'Περίεργα’ στοιχεία για την ελληνική κρίση αποκαλύπτουν εκθέσεις του ΔΝΤ
Σύμφωνα με το άρθρο IV του συμφωνητικού του ΔΝΤ με τις χώρες μέλη, τουλάχιστον μία φορά το χρόνο συντάσσεται από διοικητικό συμβούλιο του ΔΝΤ μία έκθεση συμπερασμάτων για την πορεία έκαστης χώρας η οποία και της κοινοποιείται, αφού πρώτα έχει πραγματοποιηθεί επίσκεψη σε αυτήν από μία ομάδα του ΔΝΤ, η οποία συλλέγει οικονομικά, λογιστικά και στατιστικά στοιχεία και συζητά με τους ιθύνοντες για τις οικονομικές εξελίξεις και την οικονομική τους πολιτική. Αντίστοιχες εκθέσεις καταρτίζονται και από την ΕΕ για τις χώρες μέλη της.
Με την Ελλάδα να διασύρετε διεθνώς τους τελευταίους μήνες εξαιτίας της οικονομικής της κατάστασης, να ‘τιμωρείται’ με δραματική αύξηση του κόστους δανεισμού της, να 'διαφημίζεται’ ως η 4η πιθανότερη χώρα προς πτώχευση στον κόσμο και να εξωθείται προς έναν μηχανισμό στήριξης ‘Φρανκεστάιν’, δημιούργημα της Γερμανίας και του ΔΝΤ, είναι ενδιαφέρον να δούμε τί κρύβεται στα συμπεράσματα παλαιότερων εκθέσεων του ΔΝΤ (και της ΕΕ) για την Ελλάδα, τόσο στην δεκαετία του ‘90 όσο και του 2000 και να τα συγκρίνουμε με τα τρέχοντα, για να διαπιστώσουμε αν, πράγματι, η σημερινή οικονομική κατάσταση είναι τόσο τραγική όσο περιγράφεται, αν, όντως, αποκλίνει αρνητικά σε μεγάλο βαθμό από αυτήν προηγούμενων ετών και δεκαετιών, αν αποτέλεσε μία δυσάρεστη έκπληξη για την ΕΕ, το ΔΝΤ και τις αγορές, αν χειροτέρεψε έναντι των υπόλοιπων χωρών εντός και εκτός Ευρώπης και τελικά αν η στροφή προς το ΔΝΤ ήταν αναπόφευκτη εξαιτίας της οικονομικής πραγματικότητας ή αν συνέβη και συμβαίνει κάτι διαφορετικό το οποίο αξίζει να αποκαλυφθεί και να εξεταστεί.
Σύγκριση του έτους κρίσης, 2010, με τις δεκαετίες ανάπτυξης του ‘90 και 2000
Σήμερα, στην περίοδο της ‘ελληνικής κρίσης’, το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ υπολογίζεται στο 110% - 114%, το δημοσιονομικό έλλειμμα στο 12,7%, το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών στο 8,8%, τα επιτόκια δανεισμού (βραχυπρόθεσμου και μακροπρόθεσμου) κατά μέσο όρο στο 7%, η ανεργία στο 10,6%, η ανάπτυξη του ΑΕΠ στο –1% με –2% και ο πληθωρισμός στο 3,9%.
Σύγκριση με τη δεκαετία του ‘90 (προ ευρώ)
Σύμφωνα με τις εκθέσεις του ΔΝΤ κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ‘90, το ελληνικό χρέος κυμάνθηκε, κατά μέσο όρο, στο 110% του ΑΕΠ, το δημοσιονομικό έλλειμμα στο 6%, το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών στο –13,5%, τα επιτόκια δανεισμού, περίπου, στο 13%, η ανεργία στο 10%, η ανάπτυξη του ΑΕΠ στο 2,5% και ο πληθωρισμός πάνω από 7%.
Έτσι, όσον αφορά στο χρέος και στην ανεργία η οικονομική κατάσταση, σήμερα, είναι ίδια με αυτήν σε όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του ‘90, όσον αφορά στα επιτόκια δανεισμού και στον πληθωρισμό είναι μακράν καλύτερη, όσον αφορά στο έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών καλύτερη, ενώ είναι 2 φορές χειρότερη όσον αφορά στο δημοσιονομικό έλλειμμα και σαφώς χειρότερη ως προς την ανάπτυξη του ΑΕΠ αφού σήμερα είναι αρνητική.
Σύγκριση με τη δεκαετία του ‘00 (μετά ευρώ)
Στη δεκαετία του 2000, το χρέος κυμάνθηκε στο 105% του ΑΕΠ, το δημοσιονομικό έλλειμμα στο 5%, το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών στο 11%, τα επιτόκια δανεισμού στο 5,5%, η ανεργία στο 10%, η ανάπτυξη του ΑΕΠ στο 3,5% –4% και ο πληθωρισμός στο 3,5% – 4%.
