρδος-ΧΡΕΗ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΧΡΕΗ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ: Στα πλαίσια μίας αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, δεν συμβαδίζουν οι επιθυμίες των Πολιτών με αυτές των κυβερνώντων – με τη βοήθεια της άμεσης δημοκρατίας, επανέρχονται οι ισοσκελισμένοι προϋπολογισμοί

Όπως αναφέραμε πρόσφατα (Η συναίνεση του Βερολίνου), η μείωση των δαπανών, η αύξηση των εσόδων, το ύψος του επιτοκίου, καθώς επίσης ο χρόνος αποπληρωμής, από τον οποίο εξαρτώνται οι εκάστοτε δόσεις, καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό τις δυνατότητες εξυπηρέτησης του χρέους – ενώ η αύξηση των εσόδων μπορεί να προέλθει είτε από υψηλότερους φόρους, είτε από τη μεγαλύτερη ανάπτυξη. Σε γενικές γραμμές δε, με δεδομένα τα έσοδα και τις δαπάνες, ως ποσοστά επί του ΑΕΠ, υποθέτοντας δηλαδή ότι είναι σταθερά, ο ρυθμός ανάπτυξης πρέπει να ξεπερνάει το ύψος του επιτοκίου - έτσι ώστε να επιτυγχάνεται η ποσοστιαία επί του ΑΕΠ μείωση του χρέους.

Από τον Πίνακα Ι που ακολουθεί, τεκμηριώνεται το γεγονός ότι, το χρέος της Ελλάδας θα ήταν πολύ καλύτερα διαχειρίσιμο, εάν το επιτόκιο διαμορφωνόταν στο 1,25% (1% είναι το σημερινό βασικό της ΕΚΤ) - χωρίς καμία διαγραφή χρέους και με δόσεις εξόφλησης 40 ετών.

ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Αποπληρωμή του χρέους σε 40 ετήσιες δόσεις  (α) χωρίς διαγραφή (360 δις €) και (β) με διαγραφή 100 δις € (260 δις €)

Δημόσιο Χρέος
Τόκοι
Χρεολύσια
Σύνολο




360 δις € με 1,25%
4,50
9,00
13,50
260 δις € με 8,00%
20,80
6,50
27,30
Σημείωση: Για διευκόλυνση, δεν συνυπολογίζουμε τη συνεχή μείωση των ετησίων τόκων, λόγω της αποπληρωμής των δόσεων του χρέους. Το 1,25% είναι το επιτόκιο, με το οποίο δανείζει σήμερα η ΕΚΤ τις τράπεζες. 

Όπως φαίνεται καθαρά από τον Πίνακα Ι, η ετήσια επιβάρυνση (τοκοχρεολύσια), χωρίς διαγραφή χρέους και με 1,25% επιτόκιο θα ήταν της τάξης των 13,5 δις € - ενώ με διαγραφή 100 δις € και με επιτόκιο 8% θα ήταν 27,3 δις €. Επομένως, η μη διαγραφή και η επιβάρυνση μας με χαμηλό επιτόκιο, θα ήταν μία πολύ πιο συμφέρουσα λύση για την Ελλάδα – παράλληλα, η λύση αυτή θα ήταν σχετικά εφικτή στην επίτευξη της, καθώς επίσης απόλυτα έντιμη, ενώ δεν θα υποχρέωνε τις τράπεζες μας να «ξεπουληθούν» στους ξένους εισβολείς. 

Περαιτέρω, στο ίδιο άρθρο είχαμε επισημάνει πως, με βάση τα παραπάνω, είναι εμφανές ότι, εάν ένα κράτος θέλει να αποφύγει τη χρεοκοπία, οφείλει να ακολουθήσει μία διαφορετική οικονομική πολιτική όσον αφορά τα ελλείμματα του προϋπολογισμού του (η οποία να επικεντρώνεται στη μείωση των περιττών δαπανών λειτουργίας του και όχι στους φόρους), μία δεύτερη όσον αφορά τα ελλείμματα του εξωτερικού ισοζυγίου του (αύξηση της ανταγωνιστικότητας μέσω κάποιας λογικής εσωτερικής υποτίμησης, μείωση των φόρων, παραγωγικές επενδύσεις, εξαγωγές), καθώς επίσης μία τρίτη, όσον αφορά τα χρέη και τους τόκους εξυπηρέτησης τους (αναδιαπραγμάτευση, ανάπτυξη). Ειδικότερα τώρα τα εξής:

(α)  Δημόσιο χρέος και τόκοι: Σύμφωνα με πρόσφατες, επίσημες αναφορές των ΜΜΕ, το Ελληνικό δημόσιο εμφανίζεται ως διαπραγματευτής της συμφωνίας της 26ης Οκτωβρίου (Πύρρειος Χρεοκοπία), ενώ στην πραγματικότητα δεν είναι. Αυτοί που συζητούν λοιπόν με τους διεθνείς δανειστές μας είναι η ΕΕ και το ΔΝΤ – με την Ελλάδα να παραμένει θεατής των εξελίξεων (γεγονός που έχουμε επισημάνει πολλές φορές στο παρελθόν).

Παράλληλα, τόσο η Ευρωπαϊκή Βαρυχειμωνιά, όσο και η «Αλλαγή Παραδείγματος, η οποία χαρακτηρίζει την εποχή μας, επιδεινώνουν τις προοπτικές για το 2012 – παρά το ότι εμείς τουλάχιστον θεωρούμε ότι θα είναι το έτος εξόδου μας από την κρίση  (καλής ή κακής). 

Κατά την άποψη μας, αυτό που θα έπρεπε να συμβεί για να υπάρξει μέλλον για την Ελλάδα, θα ήταν ένας ριζικός διαχωρισμός των τομέων αυτών από τον προϋπολογισμό μας – μία τοποθέτηση τους καλύτερα σε ένα θεωρητικό «επενδυτικό κεφάλαιο» με έναν «Ισολογισμό», στη μία πλευρά του οποίου θα ήταν τα χρέη και οι τόκοι εξυπηρέτησης τους, ενώ στην άλλη αναλυτικά τα περιουσιακά στοιχεία του δημοσίου (συμπεριλαμβανομένων των πολεμικών επανορθώσεων και του υπογείου πλούτου).

Έτσι θα μπορούσε να εξασφαλισθεί μία καθαρή εικόνα των «μεγεθών» μας, με στόχο την αναζήτηση της ορθολογικής χρηματοδότησης τους - παράλληλα με τις προσπάθειες κάλυψης τόκων και χρεολυσίων, από τη σωστή εκμετάλλευση των περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου.

(β)  Εξωτερικό Ισοζύγιο: Στόχος θα πρέπει να είναι ο ισοσκελισμός των μεγεθών του – με τη βοήθεια της μείωσης των εισαγωγών, καθώς επίσης της αύξησης των εξαγωγών.

Για να μπορέσει να επιτευχθεί η αύξηση των εξαγωγών (εισροή συναλλάγματος) απαιτούνται μεταξύ άλλων επενδύσεις στη γεωργία (η οποία θα αποτελέσει έναν από τους σημαντικότερους μελλοντικούς τομείς κερδοφορίας παγκοσμίως), καλύτερη «εμπορική» εκμετάλλευση των τουριστικών υποδομών μας και προσέλκυση της ελληνικής Ναυτιλίας στη χώρα της.

