29 Μαΐου 2015
Παν. Μαρίνης ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΧΡΩΜΑ
Παν. Μαρίνης
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΧΡΩΜΑ
Εις την ευρωπαϊκήν σκέψιν ωρίμασε κατά τους τελευταίους δύο αιώνας η ιδέα της απαξίας του χρώματος, πράγμα που σήμερον αρχίζει να αναλύεται κοινωνιολογικώς αποκαλούμενον "χρωμοφοβία".
Η ιδέα διεκινείτο στον Ελληνικόν-Ευρωπαϊκόν πολιτισμόν ήδη κατά την Κλασσικήν εποχήν, από τα τέλη της ακμής του, οπότε την ευρίσκομε στον Αριστοτέλη (Ποιητική, 6.50α.38):
"παραπλήσιον γάρ ἐστιν καὶ ἐπὶ τῆς γραφικῆς· εἰ γάρ τις ἐναλείψειε τοῖς καλλίστοις φαρμάκοις χύδην, οὐκ ἂν ὁμοίως εὐφράνειεν καὶ λευκογραφήσας εἰκόνα"
Η ανακάλυψις κατά την Αναγέννησιν των λευκών ελληνικών ναών και των λευκών αγαλμάτων συνέδεσε οριστικώς την έννοιαν του κλασσικού με το λευκόν χρώμα και έτι με την απουσίαν χρώματος, με την στιλπνότητα και την διαφάνειαν του μαρμάρου και την ικανότητά του στερούμενον σχεδόν χρώματος να λαμβάνη το χρώμα του περιβάλλοντος όπως η διαφανής ύαλος. Ο Le Corbusier διεκήρυττε διαρκώς ότι την αισθητικήν του διέπλασε η επίσκεψίς του στην Ακρόπολιν των Αθηνών όπου τον εντυπωσίασε η έλλειψις χρώματος και η ικανότης των κλασσικών κτηρίων να αντανακλούν την ποιότητα του προσπίπτοντος φωτός.
Ούτως καταλήγομε να υπάρχη μία δεινή προκατάληψις κατά του χρώματος και μάλιστα μία πραγματική φοβία του χρώματος: ένας φόβος ότι το χρώμα θα μολύνη ή θα διαφθείρη την εντύπωσιν ή την σύνθεσιν, οπότε γίνεται προσπάθεια καθαρμού της κουλτούρας από το χρώμα, είτε περιορίζοντάς το εις την περιοχήν του επιπολαίου, του συμπληρωματικού, του διακοσμητικού, του επουσιώδους, είτε θεωρώντας το ως ιδιότητα ενός πολιτιστικώς και κοινωνικώς ξένου σώματος, ως χαρακτηριστικόν του Ανατολίζοντος, του ελαφρού, του παιδικού, του λαϊκού κακού γούστου ή ακόμη και του ψυχοπαθητικού. Το χρώμα συστηματικώς υπεβαθμίσθη, επεριθωριοποιήθη, απηξιώθη, εξοστρακίσθη από τις ανώτερες βαθμίδες του δυτικού πολιτισμού και εθεωρήθη ότι το χρώμα είναι η διαφθορά και η παρακμή του πολιτισμού.
Ολίγα παραδείγματα από την χρωμοφοβία του πολιτισμού μας:
Οι Άγγλοι νεοκλασσικοί ζωγράφοι των μέσων του 19ου αιώνος εζωγράφιζαν ωραία και, φυσικά, λευκά μάρμαρα και κορίτσια που φορούσαν φανταστικούς πάλλευκους χιτώνες. Ούτως διέπλασσαν και την αντίληψίν μας διά την κλασσικήν γυναικείαν ενδυμασίαν και ούτως εσχεδιάσθη και το πρότυπον το οποίον όλοι μιμούμεθα, η στολή των νεανίδων της Αφής της Ολυμπιακής Φλογός ως ένας πολύπτυχος μακρός λευκός χιτώνας, πράγμα που ουδεμίαν σχέσιν έχει με την πραγματικήν κλασσικήν ενδυμασίαν.