Έτσι, όσον αφορά στο χρέος και στην ανεργία η οικονομική κατάσταση, σήμερα, είναι ίδια και με αυτήν σε όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του ‘00, το δημοσιονομικό έλλειμμα είναι 150% μεγαλύτερο, τα επιτόκια δανεισμού είναι κατά 30% υψηλότερα, το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών είναι μικρότερο, η ανάπτυξη του ΑΕΠ και πάλι μικρότερη, αφού στο 2010 είναι αρνητική, ενώ ο πληθωρισμός κυμαίνεται στα ίδια επίπεδα.
Είναι το χρέος και το δημοσιονομικό έλλειμμα οι αιτίες της ελληνικής κρίσης;
Από την παραπάνω σύγκριση είναι προφανές, πως η σημερινή οικονομική κατάσταση της Ελλάδας δεν είναι χειρότερη από αυτή των προηγούμενων 10 και 20 ετών ως προς το χρέος, την ανεργία, τον πληθωρισμό και το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών. Όσον αφορά στο επιτόκιο δανεισμού η Ελλάδα δανείστηκε, σε όλη τη δεκαετία του ‘90, με κόστος 85% μεγαλύτερο από το τρέχον και κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 2000 με κόστος 30% χαμηλότερο από το τρέχον, με το μέσο κόστος δανεισμού και στις δύο δεκαετίες στο 9,25%, δηλαδή αρκετά υψηλότερο από τη τρέχον. Επομένως η μόνη διαφορά του σήμερα με το χθες έγκειται στο δημοσιονομικό έλλειμμα και το ρυθμό ανάπτυξης.
Ξεκινώντας από το δεύτερο, σύμφωνα με έκθεση του ΔΝΤ για την παγκόσμια οικονομία, που δημοσιεύτηκε στις 26 Ιανουαρίου του 2010, η καταγραφή αρνητικών ρυθμών ανάπτυξης αποτελεί παγκόσμιο φαινόμενο, με το μέσο ρυθμό ανάπτυξης των αναπτυγμένων οικονομιών (στις οποίες συμπεριλαμβάνεται και η Ελλάδα) να έχει βουλιάξει στο –8.2% στα μέσα του 2008 και με την ανάρρωση να καταγράφεται μόνο μεταξύ των μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου, όπως των ΗΠΑ, της Γερμανίας, της Βρετανίας κλπ.
Όσον αφορά στο πρώτο, το δημοσιονομικό έλλειμμα, σύμφωνα με το ΔΝΤ, αυτό αυξήθηκε δραματικά διεθνώς και αναμένεται να αυξηθεί ακόμη περισσότερο, ιδιαίτερα στις χώρες που κατάφεραν να περάσουν από αρνητική σε θετική ανάπτυξη του ΑΕΠ, καθώς προσπαθούν να βοηθήσουν τις οικονομίες τους να σταθεροποιηθούν πριν λάβουν μέτρα για τη μείωση του ελλείμματος, πολιτική που το ΔΝΤ ‘χαιρετίζει’ και ‘υποστηρίζει’.
Συγκεκριμένα, στην έκθεση του ΔΝΤ για τη Γερμανική οικονομία, η οποία δημοσιεύτηκε στις 30 Μαρτίου του 2010, διαβάζουμε τα εξής: ‘Η (γερμανική) κυβέρνηση αύξησε τις δημόσιες δαπάνες, προχώρησε σε μείωση της φορολογίας και χρηματοδότησε νέες θέσεις εργασίας με αποτέλεσμα να δώσει ώθηση στην καταναλωτική ζήτηση στο 2009 αλλά επίσης αύξησε και το δημοσιονομικό έλλειμμα στο 3,25% από 0,2% τον προηγούμενο χρόνο, με στόχο να αυξηθεί περαιτέρω στο 5,7% του ΑΕΠ το 2010, δηλαδή σχεδόν στο διπλάσιο από το όριο της συμφωνίας σταθερότητας της ΕΕ. Οι διοικητές του ΔΝΤ χαιρετούν τη στρατηγική της γερμανικής κυβέρνησης, η οποία συνδυάζει τη βραχυπρόθεσμη στήριξη της οικονομίας με τη δέσμευση για την λήψη μέτρων για τη μείωση του ελλείμματος στο μεσοπρόθεσμο ορίζοντα.
Επίσης, (οι διοικητές του ΔΝΤ) υποστηρίζουν τη συνέχιση της πολιτικής τόνωσης της οικονομίας καθώς η ανάρρωση παραμένει εύθραυστη και βλέπουν την ανάγκη για την αρχή λήψης δημοσιονομικών μέτρων όταν πια η ανάρρωση γίνει αυτόνομη και δε χρειάζεται τη στήριξη της κυβέρνησης, κάτι που προβλέπεται να συμβεί στο 2011. Στο μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, οι διοικητές του ΔΝΤ θεωρούν πως το να καταφέρει η Γερμανία να πετύχει τους δημοσιονομικούς στόχους της Ευρώπης θα τη βοηθήσει να προετοιμαστεί για τις προκλήσεις που πηγάζουν από τον υψηλό μέσο όρο ηλικίας του πληθυσμού της αλλά και θα ενισχύσουν την δημοσιονομική πολιτική σε ολόκληρη την ευρωζώνη.”