Από την άλλη πλευρά, για να μειωθούν οι εισαγωγές θα πρέπει να παράγουμε τουλάχιστον εκείνα τα προϊόντα, για τα οποία υπάρχουν οι προϋποθέσεις – επομένως, απαιτούνται παραγωγικές επενδύσεις από Έλληνες και Ευρωπαίους, οι οποίες μπορούν να εξασφαλισθούν εάν περιορισθεί η γραφειοκρατία, η διαπλοκή και η διαφθορά, με την παράλληλο φορολογικό/επενδυτικό εξορθολογισμό. Σε κάθε περίπτωση, όσο δεν επενδύουν οι ίδιοι οι Έλληνες, οι οποίοι γνωρίζουν καλύτερα από όλους τα μειονεκτήματα της χώρας τους, είναι παράλογο να περιμένουμε ότι θα επενδύσουν οι ξένοι – «εταίροι» μας και μη.      

(γ)  Προϋπολογισμός: Στόχος εδώ είναι η επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων – ειδικά μετά τη διαφορετική αντιμετώπιση (τοποθέτηση) χρέους και τόκων, όπως την αναλύσαμε παραπάνω. Στα πλαίσια αυτά, η εγκατάσταση της άμεσης Δημοκρατίας στη χώρα μας θα μπορούσε να είναι καταλυτική.

Αναλυτικότερα, σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη δύο Γερμανίδων οικονομολόγων, οι οποίες ανέλυσαν την πρόοδο των δημοσίων οικονομικών όλων των 25 ελβετικών καντονιών τα τελευταία 110 έτη, όσο πιο πολύ συμμετέχουν οι Πολίτες στον έλεγχο των δημοσίων δαπανών, τόσο καλύτερα είναι τα αποτελέσματα. Ειδικά σε εκείνα τα ελβετικά καντόνια (15), στα οποία διενεργούνται αυτόματα δημοψηφίσματα, σε σχέση με τις προγραμματιζόμενες δημόσιες δαπάνες (όπως για παράδειγμα, την ανέγερση ενός κρατικού νοσοκομείου), τα αποτελέσματα (θετικοί προϋπολογισμοί) είναι καταπληκτικά.

Μεταξύ των ετών 1980 και 1999 διενεργήθηκαν 461 διαφορετικά τοπικά δημοψηφίσματα για θέματα προϋπολογισμού, εκ των οποίων το 86% (περίπου 397) ήταν υπέρ των δαπανών που προτάθηκαν. Κατά μέσον όρο, οι δαπάνες των καντονιών στα οποία διενεργούνται αυτόματα δημοψηφίσματα είναι 12% χαμηλότερες από τις αντίστοιχες των άλλων καντονιών. Εκτός αυτού αποδείχθηκε ότι, ακόμη και η απειλή ενός δημοψηφίσματος αρκεί για να περιορίσουν τις δημόσιες δαπάνες (σπατάλες) οι πολιτικοί. Όπως γράφουν δε χαρακτηριστικά οι δύο οικονομολόγοι:

«Στα πλαίσια μίας αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, δεν συμβαδίζουν οι επιθυμίες και τα ενδιαφέροντα των Πολιτών με αυτά των κυβερνώντων – με τη βοήθεια της άμεσης δημοκρατίας, το δημοκρατικό αυτό «έλλειμμα» καταπολεμάται με επιτυχία, οπότε επανέρχονται οι ισοσκελισμένοι προϋπολογισμοί».

Αθήνα, 29. Δεκεμβρίου 2011

Β. Βιλιάρδος-2012, ΕΞΟΔΟΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ?

2012, ΕΞΟΔΟΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ: Εάν δεν βρεθεί σύντομα λύση, η Ευρώπη θα διαλυθεί, ενώ θα ξεσπάσουν πολλοί διαφορετικοί πόλεμοι, μπροστά από τις πόρτες των σπιτιών μας - οι οποίοι θα ενταθούν από ένα κύμα μεταναστών που θα εισβάλλει στην πλούσια Δύση

Για να μπορέσει η Ελλάδα όχι μόνο να ξεφύγει από την κρίση, αλλά να τα καταφέρει να γίνει η ωραιότερη, η πλουσιότερη και η πιο πολιτισμένη χώρα του κόσμου (άρθρο μας), όπως αξίζει σε όλους τους Έλληνες, πρέπει να ξέρει τι θέλει, να το θέλει πραγματικά και να προσπαθήσει να το επιτύχει με όλες τις δυνάμεις της – εντός του 2012 και μέσα στο Ευρώ, όχι μόνο επειδή έχει ανάγκη την Ενωμένη Ευρώπη για την ασφάλεια της, αλλά και γιατί η έξοδος της, κάτω από τις σημερινές συνθήκες, θα ήταν απλά μία ομολογία συλλογικής αποτυχίας: μία πληγή, η οποία πάρα πολύ δύσκολα θα έκλεινε στο μέλλον.

Εάν θέλουμε να τα καταφέρουμε, μπορούμε να το κάνουμε, χρησιμοποιώντας στην ανάγκη δικά μας μέσα – ενώ οφείλουμε να προσέξουμε στο μέλλον, απαιτώντας από οποιαδήποτε κυβέρνηση επιλέξουμε, από την ΕΕ επίσης, τη συμμετοχή μας στις βασικές αποφάσεις, οι οποίες θα αφορούν το μέλλον μας. Η εγκατάσταση της άμεσης δημοκρατίας στην Ελλάδα είναι απόλυτη προτεραιότητα αφού, σε αντίθεση με όλες τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης, η Ελληνική κρίση οφείλεται σχεδόν αποκλειστικά στην Πολιτική - πολύ λιγότερο σε άλλους παράγοντες, όπως για παράδειγμα πολιτιστικούς, κοινωνικούς ή οικονομικούς.

Σε κάθε περίπτωση, έχουμε την άποψη ότι, μετά το πρώτο εξάμηνο του 2012 θα τελειώσει η κρίση χρέους στην Ευρωζώνη – είτε διατηρηθεί το κοινό νόμισμα, όπως εμείς τουλάχιστον ελπίζουμε, είτε όχι. Το ίδιο θα συμβεί και στην Ελλάδα – η ύφεση θα ολοκληρωθεί δηλαδή, είτε χρεοκοπήσει λόγω πολιτικής ανικανότητας, είτε όχι. Τέλος, η αλληλεγγύη μεταξύ των χωρών-μελών της ΕΕ και των κοινωνικών τάξεων, μπορεί να εξασφαλίσει το μέλλον όλων μας: μέσα από μία «λειτουργικότερη» αναδιανομή των εισοδημάτων και των περιουσιακών στοιχείων, η οποία θα οδηγήσει ξανά στην αύξηση της απασχόλησης και στην ανάπτυξη”.

