Η Τρόικα, η δραχμή και το ευρώ (α)
Τα κοινωνικά επακόλουθα της πολιτικής λιτότητας είναι τρομακτικά – αφού το 40% περίπου του πληθυσμού ζει κάτω ή κοντά στα όρια της φτώχειας. Εκτός αυτού, η δραστική μείωση των δημοσίων δαπανών έχει οδηγήσει το εθνικό μας σύστημα υγείας στην άκρη του γκρεμού – με τα δημόσια σχολεία να ευρίσκονται σε άθλια κατάσταση, καθώς επίσης με τη μετανάστευση των Ελλήνων να λαμβάνει τεράστιες διαστάσεις (μόνο προς τη Γερμανία, το 2012 σε σχέση με το 2011, διαπιστώθηκε αύξηση 73%).
Φυσικά η συρρίκνωση της ελληνικής οικονομίας δεν θα διατηρηθεί επ’ άπειρον οπότε, κάποια στιγμή, νομοτελειακά, θα ακολουθήσει η ανάπτυξη – αν και από μία πάρα πολύ χαμηλή «αφετηρία». Εκείνη τη στιγμή είναι αναμενόμενο ότι, οι υποστηρικτές των μνημονίων και της Τρόικας, θα ξεσπάσουν σε ζητωκραυγές, ισχυριζόμενοι πως η πολιτική τους στέφθηκε με επιτυχία – επομένως, ότι χρειαζόταν απλά χρόνος και υπομονή, για να έχουν το αναμενόμενο αποτέλεσμα οι «διαρθρωτικές» αλλαγές.
Θεωρούμε απόλυτα βέβαιο πως δεν θα αναφερθούν στις τεράστιες οικονομικές ζημίες που θα έχουν προκληθεί μέχρι τότε – πόσο μάλλον στο ότι θα απαιτηθούν πολλές δεκαετίες για να δημιουργηθούν ξανά οι εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας, οι οποίες καταστράφηκαν μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα. Είναι επίσης σίγουρο το ότι, δεν θα γίνει καμία απολύτως αναφορά στην ανθρώπινη οδύνη, την οποία προκάλεσαν χωρίς κανέναν απολύτως λόγο, τα εγκληματικά μέτρα της Τρόικας – ούτε στην εξαθλίωση χιλιάδων πολιτών ή στις αυτοκτονίες που προηγήθηκαν.
Ολοκληρώνοντας, είναι απολύτως βέβαιο πως η Τρόικα θα αντισταθεί σθεναρά σε οποιαδήποτε προσπάθεια εκδίωξης της, πριν φέρει εις πέρας την αποστολή της – μη διστάζοντας ακόμη και να «οργανώσει» εγκλήματα ή άλλου είδους «προβοκάτσιες», για να τρομοκρατήσει την κοινωνία, έτσι ώστε να μην αντιδράσει.
Ανάλυση
Με πολύ απλά λόγια, οι κενές «αντιμνημονιακές ιαχές» επιτρέπουν την ελεγχόμενη διαφυγή του ατμού από την κατσαρόλα που βράζει, οπότε εμποδίζουν την έκρηξη της. Ακόμη χειρότερα, λειτουργούν όπως στο παράδειγμα του βατράχου, ο οποίος συνηθίζει σιγά σιγά το ζεστό νερό, παρά το ότι γίνεται σταδιακά καυτό – με αποτέλεσμα να μην αντιδράει και να πεθαίνει ήρεμος.
Ολοκληρώνοντας την εισαγωγή μας, όλα όσα έχουν συμβεί μέχρι στιγμής, τεκμηριώνουν δυστυχώς, με τον χειρότερο δυνατό τρόπο, τα συμπεράσματα μας – αφού ημέρα με την ημέρα επιδεινώνονται τα οικονομικά μεγέθη της πατρίδας μας,καθιστώντας όλο και πιο δύσκολη την «επιδιόρθωση» τους. Ειδικότερα τα εξής:
.
Η ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ
Σύμφωνα με την Τρόικα, η μείωση των μισθών και του κόστους παραγωγής θα είχε σαν αποτέλεσμα την αύξηση των εξαγωγών – οπότε προβλεπόταν ρυθμός ανάπτυξης 0,7% το 2011, καθώς επίσης 1,1% το 2012. Στην πραγματικότητα όμως, η Ελλάδα βυθίστηκε σε μία τρομακτική ύφεση της τάξης του -7,1% το 2011 και -6,4% το 2012, η οποία συνεχίζεται και το 2013 (-3,8%).