Έτσι, με τη Γερμανία να αυξάνει το δημοσιονομικό της έλλειμμα κατά 2,750% προκειμένου να στηρίξει την οικονομία της και να τη βοηθήσει να περάσει από αρνητική σε θετική ανάπτυξη, προγραμματίζοντας τη λήψη μέτρων μείωσης του αφού πρώτα η οικονομία της σταθεροποιηθεί και με το ΔΝΤ να επικροτεί και να στηρίζει ξεκάθαρα αυτήν την πολιτική, φαίνεται, τουλάχιστον, παράξενο, ότι Γερμανία, ΔΝΤ και αγορές ‘μαστιγώνουν’ την Ελλάδα για την αύξηση του δημοσιονομικού της ελλείμματος εν καιρώ κρίσης και της επιβάλλουν μία εκ διαμέτρου αντίθετη πολιτική με αυτήν που ακολουθούν οι Γερμανοί, Αμερικανοί, Βρετανοί, Γάλλοι κλπ, υπονομεύοντας την ελληνική οικονομία και βάζοντας την σε ένα εξαιρετικά επικίνδυνο δρόμο περαιτέρω μείωσης της ανάπτυξης και αύξησης της ανεργίας, με στόχο την άμεση μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος, στη χειρότερη χρονική στιγμή.
********
Στο 1ο μέρος της ανάλυσης είδαμε πως η αύξηση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων αναγνωρίζεται ως παγκόσμια τάση από το ΔΝΤ και έτσι η Ελλάδα δεν αποτελεί εξαίρεση σε καμία περίπτωση. Όμως, ως παγκόσμια τάση, κατά τη διάρκεια της κρίσης, αναγνωρίζεται και αυτή της αύξησης του δημόσιου χρέους, σύμφωνα με στοιχεία που παρουσίασε στο Παρίσι την 1η Μαρτίου 2010 ο αναπληρωτής διευθυντής του ΔΝΤ John Lipsky ο οποίος είπε τα εξής σχετικά με το θέμα: “Είναι κοινώς αποδεκτό πως η επιτυχία των μέτρων ενάντια στην κρίση, τα οποία ελήφθησαν το τελευταίο έτος, αντικατόπτρισαν τη θετική επιρροή που είχε η, άνευ προηγουμένου, δημοσιονομική τόνωση που σχεδιάστηκε τόσο από τις χώρες της G20 όσο και από άλλες χώρες. Ωστόσο, αυτές οι, μεγάλης κλίμακας, προσπάθειες, δεν ήταν χωρίς κόστος. Αντίθετα, ακόμη και αν επιβεβαιωθούν οι παλαιότερες (και όχι οι πιο πρόσφατες) προβλέψεις μας, η κρίση θα αφήσει βαριά δημοσιονομικά σημάδια.
Προβλέπουμε πως το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ στις αναπτυγμένες χώρες θα αυξηθεί, κατά μέσο όρο, από 75% στο τέλος του 2007, στο 110% του ΑΕΠ στο τέλος του 2014, ακόμη και αν προλάβουν να έχουν σταματήσει τα μέτρα δημοσιονομικής τόνωσης στο μεσοδιάστημα. Μέχρι το 2014 το δημόσιο χρέος θα είναι κοντά ή θα έχει ξεπεράσει το 85% του ΑΕΠ σε όλες τις οικονομίες της ομάδας G7 με εξαίρεση αυτήν του Καναδά. Ήδη, μέσα στο 2010, το μέσο δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ στις αναπτυγμένες χώρες προβλέπεται να φτάσει σε επίπεδα υψηλότερα από αυτά του 1950, δηλαδή μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.”
Με το ελληνικό χρέος να κυμαίνεται σήμερα στο 110 – 114% του ΑΕΠ και με την πρόβλεψη του ΔΝΤ ότι μέσα στα επόμενα 3,5 χρόνια αυτός θα είναι ο μέσος όρος των αναπτυγμένων κρατών διεθνώς, η Ελλάδα δε φαντάζει τόσο ‘εξωγήινη’ όσο περιγράφεται τους τελευταίους μήνες από τα διεθνή ΜΜΕ, ιδιαίτερα αν σκεφτεί κανείς πως παραμένει πολύ κοντά στο μέσο όρο της των τελευταίων 20 ετών. Έτσι, ούτε η αύξηση του ελληνικού δημοσιονομικού ελλείμματος αλλά ούτε και αύξηση του ελληνικού χρέους δεν είναι δυνατόν να προκάλεσαν έκπληξη στο ΔΝΤ, την ΕΕ και τις αγορές, αφού πρόκειται για τη μείζονα τάση του σήμερα, διεθνώς. Αντίθετα, έκπληξη θα ήταν η Ελλάδα να αποτελέσει την εξαίρεση και να καταφέρει να μειώσει το έλλειμμα και το χρέος της ενώ αντιμετωπίζει τη διεθνή κρίση και την ώρα που οι υπόλοιπες χώρες ανά τον κόσμο αυξάνουν το χρέος και τα ελλείμματα τους.