Ανάλυση

Περίληψη: Οι μεγάλες ευθύνες της χώρας μας, οι γερμανικές ευθύνες, τα δήθεν ευεργετικά αποτελέσματα της υιοθέτησης εθνικών νομισμάτων, η δικτατορία των τραπεζών, η σημασία της ΕΚΤ για την έξοδο της Ευρωζώνης από την κρίση, η γερμανική πληθωριστική υστερία, ο πλούτος των εθνών (πίνακες με την κατανομή των περιουσιακών στοιχείων ανά τον κόσμο), η αναγκαιότητα της αναδιανομής εισοδημάτων και περιουσιακών στοιχείων για την επιβίωση της Δύσης, οι τεράστιες μελλοντικές απειλές για τις πλούσιες χώρες, η υποχρέωση άμεσης, ριζικής επίλυσης των οικονομικών προβλημάτων και οι προβλέψεις μας για το 2012.    

Κανένας δεν ισχυρίζεται ότι, εμείς οι Έλληνες είμαστε άμοιροι ευθυνών για όλα όσα συμβαίνουν στην οικονομία μας – για τη διαπλοκή, για τη διαφθορά, για την απίστευτη έλλειψη προγραμματισμού, για την ανυπαρξία επιχειρηματικού πλαισίου, για την ανεπάρκεια της πολιτικής, για τον αντιπαραγωγικό δημόσιο τομέα, για τη μειωμένη φορολογική συνείδηση (αν και οφείλεται κυρίως στη μηδενική σχεδόν ανταποδοτικότητα των φόρων), για τα ελλείμματα και για τα χρέη.

Εν τούτοις, τίποτα από όλα αυτά δεν νομιμοποιεί τις απίστευτες επιθέσεις των γερμανικών κυρίως ΜΜΕ και τον σκόπιμο διασυρμό της χώρας μας, με στόχο την τοποθέτηση της διεθνούς κοινής γνώμης εναντίον μας – γεγονότα που σίγουρα δεν διευκολύνουν τις όποιες προσπάθειες εξυγίανσης της οικονομίας μας, οι οποίες θα ήταν σημαντικά ευκολότερες, εάν η Γερμανία εξοφλούσε αυτά που μας οφείλει (πολεμικές επανορθώσεις).  

Άλλωστε, δεν είναι άμοιρη ευθυνών και η Γερμανία για τη διαφθορά στη χώρα μας – αφού η γερμανική ιδίως βιομηχανία ήταν αυτή, η οποία διέφθειρε «ανερυθρίαστα» και χωρίς κανέναν ηθικό ενδοιασμό, για ολόκληρες δεκαετίες τις κυβερνήσεις μας. Η Siemens, η MAN, η Daimler και η Thyssen/HDW, οι τέσσερις αυτοί μεγάλοι βιομηχανικοί όμιλοι, έχουν γράψει αναμφίβολα «Ιστορία διαφθοράς» στην Ελλάδα.

Ας μην ξεχνάμε δε ότι, οι πολεμικές βιομηχανίες της Γερμανίας δεν είχαν κανένα πρόβλημα να πλημμυρίσουν με όπλα μία χώρα, την πρώτη σε κατά κεφαλήν εξοπλιστικό κόστος μεταξύ όλων των χωρών του ΝΑΤΟ, η οποία δεν είχε φυσικά τη δυνατότητα να τα πληρώνει. Ακόμη και το 2010, όταν η Ελλάδα δήλωνε αδυναμία πληρωμών, ενώ γινόταν εισαγγελικές έρευνες για τα τεράστια σκάνδαλα διαφθοράς, η Γερμανία την υποχρέωσε να αγοράσει δύο υποβρύχια – να χρεωθεί δηλαδή με 1 δις €, παρά το ότι ήταν ουσιαστικά χρεοκοπημένη.

Περαιτέρω, σύμφωνα με πολλούς αναλυτές, εάν η Ελλάδα δεν επιβαρυνόταν με εξοπλιστικά προγράμματα, όπως όλοι οι υπόλοιποι «εταίροι» της, το δημόσιο χρέος της δεν θα ξεπερνούσε σήμερα το 60% του ΑΕΠ της – παρά την κακή διαχείριση των οικονομικών της, από όλες ανεξαιρέτως τις κυβερνήσεις της τα τελευταία 30 χρόνια (ίσως οφείλουμε να σημειώσουμε εδώ ότι, η μείωση των εξοπλιστικών προγραμμάτων μας θα ήταν ουτοπική, εάν εξερχόμαστε από την ΕΕ - ενώ η έξοδος από την Ευρωζώνη προϋποθέτει την έξοδο από την ΕΕ).  

Ολοκληρώνοντας την εισαγωγή μας, αυτός που απειλεί να καταστρέψει την Ευρωζώνη δεν είναι προφανώς η Ελλάδα, αλλά ο απίστευτα παράλογος «χρηματοπολιτικός δογματισμός» της γερμανικής κυβέρνησης – η οποία υπεραμύνεται των τραπεζών (εγκρίνοντας τον απεριόριστο δανεισμό τους από την ΕΚΤ με 1%, την αγορά ομολόγων του δημοσίου με άνω του 5% ή/και τη διάσωση τους από τους Ευρωπαίους φορολογουμένους), απαγορεύοντας παράλληλα στα κράτη να «απολαύσουν» ανάλογες διευκολύνσεις.

Ουσιαστικά δηλαδή, η Γερμανία (σε καμία περίπτωση οι Γερμανοί Πολίτες, οι οποίοι υποφέρουν τα πάνδεινα από την ηγεσία τους) είναι αυτή, η οποία συνεχίζει να ενισχύει τις τράπεζες, εις βάρος των κρατών και των Πολιτών της Ευρώπης – αυτή η οποία έχει επιβάλλει τη δικτατορία των τραπεζών, προφασιζόμενη την «επιβουλή» των αγορών και τις «αιμοβόρες» επιθέσεις του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος (ενδεχομένως στα πλαίσια της αντιπαράθεσης της με τις Η.Π.Α. και την Κίνα, με στόχο την απολυταρχική ηγεσία της Ευρώπης, ή για οποιονδήποτε άλλο λόγο).         


Ανεξάρτητα από τα παραπάνω, όλοι όσοι υποστηρίζουν την επιστροφή στη δραχμή, πόσο μάλλον χωρίς τη «μεσολάβηση» ενός άλλου νομίσματος και μίας άλλης κεντρικής τράπεζας (θα μπορούσε να είναι η ελβετική κεντρική τράπεζα και το φράγκο ή κάποιο άλλο νόμισμα, εάν δεν ήθελε κανείς το δολάριο και τη Fed), δεν είναι δυνατόν να μην γνωρίζουν ότι, κάτι τέτοιο θα ήταν καταστροφικό, εν μέσω μίας κρίσης δανεισμού και χρέους – η οποία έχει αναγκάσει τη χώρα μας να αποκοπεί από τις αγορές.

Εν τούτοις, έχουν ένα καταλυτικό επιχείρημα, με το οποίο δύσκολα μπορεί κανείς να αντιπαρατεθεί: πρόκειται για μία λύση, η οποία εξαρτάται αποκλειστικά και μόνο από εμάς - για μία εθνικά υπερήφανη λύση, η οποία τουλάχιστον θα εξασφάλιζε την αξιοπρέπεια και την ελευθερία μας.

