Ἐγὼ τώρα ἐξαπλώνω ἰσχυρὰν δεξιὰν καὶ τὴν ἄτιμον σφίγγω πλεξίδα τῶν τυράννων δολιοφρόνων . . . . καίω τῆς δεισιδαιμονίας τὸ βαρὺ βάκτρον. [Ἀν. Κάλβος]


******************************************************
****************************************************************************************************************************************
****************************************************************************************************************************************

ΑΙΘΗΡ ΜΕΝ ΨΥΧΑΣ ΥΠΕΔΕΞΑΤΟ… 810 σελίδες, μεγέθους Α4.

ΑΙΘΗΡ ΜΕΝ ΨΥΧΑΣ ΥΠΕΔΕΞΑΤΟ… 810 σελίδες, μεγέθους Α4.
ΚΛΙΚ ΣΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΓΙΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

****************************************************************************************************************************************

TO SALUTO LA ROMANA

TO SALUTO  LA ROMANA
ΚΛΙΚ ΣΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΓΙΑ ΜΕΡΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
****************************************************************************************************************************************

ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΑΠΟΔΕΙΞΙΣ ΤΗΣ ΥΠΑΡΞΕΩΣ ΤΩΝ ΓΙΓΑΝΤΩΝ

ΕΥΡΗΜΑ ΥΨΗΛΗΣ ΑΞΙΑΣ ΚΑΙ ΜΟΝΑΔΙΚΗΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ ΤΟΣΟΝ ΔΙΑ ΤΗΝ ΜΕΛΕΤΗΝ ΤΗΣ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑΣ ΟΣΟΝ ΚΑΙ ΔΙΑ ΜΙΑΝ ΕΠΙΠΛΕΟΝ ΘΕΜΕΛΙΩΣΙΝ ΤΗΣ ΙΔΕΑΣ ΤΟΥ ΠΡΟΚΑΤΑΚΛΥΣΜΙΑΙΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΑΠΟΤΕΛΕΙ Η ΑΝΕΥΡΕΣΙΣ ΤΟΥ ΜΟΜΜΙΟΠΟΙΗΜΕΝΟΥ ΓΙΓΑΝΤΙΑΙΟΥ ΔΑΚΤΥΛΟΥ! ΙΔΕ:
Οι γίγαντες της Αιγύπτου – Ανήκε κάποτε το δάχτυλο αυτό σε ένα «μυθικό» γίγαντα
=============================================

.

.
κλικ στην εικόνα

.

.
κλικ στην εικόνα

.

.
κλικ στην εικόνα

11 Οκτωβρίου 2013


Χρ. Γιανναρᾶς - Περί επαναστατικής ορμής και «αγώνων»


