Η κοινωνική πολιτική του Ιωάννη Μεταξά
Ηταν όμως σαφές ότι το άμεσο πρόβλημα του ήταν οικονομικό,πως δηλαδή θα χρηματοδοτούσε όλα αυτά τα σχέδια.Μπορεί να πίστευε βαθιά ότι η κοινωνική πρόνοια ήταν ιερό καθήκον της κυβέρνησης ,αλλά και ένα εντατικό εξοπλιστικό πρόγραμμα ήταν επίσης εθνική αναγκαιότητα και κρατική προτεραιότητα,που απαιτούσε μάλιστα τεράστιες δαπάνες.
Επιπλέον,ο Μεταξάς είχε ανακοινώσει ένα φιλόδοξο,δεκαετές σχέδιο δημοσίων έργων για την αγροτική ανάπτυξη,την έγγειο βελτίωση και την κατασκευή οδών και σιδηροδρόμων,του οποίου ο προυπολογισμός άγγιζε τα 7,5 δις δραχμές.
Οπως παρατήρησε όμως ο Waterlow «το ελληνικό μυαλό,ως συνήθως,(είχε) λάβει ελάχιστα υπόψιν τόσο τις τεχνικές δυσκολίες όσο και το αμείλικτο οικονομικό κόστος».
Θεωρούσε ότι όλα αυτά τα σχέδια ήταν «απόλυτα,σχεδόν,εσφαλμένα»,ότι υπερέβαιναν τις δυνατότητες των Ελλήνων και δεν συνιστούσαν ρεαλιστική οικονομική πρόταση.
«Επομένως,το σημερινό καθεστώς»,αποφάνθηκε με σιγουριά ο Waterlow,«είναι σαν να ξεκινά μια φιλόδοξη σταδιοδρομία αλόγιστων,ως επί το πλείστον,δαπανών.Αυτή είναι η αναπόφευκτη συνέπεια της πατριωτικής φιλοδοξίας όταν συνδυάζεται με την υπέρμετρη αυτοπεποίθηση».
Ο Waterlow,όμως,εκφράζοντας απλώς την προκατάληψή του απέναντι στον Μεταξά,αποκάλυπτε εντυπωσιακή έλλειψη διορατικότητας : ήταν αντίθετος στον Μεταξά και το καθεστώς του γιατί πίστευε ότι ήταν φασιστικό και ότι δεν θα αντιστεκόταν στον Αξονα.
Ο Μεταξάς όμως δεν είχε την επιπολαιότητα του μέσου Ελληνα όταν επρόκειτο για τόσο σοβαρές εθνικές προσπάθειες ή επιχειρήσεις.Ηταν εξαιρετικά ορθολογιστής και υπολογιστικός.
Μάλιστα,με την πολιτική του για την εθνική αναγέννηση εισήγαγε τον σχεδιασμό σαν μια νέα αρχή και ίσως μια νέα εμπειρία για τους Ελληνες.Ακόμη και ο Waterlow αναγκάστηκε να παραδεχτεί ότι η πρωτόγνωρη φύση του New Deal του Μεταξά αρκούσε από μόνη της για την προσωρινή επιτυχία του.
Οπως και αν βλέπει κανείς τα πράγματα,η αλήθεια είναι ότι ο Μεταξάς κατάφερε,μέσω του σχεδίου εθνικής αναγέννησης,να μειώσει τις απαιτήσεις εισαγωγής σιτηρών κατά αρκετές χιλιάδες τόνους το χρόνο.
Κατάφερε επίσης να βελτιώσει τις κρατικές υγειονομικές υπηρεσίες και προώθησε την ανάπτυξη της εγχώριας βιομηχανίας,η οποία έφτασε στο επίπεδο να ικανοποιεί τα τρία τέταρτα των αναγκών της χώρας σε βιομηχανικά προιόντα“.
Ο νέος νόμος απλώς ενίσχυε τον προυπολογισμό του υπουργείου Κοινωνικής Προνοίας (στο οποίο υπαγόταν το υφυπουργείο Υγιεινής) με τις εισπράξεις από τις πρόσθετες επιβαρύνσεις,με αποτέλεσμα να φτάσει τα 500 εκατομμύρια δραχμές.
Επομένως,η υπόσχεση που είχε δώσει ο Μεταξάς,καταλήγει ο Waterlow,«οτι θα χρηματοδοτήσει το New Deal του χωρίς την επιβολή νέων φόρων,δεν έχει αθετηθεί».
Κάποιοι υποστηρίζουν οτι οι νέες επιβαρύνσεις ήταν μια μορφή εμμέσου φόρου,αλλά σ αυτούς τους επικριτές ο Μεταξάς απάντησε ότι επρόκειτο για επιβολή φόρου στην ανθρώπινη αδυναμία,δηλαδή στο κάπνισμα και τα τυχερά παιχνίδια,και ανακοίνωσε ότι υπήρξε πλεόνασμα στον προυπολογισμό του οικονομικού έτους 1935-1936 παρόλο που η σοδειά δεν ήταν καλή.
Ο Waterlow δεν παρέλειψε να κάνει λόγο για την έντονη αντίδραση της Τράπεζας της Ελλάδος σε αυτά τα μέτρα,τα «οποία,σε συνάρτηση με το πρόγραμμα εξοπλισμού και τις αναπόφευκτα δυσβάστακτες υποχρεώσεις της χώρας για την εισαγωγή σιτηρών από το εξωτερικό,θα ασκήσουν αμείλικτες πιέσεις στο νόμισμα»,υπονοώντας ότι το New Deal του Μεταξά ήταν ασύμβατο με μια υγιή οικονομία.
Παρατήρησε επίσης ότι αντίθετα με τις συστάσεις της Οικονομικής Επιτροπής της Κοινωνίας των Εθνών,ο Μεταξάς προχωρούσε σε αυξήσεις των κοινωνικών δαπανών αντί να μειώνει τον κρατικό προυπολογισμό,προκαλώντας έτσι ανησυχία στους ξένους πιστωτές και διαφωνίες ανάμεσα στους υπουργούς του ως προς το ποιός ήταν ο καλύτερος τρόπος συγκέντρωσης χρημάτων για το New Deal.
Οσοι θεωρούσαν ότι έπρεπε να αντληθούν από τους πλούσιους,έβαζαν σε κίνδυνο την πολιτική θέση του Μεταξά,τις μακροπρόθεσμες φιλοδοξίες και τους στόχους του.
Στο σημείο αυτό ο Waterlow σημειώνει ότι ο Μεταξάς δεν ενεργούσε «απλώς με δημαγωγικά κίνητρα».
Εχοντας αναπτύξει υπέρμετρη πεποίθηση στις δυνάμεις του ως διαχειριστή,«πίστευε ειλικρινά (μάλλον αδικαιολόγητα κατά τη γνώμη μου),ότι μπορούσε να αναμορφώσει και να εμπνεύσει τις κρατικές υπηρεσίες σε τέτοιο βάθμο,ώστε να έχουν τη δυνατότητα να δαπανούν τεράστια ποσά για τη διαρκή ωφέλεια εκείνων τους οποίους τώρα αποκαλεί,σε συζήτηση μαζί μου,”ο λαός μου”-εννοώντας τους φτωχούς- τους νέους του ψηφοφόρους ;
Και οφείλει να παραδεχτεί κανείς ότι έχουν γίνει πολλά για την ανακούφιση των φτωχότερων τάξεων».”