Εάν λοιπόν, όπως ισχυρίζονται οι υπέρμαχοι της δραχμής, δεν θέλουμε να γίνουμε προτεκτοράτο της Γερμανίας, εάν προέχει η εθνική μας κυριαρχία, αφού είναι αδύνατον να υπάρξει ισότιμη συνύπαρξη όλων των χωρών εντός της Ευρωζώνης, καθώς επίσης επειδή είναι ανέφικτη η πολιτική και δημοσιονομική ένωση της Ε.Ε., στα «πρότυπα» των Η.Π.Α., πόσο μάλλον αφού πρόκειται καθαρά για μία Ευρώπη των τραπεζών και του Καρτέλ, πως είναι δυνατόν να παραμείνουμε κράτος-μέλος και πως μπορούμε να περιμένουμε συμφέρουσες για τη χώρα μας αποφάσεις, οι οποίες προϋποθέτουν την ανύπαρκτη αλληλεγγύη και τη βοήθεια των ισχυρών της ένωσης;

Χωρίς να ισχυριζόμαστε ότι υπάρχουν εύκολες λύσεις ή καθαρές απαντήσεις στα παραπάνω, εμείς έχουμε την άποψη ότι, εάν θέλουμε να διατηρήσουμε σε κάποιο βαθμό το βιοτικό μας επίπεδο και την εθνική μας κυριαρχία, οφείλουμε να αγωνισθούμε με στόχο την «εξομάλυνση» της Ευρωζώνης – ξεκινώντας από τη μεθοδική επίλυση των δικών μας προβλημάτων. Η γεωπολιτική μας θέση, η ανεπάρκεια της πολιτικής μας ηγεσίας (η οποία δεν πρόκειται να αλλάξει απλά και μόνο με την υιοθέτηση της δραχμής), το δημόσιο χρέος, τα «δίδυμα ελλείμματα», καθώς επίσης τα υπόλοιπα δυσμενή μεγέθη της οικονομίας μας, είναι πολύ δύσκολο να μας επιτρέψουν ένα βιώσιμο, ελεύθερο μέλλον, εάν τυχόν εγκαταλείψουμε μονομερώς την Ευρωζώνη.

Όσον αφορά τώρα τα δήθεν ευεργετικά αποτελέσματα της υιοθέτησης ενός εθνικού νομίσματος, τα οποία εστιάζονται κυρίως στην υποτίμηση του (αύξηση της ανταγωνιστικότητας λόγω μείωσης του εργατικού κόστους και, κατ’ επακόλουθο, μείωσης των τιμών των εγχώριων προϊόντων και υπηρεσιών – αύξηση των τιμών των εισαγομένων), έχουμε τη γνώμη ότι, έχει περάσει πλέον εκείνη η εποχή, κατά την οποία «κοροϊδεύονταν» οι εργαζόμενοι - με το «εργαλείο» της πληθωριστικής υποτίμησης των μισθών τους. Η εσωτερική, ξεκάθαρη υποτίμηση, η οποία σήμερα επιχειρείται, έχει ακριβώς τα ίδια πλεονεκτήματα – με εξαίρεση το ότι, γίνεται αμέσως αντιληπτή από τους εργαζομένους.

Εν τούτοις, το πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι το ύψος των μισθών (συμμετέχουν με συντελεστή 1 στο παραγόμενο προϊόν, όταν στη Γερμανία ο συντελεστής είναι 1,7), αλλά η παραγωγικότητα των εργαζομένων – η οποία είναι πάρα πολύ χαμηλή τόσο στο δημόσιο, όσο και στον ιδιωτικό τομέα. Ένα επίσης μεγάλο πρόβλημα είναι η ανυπαρξία παραγωγικών επενδύσεων, από τις οποίες εξαρτάται κυρίως η πολυπόθητη ανάπτυξη – γεγονός που οφείλεται αφενός μεν στη χαμηλή παραγωγικότητα των εργαζομένων, αφετέρου στη γραφειοκρατία, καθώς επίσης στην έλλειψη σταθερού/ορθολογικού επιχειρηματικού και φορολογικού πλαισίου.

Όλα αυτά τα προβλήματα, όπως και πολλά άλλα, μεταξύ των οποίων θεωρούμε ως σημαντικότερο την πολιτική ανεπάρκεια ή/και τη διαφθορά, δεν πρόκειται να λυθούν «ως εκ θαύματος», απλά και μόνο με την επιστροφή στη δραχμή. Αντίθετα, πρόκειται για μία επίπονη, μακρόχρονη διαδικασία, η οποία δεν επιβαρύνεται σημαντικά από τη συμμετοχή μας στο κοινό νόμισμα – ενώ είναι δυνατόν να ωφεληθεί η Ελλάδα, εάν η Ευρωζώνη εκλογικευθεί και εάν ασχοληθεί σοβαρά με τα προβλήματα των επί μέρους οικονομιών της (κάτι που θεωρούμε εξαιρετικά πιθανόν να συμβεί εντός του 2012).  

Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΕΚΤ

Όλοι συμφωνούν σχετικά με το ότι η Ευρωζώνη δεν πρόκειται να επιβιώσει, χωρίς την εγγύηση της ΕΚΤ για τα ομόλογα δανεισμού των κρατών. Επειδή όμως η ΕΚΤ δεν έχει τη δυνατότητα να αγοράζει κρατικά ομόλογα (επιτρέπεται μόνο στη δευτερογενή αγορά), αφού απαγορεύεται από τη συμφωνία του Μάαστριχτ, ο μοναδικός δρόμος είναι η εκχώρηση μίας τραπεζικής άδειας στο μηχανισμό σταθερότητας (EFSF) - έτσι ώστε να δανείζεται αυτός χρήματα από την ΕΚΤ και να αγοράζει τα ομόλογα εκείνων των χωρών, οι οποίες αδυνατούν να απευθυνθούν στις αγορές, δανειζόμενες με βιώσιμα επιτόκια.

Φυσικά, ο μηχανισμός σταθερότητας θα αγόραζε ομόλογα δημοσίου, υπό την προϋπόθεση της παρουσίασης και εφαρμογής προγραμμάτων εξυγίανσης των προϋπολογισμών, εκ μέρους των κυβερνήσεων των χωρών, οι οποίες θα απευθυνόταν στον ίδιο για δανεισμό (το ενδεχόμενο αυτό θα διευκόλυνε και τη Γερμανία, η κεντρική τράπεζα της οποίας δανείζει τις άλλες κεντρικές τράπεζες της Ευρωζώνης μέσω της ΕΚΤ – γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα την έκθεση της σε επισφαλείς πιστώσεις, ύψους περί τα 500 δις €).    

Η γερμανική ηγεσία όμως αντιδράει σε μία τέτοια προοπτική ισχυριζόμενη ότι, θα επρόκειτο για μία «μονεταριστική αντιμετώπιση» του δημοσίου χρέους και για μία «άδεια εκτύπωσης χρημάτων» στην ΕΚΤ – προφανώς αιτιολογημένα, αφού πράγματι θα συνέβαινε κάτι τέτοιο.