Οι προβλέψεις για ανάπτυξη στηριζόταν στην εσφαλμένη υπόθεση ότι, στην περίπτωση που το κράτος μειώνει τις δαπάνες του κατά 1 €, το ΑΕΠ περιορίζεται κατά 0,50 € – στη γνωστή έννοια δηλαδή του «πολλαπλασιαστή», για τον οποίο παραδέχθηκε το ΔΝΤ το λάθος του. Όπως αποδείχθηκε λοιπόν εκ των υστέρων, η μείωση των δαπανών του δημοσίου κατά 1 € περιορίζει το ΑΕΠ μεταξύ 2,5 € και 3,6 € - κάτι που δεν μπορούμε να θεωρήσουμε πως οφειλόταν σε λανθασμένη εκτίμηση του ΔΝΤ, το οποίο υποστηρίζεται από τους 10.000 οικονομολόγους της Παγκόσμιας Τράπεζας.
.
Όπως ήταν φυσικό, οι επενδύσεις στην Ελλάδα, οι οποίες είχαν αυξηθεί σημαντικά τα δύο χρόνια που προηγήθηκαν της κρίσης, κατέρρευσαν με τη σειρά τους (Διάγραμμα ΙΙ), περιοριζόμενες κατά περίπου 34 δις €, σε σχέση με το 2007 – φτάνοντας στο ναδίρ τους το πρώτο τρίμηνο του 2013, στα 25 δις €, το οποίο αποτελεί αρνητικό ρεκόρ για την Ελλάδα.
Η αιτία της τεράστιας μείωσης των επενδύσεων, η οποία φυσικά επιδείνωσε τα οικονομικά μεγέθη της Ελλάδας, ήταν προφανώς η μείωση της ζήτησης, σαν αποτέλεσμα του περιορισμού των μισθών, της αύξησης των φόρων, της ανεργίας κοκ. – αφού είναι εύλογο το ότι, κανένας δεν επενδύει σε μία χώρα, στην οποία οι προοπτικές πώλησης των προϊόντων που παράγει γίνονται συνεχώς πιο αρνητικές.
Η κατανάλωση στην Ελλάδα, ένας από τους σημαντικότερους «πυλώνες» του ΑΕΠ της, μειώθηκε από τις αρχές του 2010 κατά 30 δις € – ενώ οι εξαγωγές, ο μοναδικός τομέας που παρουσίασε αύξηση κατά 8 δις € (αν και παροδικά), δεν μπόρεσαν φυσικά να καλύψουν τη μείωση των δημοσίων δαπανών κατά 13 δις €, στο ίδιο χρονικό διάστημα.
Επομένως, ήταν νομοτελειακή η κατάρρευση του ΑΕΠ, δυστυχώς ακόμη και συγκριτικά με τις άλλες χώρες του Νότου, όπως φαίνεται από το διάγραμμα ΙΙΙ που ακολουθεί. Προφανώς δε, ήταν εκ των προτέρων γνωστή αυτή η εξέλιξη στους εισβολείς, αφού είχαν ακριβή γνώση των «συστατικών» του ελληνικού ΑΕΠ, όπως ο κάθε αρχάριος οικονομολόγος – γεγονός που σημαίνει πως δεν επρόκειτο για λάθος, αλλά για μία σκόπιμη ενέργεια.
.
.
.
.
Ο ΜΥΘΟΣ ΤΗΣ ΑΥΞΗΣΗΣ ΤΗΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ
Χωρίς να επεκτεινόμαστε σε βαθύτερες οικονομικές ερμηνείες των οικονομικών δεικτών, οι οποίες μάλλον δυσκολεύουν την κατανόηση των πραγματικών γεγονότων, είναι σίγουρα ενδιαφέρουσα η «πραγματική σταθμισμένη συναλλαγματική ισοτιμία» του «ελληνικού ευρώ», σε σχέση με τα υπόλοιπα ευρώ – αφού, με τη βοήθεια της, «καταρρέει» εντελώς ο μύθος της (ανάλογης τουλάχιστον με τις εγκληματικές μειώσεις των μισθών), αύξησης της ανταγωνιστικότητας της χώρας μας.
.
.
.