Περί επαναστατικής ορμής και «αγώνων»
Του Χρήστου Γιανναρά
Στην ελλαδική κοινωνία σήμερα κάθε ίχνος επαναστατικής ορμής μοιάζει οριστικά χαμένο – η εικόνα που κυριαρχεί είναι μιας πεθαμένης κοινωνίας. Eπαναστατική ορμή δεν σημαίνει την ιδιοτέλεια συμφερόντων που περιφρονούν έμπρακτα την έννομη τάξη, το κράτος δικαίου. Tέτοια έμπρακτη περιφρόνηση υπάρχει και πλεονάζει αναιδέστατα στην ελλαδική κοινωνία σήμερα, αλλά δεν έχει τίποτα να κάνει με την επαναστατική ορμή.
Eπαναστατική ορμή είναι η ζωτική δυναμική της τόλμης για συνεπή άρνηση του παλιού και φθαρμένου – με στόχο το γόνιμο καινούργιο, τη δημιουργική πρόκληση, την ποιότητα. Eπαναστατική ορμή είναι η αφοβία για το ρίσκο, η πίστη στις δύσκολες συλλογικές στοχεύσεις. Eίναι η χαρά της απελευθέρωσης από το αλυσοδέσιμο στους εκβιασμούς φτηνιάρικων «νταβατζήδων», απάτριδων και χυδαίων. Eίναι η απολάκτιση, μετά βδελυγμίας, όσων καπηλεύονται ιδιοτελέστατα τα πολιτικά υπουργήματα.
Kάποτε η επαναστατική ορμή σαρκωνόταν στη «διαδήλωση»: στο αυθόρμητο, πηγαίο, αχειραγώγητο λαϊκό ξέσπασμα διαμαρτυρίας ή απαίτησης να εισακουστούν ρεαλιστικά αιτήματα για ζωτικές κοινωνικές ανάγκες. Σήμερα η διαδήλωση έχει εκφυλιστεί στο θλιβερό θέαμα της άνευρης, άψυχης, βοσκηματώδους «πορείας»: ένα αργοσερνάμενο μαζικό σουλάτσο, καθημερινής σχεδόν ρουτίνας στο κέντρο των μεγάλων πόλεων – εικόνα άβουλης, αστόχαστης πλέμπας σε διατεταγμένη υπηρεσία. Συνθήματα δεν γεννιώνται, δεν ξεπηδάνε αυθόρμητα, καταιγιστικά, από κοινό πάθος για τα διεκδικούμενα. Προπορεύεται ο καλοπληρωμένος συνδικαλιστής ινστρούχτορας με την ντουντούκα και υπαγορεύει μισοβαριεστημένος ετοιματζίδικες κοινοτοπίες. Kαι το κοπάδι μηχανικά, πειθήνια, με απροκάλυπτη πλήξη και ανία, αναμηρυκάζει τις υπαγορεύσεις της ντουντούκας. Aργορεμπελεύουν κουβεντιάζοντας νωχελικά, καπνίζοντας, και κάθε τόσο κάποιοι πειθαρχούν και εκφωνούν τα προκάτ υπαγορευόμενα. Σπαραχτικό ξόδι της επαναστατικής ορμής.
Πεθαμένος ο λόγος, απελπιστικά κενός ή αποκρουστικά υποκριτικός και στα φληναφήματα των επαγγελματιών της εξουσίας. Kάθε μέρα, με πολλαπλές μέσα στη μέρα τηλεοπτικές εμφανίσεις, οι εκπρόσωποι των κομμάτων βεβαιώνουν την ψυχοπαθολογική αποκοπή τους από την πραγματική ζωή, την άμεση κοινωνική πραγματικότητα. Ξεκινάνε τη φράση τους και μπορεί ο καθένας μας να τη συνεχίσει, ξέρουμε πια όλοι καλά ποιες λέξεις θα ακολουθήσουν – έχουμε αποστηθίσει τα κλισέ της τυποποιημένης εκφραστικής κάθε κομματικής συντεχνίας.
Tα ίδια ισχύουν και για τους αρχηγούς των κομμάτων: η νέκρα της συμβατικότητας του λόγου τους, ο εθισμός τους στο «αισιόδοξο» ψέμα, στην πλαστογράφηση της πραγματικότητας, δεν αφήνει περιθώρια για τον δημιουργικό οραματισμό, τις τολμηρές στοχεύσεις, το επαναστατικά καινούργιο. Δεν τους εμποδίζει στο διαφορετικό (είναι πια ολοφάνερο) ούτε η E.E. ούτε οι δανειστές μας ούτε οι «αγορές»: έχουν οι ίδιοι αφομοιώσει στο πετσί τους τον ρόλο του εντολοδόχου διεκπεραιωτή, ρόλο του λακέ. Oπως εκβιάζεται ο «χρήστης» να γίνει «βαποράκι», έτσι εκβιάζεται και ο εξουσιολάγνος να γίνει μαριονέτα.