Εν τούτοις, αυτό ακριβώς κάνουν και έκαναν οι ιδιωτικές εμπορικές τράπεζες ανέκαθεν: δανείζονται χρήματα από την ΕΚΤ με χαμηλά επιτόκια και τα δανείζουν στα κράτη, αγοράζοντας τα ομόλογα τους – με αρκετά μεγάλα ποσοστά κέρδους. Στη συνέχεια, τοποθετούν τα ομόλογα σαν εγγύηση στην ΕΚΤ, λαμβάνουν νέα δάνεια, τα δανείζουν ξανά στα κράτη κοκ. – κάτι που ερμηνεύεται ως ένα διαρκές πρόγραμμα επιδότησης του τραπεζικού κλάδου, αφού οι τράπεζες κερδίζουν χρήματα, χωρίς να επενδύουν ούτε ένα σεντς από τα ίδια κεφάλαια τους.

Επομένως η δημιουργία χρημάτων από το πουθενά, με κέρδη για τις τράπεζες, είναι θεμιτή κατά τη δογματική Γερμανία – ενώ παραδόξως δεν συμβαίνει το ίδιο, εάν η δημιουργία χρημάτων λειτουργεί μέσα από ένα κοινό τραπεζικό ινστιτούτο (ΕΚΤ), τα κέρδη του οποίου μοιράζονται από τους Πολίτες των κρατών-μελών της Ευρωζώνης! Η αιτία είναι, πάντοτε κατά τη Γερμανία, το ότι, η αύξηση των χρημάτων, με «εντολή» της εκάστοτε πολιτικής ηγεσίας, δημιουργεί υποχρεωτικά πληθωρισμό – επομένως, πρόκειται για μία μεγάλη κοινωνική αδικία, αφού σε τελική ανάλυση ο (υπέρ)πληθωρισμός επιβαρύνει δυσανάλογα Πολίτες και κράτη.

Η στρατηγική όμως αυτή, παρά το ότι λειτουργεί σε πάρα πολλές χώρες (Η.Π.Α., Ιαπωνία, Ελβετία, Μ. Βρετανία κλπ.), δεν έχει οδηγήσει στον πληθωριστικό Αρμαγγεδώνα, στον οποίο αναφέρεται η Γερμανία – πιθανότατα επειδή το νέο χρήμα που δημιουργείται, εξισορροπεί τα μειωμένα έσοδα των κρατών, τα οποία οφείλονται στην ύφεση των οικονομιών τους. Επομένως, τις προστατεύει από την πλήρη κατάρρευση, ενώ δεν τις απομονώνει από τις αγορές – γεγονός που τεκμηριώνεται από το ότι, η Βρετανία δανείζεται με χαμηλότερα επιτόκια, σε σχέση με τη Γερμανία, παρά το τεράστιο έλλειμμα του προϋπολογισμού της, το οποίο είναι πολλαπλάσιο του γερμανικού.

Περαιτέρω, όλες οι ευρισκόμενες σε κρίση Οικονομίες, εντός και εκτός της Ευρωζώνης, είναι πολύ μακριά από την πλήρη εκμετάλλευση των παραγωγικών δυνατοτήτων τους – μπορούν δηλαδή να παράγουν πολύ περισσότερα, από αυτά που μπορούν να πουλήσουν, χωρίς να χρειαστούν νέες επενδύσεις.

Επομένως, η δημιουργία (εκτύπωση) χρημάτων θα μπορούσε τότε μόνο να προκαλέσει πληθωρισμό, εάν η εξ αυτής μεγαλύτερη παροχή πιστώσεων θα είχε σαν αποτέλεσμα μία πολύ ισχυρή «πυροδότηση» της Ζήτησης, η οποία θα οδηγούσε σε πολύ υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης – οπότε σε νέες επενδύσεις, για την κάλυψη των παραγωγικών κενών. Όμως, κάτι τέτοιο δεν φαίνεται πουθενά στον ορίζοντα – εάν δε προκύψει, θα μπορούσε αμέσως να διορθωθεί, με τη βοήθεια υψηλότερων επιτοκίων. 

Η ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΥΣΤΕΡΙΑ

Συνεχίζοντας, η μάλλον «υστερική» προειδοποίηση (warning), όσον αφορά τους κινδύνους ενός υπερπληθωρισμού, τους οποίους επισημαίνουν διαρκώς πολλοί Γερμανοί τραπεζίτες και οικονομολόγοι (κυρίως μέλη της ΕΚΤ ή της Bundesbank), παρά το ότι αρκετά χρόνια πριν από το ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης δεν έκαναν απολύτως τίποτα (αν και γνώριζαν ότι, οι εμπορικές τράπεζες σχεδόν διπλασίασαν την προσφερόμενη ποσότητα χρήματος, αυξάνοντας δραματικά την παροχή πιστώσεων), είναι «ψευδεπίγραφη» - ενώ εξυπηρετεί προφανώς άλλες σκοπιμότητες.

Η τότε έντονα επεκτατική πιστωτική πολιτική των εμπορικών τραπεζών, οδήγησε αναμφίβολα στην πληθωριστική αύξηση των τιμών των ακινήτων - καθώς επίσης άλλων περιουσιακών στοιχείων. Με αυτόν τον τρόπο δημιούργησαν, ιδίως οι γερμανικές τράπεζες, «τιμολογιακές φούσκες», στο σπάσιμο των οποίων, καθώς επίσης στην ύφεση που το ακολούθησε, οφείλεται η έκρηξη του δημοσίου χρέους χωρών όπως η Ισπανία και η Ιρλανδία – στην Ελλάδα, αντίθετα, δεν έπεσε στην παγίδα ο ιδιωτικός τομέας, γεγονός που τεκμηριώνεται από τον ελάχιστο συγκριτικά δανεισμό του, αλλά ο δημόσιος (μέσα από τον τεράστιο δανεισμό του για έργα υποδομής, για τους Ολυμπιακούς αγώνες, για τα υπερβολικά εξοπλιστικά προγράμματα κλπ. - κυρίως προς όφελος της γερμανικής και γαλλικής βιομηχανίας).  

Η αδιαφορία αυτή απέναντι στις οικονομικές αλληλεπιδράσεις, συνεχίζεται με την ίδια ένταση και τον ίδιο «δογματισμό» από τη σημερινή κυβέρνηση της Γερμανίας - η οποία προωθεί καταστροφικά προγράμματα λιτότητας, «υπό την «αιγίδα» της Κομισιόν και της ΕΚΤ. Η επικέντρωση στη μείωση των δαπανών και στην εσωτερική υποτίμηση των μισθών, χωρίς κανενός είδους αναπτυξιακή πολιτική, υποσκάπτει σταθερά την πιστοληπτική ικανότητα όλων των χωρών-μελών της Ευρωζώνης – παρά το ότι είναι γνωστό πως σε μία Οικονομία, οι δαπάνες του ενός είναι τα έσοδα του άλλου.