Ως ορθή ανδρική ενδυμασία επεβλήθη στην Αγγλίαν και παραμένει έως της σήμερον, η άχρωμος του λευκού-μελανού και ανάλογος ιδέα επεκράτησε και διά την γυναικείαν και τότε εγεννήθη το λευκό νυφικό φόρεμα το τόσον ξένον στην λαϊκήν-παραδοσιακήν ενδυματολογία. Εδώ έχομε επίσης την ηθικολογικήν χρήσιν του χρώματος, το λευκόν ως ένδειξις της αγνότητος, καθαρότητος, παρθενικότητος και συγκρίνατε με το στερεότυπον της πολύχρωμα ενδεδυμένης και εντόνως βαμμένης γυναικός ελαφρών ηθών! Όμως στην κοινή γυναικείαν ενδυμασίαν επετράπη το χρώμα διότι ακριβώς εθεωρήθη ως θηλυπρεπές, αρμόζον κάπως στην γυναικείαν φύσιν. Οι ενδυματολογικές ιδέες αυτές δεν υποχωρούν αλλά αντιθέτως ενδυναμούνται διό η επιβεβλημένη σοβαρή επαγγελματική ενδυμασία της σύγχρονης γυναίκας είναι το γκρίζο κοστούμι και έχει, μεταξύ των άλλων, σημειολογική σημασία που είδαμε τον νυν Πάπα της Ρώμης να δηλώνη ότι στο εξής δεν θα φορά τα ερυθρά υποδήματα της παραδοσιακής στολής του όπως οι προκάτοχοί του, αλλά μαύρα, "όπως όλος ο κόσμος": η μεσαιωνική και λαϊκή παράδοσις των χρωμάτων θεωρείται αυτόχρημα γελοία!
Επιπλέον το χρώμα απέκτησε το στίγμα του παθολογικού, του ανισορρόπου, τονίζομε, διά παράδειγμα, με σημασίαν ότι οι κάμνοντες χρήσιν παραισθησιογόνων ουσιών χάνουν από εμπρός των τα σχήματα των πραγμάτων όμως βλέπουν τα χρώματα κατά πολύ εντονότερα, "ψυχεδελικά"!
Η γλυπτική επέβαλε πλήρως τα λευκά μαρμάρινα στιλπνά και λάμποντα αγάλματα και η Νεοκλασσική αρχιτεκτονική ωριμάζουσα εστράφη περί τα τέλη της στο τελείως λευκόν απαγορευομένου κάθε ίχνους χρώματος. Εδώ εν Ελλάδι, το αρχιτεκτονικόν έργον το οποίον επαινέθη όσον ουδέν άλλο διά την μοντερνίστικη απλότητα-λευκότητα, υπήρξε η ανακατασκευή του Παναθηναϊκού Σταδίου, έργον του αρχιτέκτονος Αναστασίου Μεταξά, ενώ ως κορυφαίον δημιούργημα της ακμής του ελληνικού Νεοκλασσικισμού θεωρείται το προγραμματικώς άχρωμον κτήριον το επί της λεωφόρου Βασιλίσσης Σοφίας το στεγάζον σήμερον το Μουσείον Μπενάκη, έργον του ιδίου αρχιτέκτονος. Ο Μοντερνισμός στην Αρχιτεκτονική δεν εσήμανε αλλαγήν στην περί του χρώματος αντίληψιν, αλλά αντιθέτως επέβαλε με σιδηράν πυγμήν τον κανόνα του λευκού, τον οποίον ο Le Corbusier μετέτρεψε εις απαράβατον δόγμα, διακηρύξας μάλιστα μεθ' εσκεμμένης υπερβολής: "Όχι υπόλευκο, όχι λευκό του ελεφαντοστού, καθαρό απόλυτο λευκό!"
Αξιοσημείωτον είναι ότι εν Ελλάδι ο λαϊκός μας πολιτισμός αγαπά τα δυνατά και σκούρα χρώματα και ούτως ήσαν βαμμένα τα κτίσματα στις Κυκλάδες· ούτως ή άλλως, το πλέον απεχθές και αφόρητον διά το έντονον και εκτυφλωτικόν Αιγαιοπελαγίτικο φως είναι το λευκόν. Όμως νόμος του 1930 ώρισε ότι όλα τα κτίσματα οφείλουν να είναι λευκά! Και εδώ, όπου οι νόμοι αλλάζουν καθημερινώς αυτό έγινε θεολογικόν δόγμα και άρθρον πίστεως: η λευκή παρθενικότης της νησιών! ΚΙ όποιος κακομοίρης θελήσει να βάλη λίγη ώχρα έστω, εμφανίζεται πάραυτα ο Δήμαρχος και του ξηλώνει τον τοίχο!