Μήπως, όμως, είναι το μέγεθος, αυτό καθ’ αυτό, του ελληνικού δημοσιονομικού ελλείμματος υπεύθυνο για την ελληνική κρίση καθώς είναι το μεγαλύτερο μεταξύ των αναπτυγμένων κρατών διεθνώς; Λαμβάνοντας υπόψη πως κυμαίνεται στο 12,7% του ΑΕΠ, όταν ο μέσος όρος των πρώτων 6 χωρών σε δημοσιονομικό έλλειμμα (συμπεριλαμβανομένης της Ισπανίας, Γαλλίας, ΗΠΑ) κυμαίνεται στο 10,41%, των πρώτων 9 χωρών σε 9,61%, ενώ ο μέσος όρος της ΕΕ κυμαίνεται στο 7%, το ελληνικό έλλειμμα, σίγουρα είναι το μεγαλύτερο αλλά και πάλι δε φαντάζει καθόλου εξωπραγματικό, αποκλίνοντας κατά 1,4% από αυτό των ΗΠΑ, 1,5% από το Ισπανικό και 0,2% από το Ιρλανδικό.
Ίσως, τότε, φταίει το γεγονός ότι ξαφνιάσαμε το ΔΝΤ, την ΕΕ και τις αγορές όταν, μετά τις πρόσφατες εκλογές, παραδεχτήκαμε ότι το έλλειμμα ήταν πολύ μεγαλύτερο απ’ ότι δηλώναμε μέχρι εκείνη τη στιγμή αλλά και όταν αποκαλύφθηκε η συμφωνία των αρχών της δεκαετίας του 2000 για την απόκρυψη τμήματος του δημοσίου χρέους. Αν και η παραδοχή για το έλλειμμα έγινε με το γνωστό δραματικό τρόπο που συνηθίζεται απ’ όλες τις ελληνικές κυβερνήσεις και αν και η αποκάλυψη για τη συμφωνία προβλήθηκε με το γνωστό τρόπο που προβάλλονται τα ‘σκάνδαλα’ από τα ΜΜΕ, ούτε και σε αυτήν την περίπτωση το σοκ που προκλήθηκε μπορεί να ήταν ιδιαίτερα μεγάλο, τουλάχιστον όχι στον βαθμό που να θεωρηθεί ουσιαστικά υπεύθυνο για την ελληνική κρίση.
Αυτό, γιατί, σύμφωνα με πληθώρα εκθέσεων της ΕΕ, τα ελληνικά στατιστικά στοιχεία τελούν υπό αμφισβήτηση, σταθερά, από το 1996 και μετά ενώ τα παραδείγματα που επιβεβαίωσαν το βάσιμο της καχυποψίας των Ευρωπαίων και του ΔΝΤ ενώ δεν υπάρχει, σχεδόν, καμία έκθεση του ΔΝΤ ή της ΕΕ που να μην κάνει, έστω έμμεση, αναφορά στην αμφισβητούμενη ποιότητα των ελληνικών στατιστικών στοιχείων, θεωρώντας ότι η πραγματική εικόνα είναι διαφορετική προς το χειρότερο. Ενδεικτικά της θέσης της ΕΕ για το θέμα, είναι τα ακόλουθα σχετικά που αναφέρονται σε έκθεση της: “Συμπερασματικά, φαίνεται πως από το 1996 και μετά, παρά τις επαναλαμβανόμενες επιβεβαιώσεις των ελληνικών αρχών για το αντίθετο, οι κανόνες (για την συλλογή στατιστικών στοιχείων) δεν εφαρμόστηκαν πλήρως. Μία πλήρης σχετική ανάλυση ίσως να έπρεπε να κάνει έναν επανέλεγχο του δημόσιου χρέους και του δημοσιονομικού ελλείμματος για αυτά τα χρόνια.”
Όσον, δε, αφορά στο θέμα της συμφωνίας με την Goldman, γι’ αυτήν ήταν ενήμερη η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μέσω της Τράπεζας της Ελλάδας και φυσικά και το ΔΝΤ, το οποίο έχει άψογες και στενές σχέσεις με την Goldman, ενώ είναι κοινό μυστικό πως τέτοιου είδους συμφωνίες έχουν γίνει και από πολλές άλλες χώρες, αν όχι τις περισσότερες, με τη μία ή την άλλη μορφή. Έτσι, η απόλυτη αλήθεια είναι ότι είμαστε η τελευταία χώρα στην Ευρώπη που θα μπορούσε να σοκάρει με την αποκάλυψη τέτοιου είδους στοιχείων.