Προφανώς, εάν τόσο τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις, όσο και το δημόσιο μειώνουν ταυτόχρονα τα έξοδα τους, τότε εκμηδενίζεται η Ζήτηση, καθώς επίσης το ΑΕΠ – επομένως, γίνονται όλοι μαζί φτωχότεροι, ενώ το δημόσιο χρέος σε απόλυτα μεγέθη, πόσο μάλλον ως ποσοστό επί του ΑΕΠ, αυξάνεται συνεχώς. Ακριβώς αυτό συμβαίνει σήμερα σε όλη την Ευρωζώνη, στην οποία έχουν επιβληθεί «δρακόντεια» μέτρα λιτότητας – ακριβώς σε αυτόν το λόγο οφείλεται η επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης των περισσοτέρων χωρών της, καθώς επίσης η απώλεια της εμπιστοσύνης των αγορών, η οποία οδηγεί σε υψηλότερα επιτόκια, σε μεγαλύτερα ελλείμματα, τα οποία εκβάλλουν σε μεγαλύτερα χρέη κοκ.     

Φυσικά ισχύει το ότι, εάν το δημόσιο χρέος είναι τόσο μεγάλο (όπως στην Ελλάδα και στην Ιταλία), η εξυπηρέτηση των τόκων επιβαρύνει δυσανάλογα την οικονομική δυνατότητα της χώρας – οπότε τα νέα δάνεια δεν αποτελούν λύση. Εν τούτοις, τα χρέη δεν είναι σε καμία περίπτωση ανεξάρτητα μεγέθη - τα χρέη του ενός δηλαδή, είναι η περιουσία του άλλου, γεγονός που αποσιωπούν σκόπιμα οι υπέρμαχοι της πολιτικής λιτότητας.

Ο ΠΛΟΥΤΟΣ ΤΩΝ ΕΘΝΩΝ

Είναι εμφανές το ότι, για να εξυπηρετηθούν τα βουνά των χρεών, θα πρέπει να συμβάλλουν τα υπερβολικά περιουσιακά στοιχεία - τα οποία, παράλληλα με τη υπερχρέωση του δημοσίου, έχουν συγκεντρωθεί στα χέρια μίας μικρής μειοψηφίας. Σύμφωνα με μελέτη της Merrill Lynch, περί τα 3 εκ. Ευρωπαίοι, έκαστος των οποίων έχει περιουσία σε μετρητά χρήματα άνω του 1 εκ. € (δεν υπολογίζονται τα ακίνητα), διαθέτουν συνολικά 10 τρις $ - επομένως, το διπλάσιο ποσόν των δημοσίων χρεών των πέντε χωρών, οι οποίες μαστίζονται από την κρίση: της Ιταλίας, της Ισπανίας, της Πορτογαλίας, της Ιρλανδίας και της Ελλάδας μαζί.

Στη Γερμανία, μόνο το 10% του πληθυσμού έχει συνολική περιουσία, συμπεριλαμβανομένων των ακινήτων, περί τα 4 τρις € - ενώ το ανώτερο 10% κερδίζει 8 φορές περισσότερα από το κατώτατο 10% των εργαζομένων. Ο Πίνακας Ι που ακολουθεί, στον οποίο καταγράφονται τα περιουσιακά στοιχεία  (financial assets) του πλανήτη, είναι αποκαλυπτικός:

ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Ο πλούτος των Εθνών – σε τρισεκατομμύρια $ το 2010

Κατηγορία
Η.Π.Α.
Δ. Ευρώπη
Ιαπωνία
Κίνα
Λοιπός Κ.
Σύνολο







Νοικοκυριά
27,0
23,0
11,6
6,5
17,7
85,2
Συνταξ. Ταμεία
15,0
5,3
3,3
0,5
4,2
28,3
Ασφάλειες
6,6
9,6
3,5
0,6
2,7
23,0
Ιδρύματα
1,1
0,2
0,0
0,0
0,2
1,5
Τράπεζες
4,0
11,9
6,7
3,9
4,2
30,7
Επιχειρήσεις
2,0
1,7
1,2
3,8
2,3
11,0
Κεντρικές τράπ.
2,3
1,7
1,0
2,5
4,5
12,0
Κεφάλαια*
0,1
0,6
0,0
0,7
2,9
4,3
Άλλα
0,0
0,0
0,0
1,1
1,3
2,4







Σύνολο
58,1
54,0
27,3
19,8
38,9
198,1
* Sovereign wealth funds   
Πηγή: McKinsey Global Institute
Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

Από τον Πίνακα Ι συμπεραίνουμε πόσο πλούσιος είναι ο δυτικός κόσμος (Η.Π.Α., Δυτική Ευρώπη και Ιαπωνία), σε σύγκριση με όλο τον υπόλοιπο πλανήτη – επομένως, τις δυνατότητες του να διαχειριστεί με επιτυχία την κρίση χρέους, παρά τα συνεχή καταστροφολογικά σενάρια, με τα οποία «βομβαρδιζόμαστε» τα τελευταία χρόνια, μετά το ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης. Εκτός αυτού, οι επενδυτές της δύσης ελέγχουν το 79% των παγκοσμίων περιουσιακών στοιχείων, τα οποία πλησιάζουν τα 200 τρις $.   

Περαιτέρω, από τον Πίνακα Ι βρίσκουμε απάντηση στα «παιδαριώδη» ερωτήματα μας, σχετικά με το εάν υπάρχουν ή όχι τα χρήματα, τα οποία οφείλουν κράτη και ιδιώτες. Προφανώς και υπάρχουν, ενώ είναι κατά πολύ περισσότερα από τα χρέη όλων των κρατών μαζί – αφού η αγορά ομολόγων υπολογίζεται στα 24 τρις $ (πηγή: Spiegel), ενώ ο συνολικός πλούτος μόνο των νοικοκυριών είναι 85 τρις $.

Ίσως οφείλουμε να σημειώσουμε εδώ ότι, όσο αφορά τα νοικοκυριά, στις Η.Π.Α. τοποθετούν το 42% των χρημάτων τους σε μετοχές, ενώ στη δυτική Ευρώπη το 29% - στη Μ. Βρετανία το 29% (από 45% το 2000), στη Γαλλία το 25% και στη Γερμανία το 19%. Στην Ιαπωνία μόλις το 10% είναι τοποθετημένο σε μετοχές - από το 30% πριν από τη χρηματιστηριακή κρίση (1989-90) Ο Πίνακας ΙΙ που ακολουθεί αναφέρεται στην κατανομή του παγκόσμιου πλούτου ανά κατηγορία:

ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙ: Κατανομή του παγκόσμιου πλούτου ανά κατηγορία

Κατηγορία
Σε ποσοστά επί συνόλου
Σε τρις $



Νοικοκυριά
43%
85,0
Τράπεζες
15%
30,7
Συνταξιοδοτικά ταμεία
14%
28,3
Ασφαλιστικές εταιρείες
12%
23,0
Κεντρικές τράπεζες
6%
12,0
Επιχειρήσεις
6%
11,0
Λοιπά
4%
8,1
Σύνολο
100%
198,1
Πηγή: McKinsey Global Institute
Πίνακας: Β. Βιλιάρδος   

Όπως φαίνεται από τον Πίνακα ΙΙ, τα νοικοκυριά, οι τράπεζες, τα συνταξιοδοτικά ταμεία και οι ασφάλειες συγκεντρώνουν το μεγαλύτερο μέρος του παγκόσμιου πλούτου, το οποίο υπερβαίνει κατά πολύ τα δημόσια χρέη όλων των κρατών – επίσης το παγκόσμιο ΑΕΠ, το οποίο υπολογίζεται σήμερα στα 70 τρις $ (εκ των οποίων τα 55 τρις $ είναι οι αμοιβές των εργαζομένων παγκοσμίως, οι οποίοι υπολογίζονται στα 3,1 δις ανθρώπους). Επομένως, το πρόβλημα ευρίσκεται στη μη ισορροπημένη κατανομή των εισοδημάτων και όχι στην έλλειψη χρημάτων, σε σχέση με τα χρέη – δημόσια και ιδιωτικά.  