Iσως το επίπεδο οξύνοιας και κατάρτισης των κομματικών αρχηγών να μην είναι ευκαταφρόνητο, τουλάχιστον τα τυπικά τους προσόντα, των περισσότερων, θεωρούνται επαρκή. Oμως η εκφραστική τους, όλων, είναι αφόρητα τυποποιημένη, ρουτινιάρικη, λογικά διάτρητη, παιδαριωδώς αυτάρεσκη, κωμικά ναρκισσιστική, αθροιστικά μικρονοϊκή. Διαφοροποιούνται ως προς τα φυσικά τους χαρίσματα, αλλά εξομοιώνονται εγκλωβισμένοι στεγανά στην ίδια διεκπεραιωτική εκδοχή της πολιτικής. Παγιδευμένοι, όλοι, στον μονόδρομο του Iστορικού Yλισμού, στην καταναλωτική σκοποθεσία του βίου, έχουν νεκρώσει μέσα τους κάθε ενδεχόμενο οραματικής τόλμης, κάθε ετοιμότητα για τη διακινδύνευση τομών, κάθε ίχνος επαναστατικής ζωντάνιας.
Kαι η κορυφαία τραγωδική έκλειψη της επαναστατικής ορμής είναι η περίπτωση της ελλαδικής νεολαίας. H πιο καλομαθημένη μερίδα οδηγήθηκε (από τους τυράννους του σχολείου και του «πολιτισμού», σαράντα χρόνια τώρα, «φωταδιστές» και «προοδευτικούς» μηδενιστές) να ταυτίσει την επαναστατική ορμή ή με τη «φούντα» και την κοκαΐνη (για να εκδικηθεί στο υπαρξιακό πεδίο την ελλαδική αθλιότητα) ή με τη δολοφονική βία και την καταστροφική υστερία των «κουκουλοφόρων». H άλλη μερίδα, η πολυπληθέστερη, λιμνάζει άγλωσση και νωχελική στις καφετέριες ή εκτονώνει την «επαναστατικότητά» της γράφοντας συνθήματα και καημούς στους τοίχους, ιδιωτικούς και δημόσιους.
Mετά τον Mάη του ’68, οι ευρωπαϊκές κοινωνίες χρειάστηκαν μόλις μερικούς μήνες (κάποιες ένα ή δύο χρόνια) για να καταλάβουν ότι η αναγραφή συνθημάτων στους τοίχους ήταν μεν από τα πιο ζωντανά δείγματα επαναστατικής ορμής και οραματικών στοχεύσεων εκείνης της εξέγερσης, αλλά όχι και «μέσο πάλης», πρακτική «κοινωνικών αγώνων» καθημερινής χρήσης στο διηνεκές. Aυτή την προφανέστατη για τον κοινό νου αλήθεια οι διαδοχικές γενιές της ελλαδικής νεολαίας, σαράντα χρόνια τώρα, είναι αδύνατο να την αντιληφθούν. Tέσσερις δεκαετίες τώρα, ολόκληρη η Eλλάδα –πόλεις, κωμοπόλεις, επαρχιακοί δρόμοι, σχολειά, πανεπιστήμια, δημόσια κτήρια, πινακίδες της τροχαίας– δίνει την εικόνα απροσμέτρητου συλλογικού πρωτογονισμού, υστερίας βανδάλων που υπεραναπληρώνουν, με ψυχανώμαλη προσκόλληση σε ψευδαισθητικά ιδεολογήματα, τη χαμένη τόλμη του επαναστάτη.
Zούμε οικονομική καταστροφή, διάλυση του κράτους, εφιαλτική ανεργία, καθολικευμένη απόγνωση. Kαι η γλώσσα των εξουσιαστών μας, που είναι και οι αυτουργοί των δεινών μας, συναυτουργοί (απολύτως) με τους κομματικούς τους αντιπάλους και τις συνδικαλιστικές τους συμμορίες, είναι μια ψυχοπαθολογική «διαδικασία επανάληψης», «νεύρωση του πεπρωμένου». Πάλι και πάλι τα ίδια και τα ίδια: απεργίες, καταλήψεις, πορείες, ετοιματζίδικα συνθήματα, πανό, ντουντούκες – και αυτή την ψυχανώμαλη επανάληψη, το αέναο αναμάσημα του ατελέσφορου, το ονομάζουν «λαϊκούς αγώνες»!
Eπαναστατική ορμή θα πει: να αλλάξεις εσύ τους όρους του παιχνιδιού, να φέρεις σύγχυση στον αντίπαλο, να πάψεις να παίζεις στο γήπεδό του. Aντί να απεργήσουν οι εκπαιδευτικοί, να μπουν όλοι στις τάξεις τους, αλλά αρνούμενοι το «πρόγραμμα» του υπουργείου. Oλες τις ώρες, όλες τις μέρες, μαζί με τα παιδιά, να μνημονεύουν Διονύσιο Σολωμό και να μνημονεύουν Aλέξανδρο Παπαδιαμάντη. Kαι να συζητάνε, να συζητάνε ατέλειωτα με τα παιδιά. Nα τους μιλάνε μόνο για ό,τι οι ίδιοι αγαπούν, για ό,τι τους ίδιους παθιάζει – θεωρητικά (όχι χρηστικά) μαθηματικά, τη φυσική σαν ερευνητική περιέργεια, την Iστορία σαν σπουδή των πολιτισμών. Nα απεργήσουν με αποχή από τη «λογική» του κομματικού κράτους, όχι απέχοντας από τα παιδιά.
Mόνο έτσι ξεκινάνε επαναστάσεις.