Οι πραγματικές αιτίες της ελληνικής κρίσης
Αν, όμως, υπεύθυνοι για την κρίση δεν ήταν το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ, ούτε το μέγεθος του δημοσιονομικού ελλείμματος ή κάποιο άλλο οικονομικό στοιχείο της Ελλάδας αλλά ούτε και το σοκ που υποτίθεται ότι προκλήθηκε από τις πρόσφατες ‘αποκαλύψεις’, τότε πού πρέπει να αναζητήσουμε την ρίζα του κακού;
1) Η εξήγηση / πρόβλεψη του ΔΝΤ από τις αρχές του 2008
Το ΔΝΤ σε έκθεση του για την ελληνική οικονομία που ολοκληρώθηκε το Μάρτιο του 2008, αφού πρώτα υποστηρίζει πως “η Ελληνική οικονομία αναπτύχθηκε έντονα για αρκετά χρόνια” αναφέρει τα εξής: “Η αναμενόμενη χειροτέρευση του εξωτερικού περιβάλλοντος της Ελλάδας, οι υψηλότερες τιμές πετρελαίου, η χρηματοοικονομική αναταραχή, η σχετιζόμενη με όλα τα παραπάνω οικονομική επιβράδυνση των κυριότερων χωρών με τις οποίες συνεργάζεται οικονομικά και ένα δυνατότερο ευρώ, θα βάλουν τροχοπέδη στις προοπτικές ανάπτυξης της Ελλάδας.
Το πιθανότερο είναι οι προβλέψεις μας για την ελληνική οικονομία να έχουν απόκλιση από τις πραγματικές εξελίξεις οι οποίες μπορεί να οδηγήσουν σε μεγαλύτερη επιδείνωση από την αναμενόμενη, απορρέουσα από τη διεθνή χρηματοοικονομική αναταραχή. Μία τέτοια επιμονή της διεθνούς κρίσης, μπορεί να οδηγήσει σε μείωση της ρευστότητας των τραπεζών, στην εξάρτηση τους από χρηματοδότηση και στον εξαναγκασμό τους να αναβάλλουν τα επιχειρηματικά τους πλάνα. Επίσης, μία τέτοια επιμονή μπορεί να επιφέρει στις εξαγωγές ακόμη δυνατότερο χτύπημα από αυτό που υποθέτουμε στο βασικό μας σενάριο. Υπάρχει μία γενική συμφωνία ότι το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών θα παραμείνει σχετικά μεγάλο στο μεσοπρόθεσμο ορίζοντα.. και προβλέπεται να παραμείνει πάνω από το 14% του ΑΕΠ κατά την περίοδο 2008 – 2010”.
Από το 2000 και μετά, οι αναπτυγμένες χώρες μπήκαν σε έναν κύκλο μειωμένης ανάπτυξης, βιώνοντας μέσα σε μία δεκαετία 2 σφοδρές οικονομικές κρίσεις, την πρώτη το 2000-2003, με την κατάρρευση της αγοράς μετοχών και τη διεθνή οικονομική ύφεση και τη δεύτερη από τα μέσα του 2006 και μετά, με την κατάρρευση της αγοράς κατοικίας, πρώτα στις ΗΠΑ και στη συνέχεια σε πολλές χώρες, με την τραπεζική / χρηματοοικονομική κρίση, το χρηματιστηριακό κραχ του 2008 που ήταν το μεγαλύτερο από το 1929 και τη βαθιά διεθνή οικονομική ύφεση που ήταν η μεγαλύτερη των τελευταίων 80 ετών.
2) Οι συνέπειες της επιδείνωσης του διεθνούς περιβάλλοντος στην Ελλάδα
Στα τελευταία 3 χρόνια η Ελλάδα δεν άλλαξε ιδιαίτερα, όπως δεν έχει αλλάξει σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα ποτέ, στα τελευταία 30 χρόνια. Αυτό που άλλαξε ταχύτατα είναι το διεθνές περιβάλλον μέσα στο οποίο εντάσσεται και η Ελλάδα. Οι κύριες συνέπειες αυτής της πρωτοφανούς χειροτέρευσης του διεθνούς οικονομικού περιβάλλοντος ήταν (και στο μεγαλύτερο βαθμό είναι ακόμη) τέσσερις: α) μία κρίση ρευστότητας, καθώς το κεφάλαιο έγινε είδος υπό εξαφάνιση, β) μία κρίση ανάπτυξης, καθώς όλες οι οικονομίες του κόσμου (με ελάχιστες εξαιρέσεις) είδαν τις οικονομίες τους να συρρικνώνονται και το ΑΕΠ τους να περνά ταχύτητα από θετική σε αρνητική ανάπτυξη, γ) μία κρίση εκτίναξης του δημόσιου χρέους και των δημοσιονομικών ελλειμμάτων, καθώς όλα τα κράτη στράφηκαν στο δανεισμό και στην αύξηση των δημοσίων δαπανών προκειμένου να εμποδίσουν τις οικονομίες τους από το πέσουν σε ‘χειμέρια νάρκη’ και δ) μία κρίση ψυχολογίας, καθώς πολίτες και πολιτικοί βρέθηκαν με την πλάτη στον τοίχο, με τους πρώτους να βιώνουν στο έπακρο τις συνέπειες της οικονομικής ύφεσης και τους δεύτερους να προσπαθούν να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων αναζητώντας λύσεις σε ένα πρόβλημα που στο μυαλό τους έμοιαζε άλυτο.