Η ΑΝΑΔΙΑΝΟΜΗ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ

Αυτό που απαιτείται λοιπόν είναι μία δίκαιη αναδιανομή των εισοδημάτων – όπου η εξυγίανση των προϋπολογισμών δεν θα προέρχεται από την αύξηση των εσόδων των κρατών εις βάρος εκείνων, η μείωση των μισθών των οποίων οδηγεί σε περιορισμό της Ζήτησης. Δηλαδή, η αύξηση των εσόδων των κρατών, η οποία απαιτείται για τη μείωση των χρεών τους, οφείλει να προέλθει από αυτούς, οι οποίοι δεν τα καταναλώνουν για την κάλυψη των αναγκών τους – αλλά τα αποταμιεύουν και τα επενδύουν, κερδίζοντας συνεχώς περισσότερα. Μόνο έτσι θα αυξηθεί η Ζήτηση, θα υπάρξει ανάπτυξη, θα ακολουθήσουν επενδύσεις και θα ενταθεί η απασχόληση.  

Η άποψη μας αυτή δεν έχει καμία απολύτως σχέση με σοσιαλιστικές ή με ανάλογες άλλες πολιτικές. Αντίθετα, έχει άμεση σχέση με τις απαραίτητες πλέον προϋποθέσεις διατήρησης του καπιταλιστικού συστήματος, το οποίο σήμερα κινδυνεύει πολύ σοβαρά να καταρρεύσει, από τη δυναμική και τα χαρακτηριστικά των υπερσυσσωρεμένων χρημάτων - τα οποία αποκτήθηκαν σταδιακά, από την καπιταλιστική διαδικασία παραγωγής πλούτου.

Τα χρήματα αυτά, οι υπερβολικές αποταμιεύσεις δηλαδή στις τράπεζες, στα συνταξιοδοτικά ταμεία, στις ασφάλειες κλπ., έχουν αυτονομηθεί – έχουν συγκεντρωθεί λοιπόν και διαχειρίζονται από τις «αγορές» (παραγώγων, μετοχών, συναλλάγματος, ομολόγων κλπ.), με έναν τρόπο ο οποίος απειλεί να καταστρέψει ολόκληρο τον πλανήτη. Επομένως, είναι επείγον και απολύτως απαραίτητο να αναδιανεμηθούν - αφού μόνο έτσι θα «απασφαλισθεί» η ωρολογιακή βόμβα στα θεμέλια του συστήματος.  

Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να συμβεί με τη βοήθεια της υποχρεωτικής αγοράς ομολόγων μηδενικού επιτοκίου, από αυτούς που διαθέτουν πολλά χρήματα ή με την επιβολή μίας έκτακτης, ετήσιας εισφοράς 2%, σε αυτούς που διαθέτουν περιουσία μεγαλύτερη των 500 χιλ. € - όπως είχε κάνει η Γερμανία, μετά το 2ο παγκόσμιο πόλεμο, για να αποπληρώσει το υπόλοιπο χρέος της (της είχε επιτραπεί η διαγραφή του 50%, με χαμηλά επιτόκια και επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής των υπολοίπων).

Μία άλλη λύση θα ήταν αυτή που πρότεινε η Boston Consulting, η οποία υπολόγισε ότι, το συσσωρεμένο δημόσιο και ιδιωτικό χρέος σε όλη την ΕΕ θα μπορούσε να επανέλθει σε φυσιολογικά επίπεδα, εάν επιβαλλόταν μία έκτακτη εισφορά ύψους 30%, επί των περιουσιακών στοιχείων των Ευρωπαίων, τα οποία υπερβαίνουν τις 500 χιλ. € ανά άτομο - όπου η φορολογία αυτή (30%) αντιπροσωπεύει ουσιαστικά την «πλασματική υπεραξία» των συγκεκριμένων περιουσιακών στοιχείων, τα οποία έτσι θα επανερχόταν στη φυσιολογική τους αξιολόγηση.

Το ίδιο θα μπορούσε να συμβεί και στην Ελλάδα, όπως έχουμε αναλύσει στο άρθρο μας «Ο μηδενισμός του χρέους», ήδη από τα μέσα του 2010 – πόσο μάλλον όταν η ακίνητη περιουσία των Ελλήνων, με κριτήριο την πρόσφατη ειδική εισφορά, υπολογίζεται στο 1 τρις € (η ειδική εισφορά, την οποία πληρώσαμε το 2011, ισούται με το 1/500 περίπου της αξίας των ακινήτων, ενώ τα προσδοκόμενα έσοδα για το δημόσιο είναι της τάξης των 2 δις €).

Το 30% θα ήταν περί τα 300 δις € (2% ετήσια για 15 χρόνια) ενώ, εάν συνοδευόταν από αντίστοιχη ειδική εισφορά επί των καταθέσεων (περί τα 180 δις € εντός Ελλάδας), θα μηδενιζόταν το δημόσιο χρέος μας – μία επώδυνη λύση, η οποία όμως εξασφαλίζει την εθνική μας κυριαρχία, αφού δεν εξαρτάται από τη βοήθεια άλλων, αλλά μόνο από εμάς. Η λύση αυτή βέβαια, η οποία ουσιαστικά δεν θα κόστιζε τίποτα, επειδή τα έσοδα και η αξία του υπολοίπου 70% θα πολλαπλασιαζόταν (για παράδειγμα, εάν σήμερα εισπράττεται ενοίκιο από ένα ακίνητο της τάξης των 300 €, σε συνθήκες ανάπτυξης θα αυξανόταν), θα είχε τότε μόνο νόημα, εάν η ειδική εισφορά και η φορολόγηση οδηγούταν στην εξυγίανση του κράτους, στην αύξηση της απασχόλησης και στη δημιουργία συνθηκών ανάπτυξης.  