Ακόμη και στην ζωγραφική, που είναι η τέχνη του χρώματος και του φωτός εθεωρήθη ότι το χρώμα αμβλύνει την ισχύν του σχεδίου, ότι το χρώμα χαρακτηρίζει τους ναΐφ και τους εξεζητημένους προκλητικούς, από τους εξπρεσσιονιστές ως τον Andy Warhol, ενώ ήδη από αιώνες το σοβαρόν, το "αριστούργημα", συνεδέθη με το κιαροσκούρο, όπως το θαυμάζομε στην Τζοκόντα - ίσως ο θαυμασμός μας να ελκύεται από την μονοχρωμία της!
Στις Σύγχρονες Τέχνες της εποχής μας τα πράγματα είναι επίσης ούτως! Στην τέχνη του κινηματογράφου, το χρώμα συνεδέθη με το ελαφρόν, το αστείον, το διασκεδαστικόν και το παιδικόν και το χρώμα στις ταινίες διαβαθμίζεται αναλόγως, από την πολυχρωμίαν νηπιαγωγείου του Ντίσνεϋ έως τις καταθλιπτικώς σκοτεινές ασπρόμαυρες, όπως τους αξίζουν, σοβαρές δραματικές παραγωγές. Διά την Φωτογραφία δεν γίνεται καν συζήτησις: Καλλιτεχνική φωτογραφία είναι η Ασπρόμαυρη - τέλος, η έγχρωμη γίνεται αποδεκτή με ένα χαμόγελο ως καλή γιά τα ενσταντανέ της καθημερινής ζωής!
Όπως όλοι γνωρίζομε, η καταδίκη του χρώματος εστηρίχθη στην εδραίαν αντίληψιν ότι ο Κλασσικός Πολιτισμός ήτο λευκός, όμως όλοι έβλεπαν στα αρχιτεκτονικά μέλη και στα αγάλματα υπολείμματα χρωμάτων. Αυτό το οικονομούσαν λέγοντες ότι το χρώμα εχρησιμοποιείτο ουχί ως βασικόν συστατικόν της συνθέσεως αλλά ως στοιχείον τονισμού ωρισμένων λεπτομερειών: ΟΙ κόρες της Ακροπόλεως ήσαν λευκές, όμως με χρώμα ετονίζοντο οι τρέσσες των ενδυμάτων των, οπότε το άγαλμα ελάμβανε θηλυκότητα. Τα κτήρια ήσαν λευκά, όπως στοιχεία του θριγκού, της στέγης, των κιονοκράνων και άλλα ετονίζοντο διακριτικώς: αυτήν την αντίληψιν, της περιορισμένης χρήσεως του χρώματος, εξέφρασε και δυνάμεθα να την ιδούμε και να την αξιολογήσωμε, ο Θεόφιλος Χάνσεν στην Ακαδημία Αθηνών.
Σήμερον έχομε την δυνατότητα να ανιχνεύομε επί του μαρμάρου τα μόρια των χρωμάτων και ούτως γνωρίζομε πλέον ότι τα αγάλματα ήσαν εξ ολοκλήρου έγχρωμα και τα πρόσωπα είχον την όψιν την φυσιολογικήν των προσώπων και ακόμη ότι επί των αγαλμάτων υπήρχον πολλά στοιχεία που δεν ήσαν γλυπτά αλλά εζωγραφημένα, πράγμα γνωστόν άλλωστε από αγάλματα που διεσώθη το χρώμα, ως η γνωστή "Αφροδίτη με το μπικίνι", όπου το μπικίνι είναι εζωγραφημένον. Ομοίως επί των αρχιτεκτονικών μελών υπήρχον πολλά διακοσμητικά σχέδια εζωγραφημένα, όπως τρέχουσες Σβάστικες (δηλαδή Σβάστικες συνδεδεμένες εν σειρά ώστε σχηματίζουν ταινίαν, την γνωστήν "ταινία της Πομπηΐας"). Τα αγάλματα των τυμπάνων και των ακρωτηρίων, ο θριγκός, οι μετόπες και τα τρίγλυφα, τα κιονόκρανα και οι τοίχοι του σηκού, ήσαν όλα επιχρωματισμένα, όπως ήτο η περίφημος ζωφόρος του Παρθενώνος, όμως και τα στοιχεία αυτά όπου υποτίθεται ότι έμεναν λευκά, όπως τα σώματα των κιόνων, ήσαν επιστρωμένα με ένα βερνίκι μπεζ χρώματος το οποίον αφ' ενός επροστάτευε την μαρμαρίνη επιφάνεια και αφ' ετέρου εκάλυπτε την λευκότητα και την διαφάνειαν του μαρμάρου! Τελεία αντίθεσις με την σημερινήν αντίληψιν όπου η τιμή των μαρμάρων είναι ανάλογος προς τον βαθμόν διαφανείας των.