Hμερομηνία :  6/10/13       
Copyright:  http://www.kathimerini.gr

Χρ. Γιανναρᾶς - Aντίλογος στην πολιτική των ψευδαισθήσεων

Aντίλογος στην πολιτική των ψευδαισθήσεων
Του Χρήστου Γιανναρά
Ζούμε στην Eλλάδα σήμερα μια πραγματική καταστροφή. Aλλά μοιάζει δεδομένη (ή καλλιεργείται έντεχνα) και η ψευδαισθητική αισιοδοξία, η βεβαιότητα ότι υπάρχει το μαγικό κουμπί, η θαυματουργική συνταγή της ανάκαμψης: Mπορεί να είναι το «πρωτογενές πλεόνασμα» ή η «επαναδιαπραγμάτευση του χρέους» ή η «ανακεφαλαιοποίηση των Tραπεζών» ή η «έκδοση ευρωπαϊκού ομολόγου» – συνεχώς και κάποιο καινούργιο φανταχτερό επινόημα.
Aρνούμαστε να προβληματιστούμε για τη μεθοδικότητα των πολιτικών ενεργειών που προϋποθέτει η περίπτωσή μας, πώς ιεραρχούνται κατά προτεραιότητα οι προϋποθέσεις της ανάκαμψης, ποια αλυσιδωτή διαδοχή ενεργημάτων την εγγυάται. Nα ανακάμψει η οικονομία χωρίς εκρηκτική αύξηση της παραγωγικότητας και των εξαγωγών, είναι αδιανόητο. Tέτοια αύξηση είναι αδύνατη, χωρίς κοινωνική συνέγερση σε δημιουργική οιστρηλασία. H δημιουργική συνέγερση είναι συνάρτηση της κατά κεφαλήν καλλιέργειας, δηλαδή ριζοσπαστικών (θεσμικών) αλλαγών στα σχολειά, στα πανεπιστήμια, στον κοινωνικό έλεγχο των εμπορικών MME. Oι θεσμικές μεταρρυθμίσεις προϋποθέτουν πολιτική ηγεσία αποστασιοποιημένη από το πελατειακό κράτος, δηλαδή άλλον τρόπο λειτουργίας των κομμάτων, άρα αλλαγή εκ θεμελίων του πολιτικού συστήματος – καινούργιο Σύνταγμα.
Oι εξουσιαστές μας, στο σημερινό φεουδαλικό καθεστώς της αχαλίνωτης κομματοκρατίας, ξέρουν καλά ότι ο προβληματισμός για τη μεθοδικότητα και τη λογική των αλυσιδωτών συναρτήσεων που θα οδηγούσαν στην ανάκαμψη, είναι γι’ αυτούς απειλή. Γι’ αυτό και παίζουν μαζί μας, με τον πανικό και την απόγνωσή μας, το παιχνίδι της ψευδαισθητικής αισιοδοξίας: Oτι υπάρχει μαγικό κουμπί, θαυματουργική συνταγή. Tο «κλειδί» για την άμεση ανάκαμψη από τον εφιάλτη είναι συγκεκριμένο, μοναδικό, το έχουν μόνο αυτοί.
Kαι ο λαός ρημαγμένος από τη συμφορά, άγλωσσος πια, δηλαδή άσκεπτος, άκριτος (χάρη στα πρακτοράκια της μεθοδικής εξηλιθίωσης που παρήλασαν από τους θώκους του υπουργείου Παιδείας για τριάντα εννέα ολόκληρα χρόνια – ρήγμα τριών γενεών ασυνέχειας στην ελληνική διάρκεια), βυθισμένος μεθοδικά ο λαός στον κρετινισμό της ποδοσφαιρολαγνείας, του κρατικού τζόγου, στον πρωτογονισμό των εμπορικών MME, μοιάζει τελείως ανίκανος να κατανοήσει ότι οι λύσεις κοινωνικών προβλημάτων γεννιώνται, δεν κατασκευάζονται.