Στην Ελλάδα το χρηματιστήριο καταρρακώθηκε από τις 5346 μονάδες στις 1457 χάνοντας το 73% της αξίας του σε 1,5 χρόνο. Ακόμη και αν το διεθνές περιβάλλον έσφυζε από υγεία, ένα κραχ τέτοιου μεγέθους θα ήταν από μόνο του αρκετό να ρίξει την ελληνική οικονομία σε ύφεση, καθώς οι μεγαλύτερες εταιρίες της χώρας είδαν τις κεφαλαιοποιήσεις τους να εξανεμίζονται και τα επιχειρηματικά τους πλάνα να τινάζονται στον αέρα, με αποτέλεσμα να παγώσουν τις επενδύσεις και τις προσλήψεις τους και σε πολλές περιπτώσεις να περάσουν σε απολύσεις.
Το χτύπημα στον, κατά τα άλλα υγιή ελληνικό τραπεζικό κλάδο, ήταν βαρύ και όπως ακριβώς είχε προβλέψει το ΔΝΤ στη σχετική του έκθεση το Μάρτιο του 2008, η Ελλάδα βίωσε τη δική της τραπεζική κρίση και συνάμα μία μεγάλη κρίση ρευστότητας, που στέγνωσε την αγορά από κεφάλαια, προκαλώντας οικονομικό στραγγαλισμό σε χιλιάδες επιχειρήσεις και περαιτέρω πάγωμα των προσλήψεων, αύξηση των απολύσεων και τροφοδότηση ενός βάναυσου κύκλου οικονομικής ταλαιπωρίας. Οι μεγάλες Κεντρικές Τράπεζες επέβαλλαν την αύξηση των αποθεματικών των τραπεζών και την υιοθέτηση σκληρότερων κριτηρίων δανειοδότησης με αποτέλεσμα η χρηματοδότηση ιδιωτών και επιχειρήσεων να σταματήσει ξαφνικά, προκαλώντας έμφραγμα στην οικονομία. Μέχρι το 2008 οι τράπεζες ‘κυνηγούσαν’ τους πολίτες για να τους πείσουν να πάρουν δάνεια και από το 2008 και μετά τους ψάχνουν μόνο για να τα αποπληρώσουν.
3) Καθυστέρηση στην κατανόηση του μεγέθους της κρίσης
Η τρέχουσα κρίση, είχε φανεί, τουλάχιστον, από το καλοκαίρι του 2006, ενώ ήταν δεδομένη σε όλο το 2007. Παρόλα αυτά η Ελλάδα φάνηκε να αντιμετωπίζει το θέμα υπεροπτικά, ποντάροντας στη μειωμένη έκθεση του τραπεζικού της κλάδου σε τοξικά προϊόντα και αδυνατώντας να δει τη συνολική εικόνα του προβλήματος. Έτσι, υπήρξε μία κρίσιμη καθυστέρηση ως προς την κατανόηση της φύσης της κρίσης, η οποία έφερε τη χώρα προ δυσάρεστων εκπλήξεων.
4) Αργοπορία στη λήψη μέτρων εναντίον της κρίσης
Συνέπεια της παραπάνω καθυστέρησης ήταν η αργοπορία και στη λήψη μέτρων εναντίον της κρίσης τα οποία, όταν πλέον, πάρθηκαν, ήταν αποσπασματικά και όχι αρκετά για να οδηγήσουν στην αντιμετώπιση του προβλήματος.
5) Ο πανικός των πολιτικών και η πολιτική αναταραχή
Ο πανικός που έχουν επιδείξει οι πολιτικοί όλων των πλευρών κατά τη διάρκεια της τρέχουσας κρίσης και η πολιτική αναταραχή που ξέσπασε εξαιτίας της αποτέλεσε τον καταλύτη για την μετατροπή της ύφεσης σε ‘κρίση’. Μελετώντας τις τάσεις των επιτοκίων δανεισμού των ελληνικών ομολόγων διαπιστώνουμε πως τόσο οι δηλώσεις του κυρίου Σημίτη, σε χρόνο ανύποπτο, για στροφή της Ελλάδας στο ΔΝΤ ενώ η χώρα είναι μέλος της ΕΕ, όσο οι πρόωρες εκλογές και ο τρόπος με τον οποίο αυτές κηρύχθηκαν από την κυβέρνηση Καραμανλή αλλά και η αντίδραση της νέας κυβέρνησης που αποφάσισε να προβάλλει σε όλον τον κόσμο με τον πλέον δραματικό τρόπο ότι το δημοσιονομικό έλλειμμα της χώρας ήταν πολύ μεγαλύτερο από αυτό που μέχρι τότε, επίσημα, παραδεχόμασταν, έγιναν αντικείμενο εκμετάλλευσης και προκάλεσαν αύξηση του ελληνικού κόστους δανεισμού.