Οι αιτίες τώρα, λόγω των οποίων δεν έχει αποτέλεσμα η στρατηγική της ανάπτυξης μέσω των εξαγωγών,με τη βοήθεια των χαμηλών αμοιβών και του περιορισμού του κόστους, είναι οι εξής:
(α) Εν πρώτοις σε μία χώρα όπως η Ελλάδα, οι εξαγωγές της οποίας αποτελούν ένα μικρό μόνο μέρος του ΑΕΠ της, συγκριτικά με την εσωτερική κατανάλωση, η μείωση των εισοδημάτων των Πολιτών είναι καταστροφική – με αποτέλεσμα οι εξαγωγές να μην μπορούν να ισορροπήσουν την κατάρρευση της εσωτερικής ζήτησης και η χώρα να βυθίζεται στην ύφεση.
(γ) Μία τρίτη αιτία είναι τα έμμεσα αποτελέσματα των μειώσεων των μισθών – με κυριότερο τον περιορισμό της παραγωγικότητας των εργαζομένων. Η μείωση της παραγωγικότητας, λόγω της απροθυμίας των εργαζομένων να προσπαθήσουν περισσότερο, όταν μειώνονται οι αμοιβές τους, εξουδετερώνει τη μείωση του κόστους παραγωγής από τη μείωση των μισθών.
(δ) Μία επόμενη αιτία είναι η μείωση των επενδύσεων, η οποία επιδεινώνει επίσης το κόστος παραγωγής. Υπάρχουν βέβαια πολλές άλλες αιτίες, στις οποίες όμως δεν θεωρούμε σκόπιμο να επεκταθούμε, στα πλαίσια ενός άρθρου που δεν πρέπει να κουράζει.
.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Από την παραπάνω μικρή αναφορά στα τεράστια προβλήματα που δημιούργησε στην πατρίδα μας η πολιτική της Τρόικας, φαίνεται καθαρά πως η Ελλάδα δεν έχει μέλλον, όσο συνεχίζει να ακολουθεί αυτά που της επιβάλλονται – ενώ πολύ σύντομα θα καταρρεύσει, με ελάχιστες πιθανότητες να ανακτήσει κάποτε το προηγούμενο βιοτικό της επίπεδο.
Είναι επομένως απόλυτα αναγκαίο να συνταχθεί άμεσα ένα ελληνικό επιχειρηματικό σχέδιο (Business plan), το οποίο να στηρίζεται αποκλειστικά και μόνο στις δυνάμεις της Ελλάδας. Το θέμα βέβαια δεν είναι μόνο η σύνταξη του συγκεκριμένου σχεδίου, βασικότερο στοιχείο του οποίου είναι η βραχυπρόθεσμη χρηματοδότηση της χώρας (απλούστερα, «τι θα κάναμε αύριο το πρωί, όταν θα διώχναμε την Τρόικα»), αλλά και ποια πολιτική παράταξη θα μπορούσε να το εφαρμόσει – κάτι που σίγουρα δεν συμπεραίνεται από τα προγράμματα των διαφόρων κομμάτων, τα οποία είναι μάλλον «ασκήσεις επί χάρτου» και θεωρίες χωρίς αντίκρισμα.
Με αυτό ακριβώς το θέμα θα ασχοληθούμε στο δεύτερο μέρος της ανάλυσης μας, την οποία θεωρήσαμε ότι έπρεπε να προλογίσουμε με τις παραπάνω αναφορές – ελπίζοντας να έγινε κατανοητό το ότι, ευρισκόμαστε ακριβώς στο χείλος του γκρεμού, ενώ θα χρειαστούν αρκετά κοπιώδη χρόνια για να διορθώσουμε την τεράστια καταστροφή που προκλήθηκε. Μπορούμε όμως, μπορούμε πολύ καλύτερα μόνοι μας, μπορούμε μόνο μόνοι μας και πρέπει να το κάνουμε – παραμένοντας βέβαια συνετοί, ρεαλιστές και χωρίς ανόητους, εάν όχι επικίνδυνους «ηρωισμούς».
Ολοκληρώνοντας, είναι μάλλον απαραίτητο να αναφέρουμε σήμερα, με την έννοια πως κάθε ημέρα που περνάει είναι κάτι περισσότερο από καταστροφική για την πατρίδα μας ότι, η αριστερά δεν έχει εκ των πραγμάτων καμία απολύτως πιθανότητα να διασώσει την Ελλάδα εντός της Ευρωζώνης – διατηρώντας το ευρώ δηλαδή, ως νόμισμα της χώρας, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι το θεωρούμε αναγκαίο.