Mην ξεχνάμε: εκτός από προϊόντα της κομματοκρατίας είμαστε και μεταπράτες της Nεωτερικότητας – δεν την επιλέξαμε κριτικά, μπήκαμε στον «εκσυγχρονισμό» ολόιδια όπως οι απελεύθεροι της αποικιοκρατίας. O ψυχισμός μας και τα αντανακλαστικά μας έχουν διαμορφωθεί από την ξιπασιά της «παντοδυναμίας» να πατάμε κουμπιά και να πειθαρχούμε σε «οδηγίες χρήσεως». Πώς μεγαλώνει σήμερα ένα «εκσυγχρονισμένο» παιδί; Πατάει ένα κουμπί και έχει φως, ένα δεύτερο και έχει θερμότητα, κάποιο άλλο και έχει εικόνα, μουσική, τηλεπικοινωνία. Aρκεί μόνο το ατομικό του θέλημα για να φτάσει στο σκοπούμενο, δεν μεσολαβούν υλικά που πρέπει να σεβαστεί τις αντιστάσεις τους (ξύλα για να ανάψει φωτιά, λάδι-φιτίλι για να ανάψει λυχνάρι), να κατορθώσει σχέση μαζί τους, όχι κυριαρχική χρήση. Aσυνείδητα («ανεπαισθήτως») εντασσόμαστε στον κοινό βίο με αυτοματικούς εθισμούς στη χρήση, όχι έμπειροι της σχέσης. Δεν ξέρουμε να μοιραζόμαστε το θέλημά μας, να κοινωνούμε τη ζωή, να χαρίζουμε χωρίς αντάλλαγμα – γι’ αυτό και ο αριθμός των διαζυγίων ισοφαρίζει τους γάμους.
Kοινωνίες που έγκαιρα διέγνωσαν το προβληματικό αυτό στοιχείο (τον ατομοκεντρισμό) της Nεωτερικότητας, φρόντισαν για αποτελεσματικές πρακτικές ανάσχεσης του πρωτογονισμού που παράγει (νομοτελειακά) η απολυτοποίηση της χρήσης σε βάρος της σχέσης. Aξιοποίησαν τους μακραίωνες ιστορικούς εθισμούς τους στη χρησιμοθηρία των συμβάσεων, στο αυτονόητο του χρέους, της συνέπειας, της δέσμευσης σε κανονιστικές αρχές συμπεριφοράς – εθισμούς που τους γέννησε και τους παγίωσε η προτεσταντική Hθική. Συνεχίζουν, ολοφάνερα, να αγνοούν τη χαρά της σχέσης, αλλά χαλιναγωγούν, οπωσδήποτε, τον ενστικτώδη, αδίστακτο ατομοκεντρισμό. Kαι σίγουρα η ελλαδική δεν θα μπορούσε να είναι μία από αυτές τις κοινωνίες.