6) Η χρήση του πανικού για την λήψη δημοσιονομικών μέτρων
Στη συνέχεια, ο διαρκώς αυξανόμενος πανικός σχετικά με τη δραματική οικονομική κατάσταση της Ελλάδας, ο οποίος διαφημίστηκε με τον πλέον άκομψο και φοβικό τρόπο εντός της Ελλάδας προκειμένου να ‘περάσουν’ τα δημοσιονομικά μέτρα, επιδείνωσε την κατάσταση και έκανε τη χώρα μας νο1 υποψήφια για την εξυπηρέτηση μίας σειράς διεθνών συμφερόντων που, θα δούμε παρακάτω.
7) Τα διεθνή συμφέροντα και η επιλογή της Ελλάδας ως παράδειγμα προς αποφυγήν
Ο κόσμος, σήμερα, μοιάζει με ένα κέντρο αποτοξίνωσης όπου τα κράτη είναι ασθενείς εθισμένοι στο χρέος και στα υπερβολικά ελλείμματα. Όταν κάποιος δανείζεται, αυτό σημαίνει πως υπάρχει κάποιος που του δανείζει και στα 2 τελευταία χρόνια ο δανεισμός ανέρχεται σε δεκάδες τρις δολάρια. Οι δανειστές θέλουν να εξασφαλίσουν ότι αυτά τα χρήματα (και οι τόκοι) θα επιστραφούν και για να συμβεί αυτό τα κράτη θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικά από εδώ και στο εξής. Έτσι, οι δανειστές, έπαιξαν το ρόλο των καθηγητών που θέλουν να δώσουν στους μαθητές ένα μάθημα του τί μπορεί να πάθουν αν δεν είναι συνεπείς ως προς τις υποχρεώσεις τους. Προκειμένου να συμβεί αυτό έπρεπε να επιλεγεί ένας ‘κακός μαθητής’ ως παράδειγμα και δυστυχώς η Ελλάδα, κάνοντας όλα όσα αναφέραμε παραπάνω, ήταν σα να σηκώνει το χέρι της και να αυτοπροτείνεται για το συγκεκριμένο ρόλο.
8) Οι κερδοσκόποι εκμεταλλεύονται την κατάσταση κερδοσκοπώντας στα ελληνικά ομόλογα
Με την Ελλάδα να προβάλλεται ως το παράδειγμα προς αποφυγήν και τα επιτόκια δανεισμού της να αποκτούν ανοδική τάση, βρέθηκαν μία σειρά κερδοσκόπων που εκμεταλλεύτηκαν στο έπακρο την κατάσταση, προκαλώντας μία ανοδική φούσκα στα επιτόκια δανεισμού. Η φούσκα έχει την τάση να φουσκώνει και κάποτε θα σπάσει αλλά μέχρι τότε, δοκιμάζει επικίνδυνα τα όρια αντοχής της χώρας. Υπάρχουν πολλοί τρόποι κερδοσκοπίας εναντίον της Ελλάδας και εδώ θα αναφέρω τον πιο συνηθισμένο: καθώς οι κερδοσκόποι διαπιστώνουν μία δυνατή πτωτική τάση των ελληνικών ομολόγων (με παράλληλη αύξηση των επιτοκίων τους αφού ομόλογα και επιτόκια κινούνται αντίθετα), δανείζονται από τράπεζες ελληνικά ομόλογα έναντι ενός μικρού τιμήματος και τα πουλούν στην αγορά στην τρέχουσα τιμή, ελπίζοντας σε περαιτέρω πτώση. Αν, πράγματι, τα ομόλογα πέσουν, τότε μπορούν να τα αγοράσουν σε χαμηλότερη τιμή από αυτήν που τα πούλησαν και να τα επιστρέψουν στην τράπεζα απ’ όπου τα δανείστηκαν. Με αυτόν τον τρόπο πολλά hedge funds έχουν αυξήσει το κεφάλαιο τους κατά 200% – 400% τους τελευταίους μήνες, στην πλάτη της Ελλάδας, ενώ παράλληλα κερδίζουν και οι τράπεζες που τους δάνεισαν τα ελληνικά ομόλογα, που σε ένα πολύ σημαντικό ποσοστό είναι γερμανικές.
9) Κερδοσκοπία και χρηματιστηριακή επίθεση στο ΧΑ
Την κατάσταση εκμεταλλεύτηκαν διεθνή κεφάλαια ποντάροντας στην πτώση του ΧΑ, εκμεταλλευόμενα την αρνητική παρέμβαση που ασκήθηκε από το έξυπνο χρήμα ιδιαίτερα στον τραπεζικό κλάδο. Ο ΓΔ και οι τραπεζικές μετοχές κατέρρευσαν, επιτείνοντας το χρηματοπιστωτικό σοκ της Ελλάδας και προκαλώντας ακόμη μεγαλύτερες ευκαιρίες για κερδοσκοπικά παιχνίδια στην αγορά ομολόγων.