Ειδικά όσον αφορά την Ελλάδα, απέναντι στο δημόσιο χρέος της ευρίσκεται μία πολύ μεγάλη δημόσια περιουσία (μηδενική σε αρκετές άλλες χώρες), καθώς επίσης ένας τεράστιος υπόγειος πλούτος – οπότε είναι εντελώς αδικαιολόγητη η συλλογική απαισιοδοξία, απλά και μόνο επειδή δεν έχουμε μία κυβέρνηση, ικανή να διαχειριστεί σωστά τον εθνικό μας πλούτο, έτσι ώστε να παράγει αποτελεσματικά, υπερκαλύπτοντας με τα καθαρά έσοδα του τα χρέη μας. Επίσης αδικαιολόγητη ήταν η εισβολή του ΔΝΤ στη χώρα μας, καθώς επίσης η συνέχιση της παραμονής του, αφού ήταν ανέκαθεν γνωστές οι εγκληματικές μεθοδεύσεις και οι στόχοι του – η λεηλασία της δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας.         

Κλείνοντας, ανεξάρτητα από ποια «εργαλεία» θα επιλέξει κανείς για την επίλυση της κρίσης χρέους, αποφασιστικής σημασίας είναι να αναγνωρίσει επιτέλους τόσο η Ελλάδα, όσο και η Ευρωζώνη ότι, η κρίση είναι στενά συνδεδεμένη με τη μη ισορροπημένη κατανομή εισοδημάτων και περιουσιακών στοιχείων – γεγονός που σημαίνει πως είναι αδύνατον να αντιμετωπισθεί με μία μονοσήμαντη πολιτική λιτότητας.

Εάν δεν επιτευχθεί λοιπόν η σταθεροποίηση των αγορών κεφαλαίου με τη βοήθεια της ΕΚΤ και εάν στη συνέχεια δεν δρομολογηθεί η αναδιανομή των εισοδημάτων/περιουσιακών στοιχείων, με τελικό στόχο τη μείωση (εάν όχι το μηδενισμό) των δημοσίων χρεών, τότε θα αποτύχει τόσο το Ευρώ, όσο και η Ευρωζώνη – επίσης η Ελλάδα, είτε επαναφέρει τη δραχμή, είτε όχι.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ     

Η εθνική κυριαρχία και η ελευθερία δεν εξασφαλίζονται με λόγια και με πονηρά τεχνάσματα, αλλά με έργα και με πράξεις – ενώ οφείλουμε να πληρώνουμε τις υποχρεώσεις μας, χωρίς φυσικά να επιδοτούμε τις τράπεζες ή να επιβαρύνουμε δυσανάλογα τις κοινωνικές τάξεις του δικού μας ή άλλων κρατών. Οι αγορές, τις οποίες όλοι «κακολογούμε», είναι ουσιαστικά τα δικά μας χρήματα, τα οποία έχουν αυτονομηθεί και τελικά θα μας καταστρέψουν, εάν δεν σταματήσει η υπερβολική συσσώρευση τους - με τη βοήθεια της ισόρροπης κατανομής εισοδημάτων και περιουσιακών στοιχείων, προς όφελος της οικονομικής ζώνης και του οικονομικού συστήματος, τα οποία έχουμε επιλέξει.

Οι αναταραχές στην Ασία, από τον Ισλαμικό κόσμο έως τη Λατινική Αμερική, καθώς επίσης οι εξεγέρσεις των πεινασμένων στη Βόρεια Αφρική και στις Αραβικές χώρες, είναι αναμφίβολα οι προάγγελοι κινήσεων, οι οποίες δεν θα σταματήσουν στα σύνορα μας. Αρκετοί δε προβλέπουν νατοϊκούς πολέμους, όπως αυτούς στη Λιβύη, σε ολόκληρο τον πλανήτη – με αρχή τη Συρία και το Ιράν.

Άλλοι πάλι είναι πεπεισμένοι ότι, η χωρίς μελλοντικές προοπτικές νέα γενιά ολόκληρου του κόσμου θα ενωθεί κάποια στιγμή – επιτιθέμενη σε εκείνους, οι οποίοι έχουν συγκεντρώσει τα πλούτη των εθνών (στις Η.Π.Α., στην Ευρώπη και αλλού). Σε κάθε περίπτωση, φαίνεται ότι πλησιάζουμε σύντομα στο 6ο και τελευταίο στάδιο της αλυσιδωτής αντίδρασης (άρθρο μας), η οποία ξεκίνησε με τη χρηματοπιστωτική κρίση  -  στις γεωπολιτικές ανακατατάξεις όπου, εάν πράγματι η ιστορία επαναλαμβάνεται, τότε είναι πιθανόν να έχουν το χαρακτήρα ευρύτερων «φυλετικών ανακατατάξεων», με βαθύτερο «θρησκευτικό φόντο».

Στα πλαίσια αυτά θεωρούμε πολύ σημαντική την επιβίωση της Ευρωζώνης, καθώς επίσης της Ενωμένης Ευρώπης – μίας πολύ πλούσιας Ηπείρου, η οποία ίσως βρεθεί σύντομα στο στόχαστρο του υπολοίπου πλανήτη. Οφείλουμε λοιπόν να συμβάλλουμε όσο καλύτερα μπορούμε στην επίλυση των προβλημάτων της – αρχίζοντας από τη ριζική επίλυση των προβλημάτων της δικής μας Οικονομίας και της δικής μας Πολιτικής.

Σε κάθε περίπτωση, προβλέπουμε ότι το 2012 θα είναι ο καλύτερος χρόνος για επενδύσεις στην πραγματική οικονομία (όχι στο χρηματοπιστωτικό τομέα) – ειδικά στην Ελλάδα, το πρώτο εξάμηνο του ερχόμενου έτους, με κέντρο βάρους τη γεωργία και τις μικρομεσαίες, δημιουργικές επιχειρήσεις, οι οποίες θα στηρίζονται σε ένα παραγωγικό εργατικό δυναμικό. Εάν όμως δεν δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις «εγκατάστασης» της άμεσης δημοκρατίας στην Ελλάδα, στην Ευρωζώνη, στην Ευρώπη και στην υπόλοιπη Δύση, η έξοδος από την κρίση δεν θα έχει διάρκεια – θα είναι απλά ένα διάλλειμα, στον αυτοκαταστροφικό δρόμο των τελευταίων δεκαετιών.

ΥΓ: Ιστορικά, κρίσεις του μεγέθους της σημερινής τελειώνουν είτε με διαγραφή χρεών (σεισάχθεια, αναδιανομή), είτε με πολέμους – εμφυλίους, διακρατικούς ή παγκόσμιους, με στόχο την άρνηση της εξόφλησης των χρεών. Είμαστε σχεδόν βέβαιοι ότι, τόσο ο χρηματοπιστωτικός κλάδος, όσο και η γενιά μας, οι οποίοι οδήγησαν το σύστημα στο χείλος της καταστροφής, δεν θα είναι σε τέτοιο βαθμό άπληστοι, ώστε να πυροδοτήσουν τον 3ο παγκόσμιο πόλεμο – πόσο μάλλον οι Η.Π.Α., ο συνολικός πλούτος των οποίων είναι ίσος με τον αντίστοιχο όλου του υπόλοιπου κόσμου, συμπεριλαμβανομένης της Κίνας (εκτός Ιαπωνίας και Δ. Ευρώπης).  

Αθήνα, 26. Δεκεμβρίου 2011