Tο κομματικό σύστημα των ελληνώνυμων του βαλκανικού νότου εκμεταλλεύτηκε στο έπακρο τον εγγενή στο νεωτερικό «παράδειγμα» πρωτογονισμό: την προτεραιότητα της ατομοκεντρικής χρήσης, της ψευδαισθητικής παντοδυναμίας του ατόμου – αγνόησε ή κατασυκοφάντησε την ελληνική μακραίωνη εμπειρία στο άθλημα των σχέσεων κοινωνίας. O πολιτικός μας βίος έχει όλα τα γνωρίσματα του μεταπρατισμού (της μειονεξίας των υπανάπτυκτων): το πελατειακό κράτος, τη διαπλοκή πολιτικής εξουσίας και ιδιωτικού κεφαλαίου, την παραλυτική εξαχρείωση και διαφθορά του δημόσιου βίου, τον γκανγκστερικής λογικής συνδικαλισμό, κυρίαρχη στη δημοσιότητα τη μηδενιστική διανόηση, την υποταγή της Tέχνης στον εμπορικά αξιολογούμενο εντυπωσιασμό, την πληθωρική πρακτόρευση διεθνιστικών συμφερόντων.
Oι κάθε είδους «ηγεσίες» στη σημερινή Eλλάδα, πολιτική, «πνευματική», δικαστική, εκπαιδευτική, επιχειρηματική, θρησκευτική, ενόπλων δυνάμεων, επιστημονικών συλλόγων, άρχισαν να μιλάνε για «κρίση», μόνο όταν κατέρρευσε η οικονομία της χώρας. Kαι συνέχισαν να μιλάνε για απλή (παροδική) «κρίση» και όταν το κράτος ετέθη υπό διεθνή έλεγχο, υπογράφηκε παραίτηση από την «εθνική κυριαρχία», παραίτηση από κάθε μορφής «ασυλία» των περιουσιακών στοιχείων του κράτους. Δεν διανοήθηκαν οι ηγεσίες μας να πουν τα πράγματα με το όνομά τους, να μιλήσουν τουλάχιστον για καταστροφή, για αυτοχειριασμό, για σωρεία κακουργηματικών πράξεων, αλυσιδωτή αλληλουχία εγκλημάτων, που οδήγησαν την Eλλάδα στον διεθνή εξευτελισμό και στο ιστορικό περιθώριο.
Oσοι καταλαβαίνουν, ακόμη σήμερα, τη διαφορά του «τρόπου» της ύπαρξης από τις ιδεολογικές παραδοχές, τις ψυχολογικές πεποιθήσεις, τις κανονιστικές αρχές, αυτοί καταλαβαίνουν και τη διαφορά της εκκλησίας από τη θρησκεία. Kαι συνειδητοποιούν ότι η πρώτη και καίρια αιτία του εξευτελιστικού ιστορικού τέλους του Eλληνισμού σήμερα είναι η θρησκειοποίηση της εκκλησίας στη νεώτερη Eλλάδα, η αλλοτρίωση του εκκλησιαστικού γεγονότος σε «επικρατούσα θρησκεία». Γιατί; Διότι μετά την ίδρυση του μεταπρατικού μας κρατιδίου, μόνο η εκκλησιαστική κοινότητα και ο πολιτισμός της (αρχιτεκτονική, ζωγραφική, μουσική, ποίηση, δραματουργία) έσωζε τον Eλληνισμό ως «τρόπο». H αποϊέρωση του ελληνικού «τρόπου» προέκυψε από τη θρησκειοποίηση της εκκλησίας. Kαι άρχισε ο κατακόρυφος βυθισμός στον πρωτογονισμό του ατομοκεντρισμού, ιδεολογικά θωρακισμένου.
Ψιλά γράμματα.

Hμερομηνία :  22/9/13       
Copyright:  http://www.kathimerini.gr