10) Η κατάρρευση του κυβερνητικού προγραμματισμού εξαιτίας της απογείωσης των επιτοκίων δανεισμού και της αυξανόμενης αδυναμίας αναχρηματοδότησης του χρέους και των ελλειμμάτων
Όπως είδαμε στο 1ο τμήμα της ανάλυσης, η Ελλάδα δανείζονταν κατά τη διάρκεια του ‘90 με επιτόκια αισθητά μεγαλύτερα του 10% χωρίς να αντιμετωπίζει πρόβλημα αναχρηματοδότησης του χρέους της. Τότε, όμως, ο οικονομικός προγραμματισμός των εκάστοτε κυβερνήσεων γίνονταν λαμβάνοντας υπόψη του επιτόκια τέτοιου ύψους. Αντίθετα, μετά την είσοδο στην ΕΕ τα επιτόκια δανεισμού αποκλιμακώθηκαν και έτσι οι επόμενες κυβερνήσεις έκαναν τον οικονομικό προγραμματισμό τους στηριζόμενες σε προβλέψεις για χαμηλά επιτόκια. Η απότομη αύξηση τους, λοιπόν, έβγαλε εκτός τροχιάς τον ελληνικό προϋπολογισμό και προκάλεσε ένα δυνατό χρηματοπιστωτικό σοκ στη χώρα, η οποία βρέθηκε να δυσκολεύεται ολοένα και περισσότερο να αναχρηματοδοτήσει το χρέος της με επιτόκια που κάποτε φαίνονταν μικρά.
11) Η ελληνική κρίση ως ‘φάρμακο’ για την παγκόσμια οικονομία.
Όπως έχω γράψει αναλυτικά σε άλλα άρθρα μου η ελληνική κρίση, άπαξ και ξεκίνησε, συντέλεσε στην ανάπτυξη της Ευρώπης και κυρίως της Γερμανίας αλλά και στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων των ΗΠΑ και της Ασίας. Η Ευρώπη ‘αναστήθηκε’ από την πτώση του ευρώ, ενώ οι ΗΠΑ και η Ασία πέτυχαν την ανατίμηση των νομισμάτων τους την οποία χρειάζονταν άμεσα. Καθώς όλοι κερδίζουν από την κρίση της Ελλάδας και κυρίως οι Γερμανοί, που είναι και οι κατεξοχήν αρμόδιοι για να λάβουν τις σημαντικότερες αποφάσεις για την αποκλιμάκωση της, κανείς δε φαίνεται να βιάζεται να βρεθεί μία λύση.
Αυτές είναι οι βασικότερες αιτίες της ελληνικής κρίσης, η οποία φαίνεται, τελικά, να είναι πολύ λιγότερο ‘ελληνική’ απ’ όσο προβάλλεται και πολύ περισσότερο ευρωπαϊκή και διεθνής απ’ όσο οι εταίροι μας και το ΔΝΤ θέλουν, πλέον, να παραδεχτούν. Η κατάσταση επιδεινώθηκε εξαιτίας του θεάτρου παραλόγου που παίχτηκε σχετικά με την ‘συμφωνία’ στήριξης της Ελλάδας, με τη Γερμανία να μπλοκάρει μία αμιγώς ευρωπαϊκή βοήθεια και να μας στρέφει προς το ΔΝΤ, την Ελλάδα να δηλώνει πως δε ζητά χρήματα από κανέναν την ώρα που διαπραγματεύονταν έναν μηχανισμό χρηματοδότησης και ενώ γυρνούσε από Ασία σε Αμερική προκειμένου να βρει νέους δανειστές, το ΔΝΤ να δηλώνει έτοιμο να βοηθήσει αλλά και να τονίζει πως η Ελλάδα δε ζήτησε τη βοήθεια του και όλους τους παραπάνω να ανακοινώνουν, τελικά, πως επετεύχθη μία συμφωνία στήριξης, χωρίς να δημοσιεύουν καμία λεπτομέρεια γι’ αυτήν. Και όταν, πια, ανακοινώθηκαν οι όροι της συμφωνίας, η κατάσταση έγινε ακόμη χειρότερη καθώς το επιτόκιο δανεισμού που συμφωνήθηκε ήταν μεγαλύτερο από αυτό με το οποίο το ΔΝΤ δανείζει σε όλες τις υπόλοιπες, πλην της Ελλάδας, χώρες του κόσμου, καθώς η Γερμανία ζήτησε την επιπλέον επιβολή τόκου από την οποία και θα ωφεληθεί, κυρίως, η ίδια.
Στο 3ο και τελευταίο μέρος της ανάλυσης θα δούμε πώς μπορούμε να βγούμε από την κρίση αλλά και θα αποκαλύψουμε στοιχεία για τα σχέδια και τις προτάσεις του ΔΝΤ σχετικά με αυτήν.
Πάνος Παναγιώτου - Διευθυντής ΕΚΤΑ:
info@ekta1.gr