Όλα αυτά τα γνωρίζομε πλέον, είναι αναμφισβήτητα, όμως ακόμη λόγω της προκαταλήψεώς μας και των ιδικών μας αισθητικών αντιλήψεων μας είναι αδύνατον να τα αποδεχθώμεν. Διά ταύτα, η έκθεσις Bunte Götter (οι έγχρωμοι Θεοί), η οποία επαρουσίαζε αριθμόν αγαλμάτων με τα αρχικά των χρώματα (ιδέ τας εικόνας μας), ούσα έργον αδιαμφισβητήτου κύρους των ιδρυμάτων Liebieghaus Skulpturensammlung Frankfurt και Munich Glyptothek, η οποία ήλθε και εδώ, στο Αρχαιολογικόν Μουσείον Αθηνών, μας ξενίζει και μας φαίνεται αδιανόητον να ήτο ούτως η Κλασσική Αρχαιότης. Να δεχθώ ότι το γιλέκο της Αντιόπης είναι μία επιφάνεια από ερυθρές Σβάστικες σε πράσινο φόντο, ωραίο φαίνεται γιά κοριτσίστικο ένδυμα, όμως τα πρόσωπα στα φυσικά τους χρώματα φαίνονται αφόρητον κίτς, όπως φαίνεται απίθανα ναΐφ η επιτύμβιος στήλη του Αριστίωνος όπως την βλέπομε εδώ με τόσον έντονα χρώματα βαμμένη. Όμως το ζενίθ του κιτς, τον λέοντα με το εντόνως κίτρινον σώμα, την μπλέ χαίτη, τα ερυθρά χείλη και τους ερυθρούς μύστακας, τον απεδέχθην, μου εφάνη πολύ αστείος και εσκέφθην ότι ήτο προφανώς τοποθετημένος στην αυλήν νηπιαγωγείου!
Ένας από τους λόγους διά τους οποίους εγράφη το παρόν κείμενον είναι διά να διαλύση την ιδέαν ότι στην Αρχαιότητα το σοβαρόν, ιερατικόν χρώμα ήτο το λευκόν και ότι ιερείς και ιέρειες έφερον λευκά ως δείγματα της πνευματικής-σωματικής των καθαρότητος. Όχι, αυτά είναι αποκλειστικώς ιδέες του ιδικού μας 19ου αιώνος ότι τα σοβαρά χρώματα είναι το λευκόν και το μελανόν. Στην Αρχαιότητα δεν υπήρχον καν λευκοί χιτώνες, καθώς συνήθως αυτοί ήσαν λινοί και κατά κύριον λόγον άβαφοι στο φυσικόν χρώμα του λίνου, θεωρούμενοι ως εσωτερικόν ένδυμα, υποκάμισον, και ουδεμία γυναίκα εξήρχετο της οικίας με τον χιτώνα, αλλά εκαλύπτετο από τον πέπλον, ο οποίος ήτο κεντημένος και πολύχρωμος, το δε χρώμα του γαμηλίου πέπλου ήτο το ερυθρόν όπως παραμένει έως σήμερον εις τους παραδοσιακούς πολιτισμούς, ως στην Ινδία. Ομοίως και στην ανδρική ενδυμασία, διόλου δεν επιστεύετο ότι το αρμόζον ένδυμα δι' έναν σοβαρόν γερουσιαστήν είναι το σκοτεινόν ανθρακί κοστούμι, π.χ. βλέπομε ο πέπλος του "Αυγούστου της Πρίμα Πόρτα" να είναι εντόνως ερυθρός. Αυτά βεβαίως ήσαν γνωστά, ούτως ή άλλως, διότι εκτός των υπολειμμάτων χρωμάτων επί των αγαλμάτων οι Κλασσικοί κατεσκεύαζον τα πολυτελή αγάλματα από τεμάχια εκλεκτών και σπανίων εγχρώμων μαρμάρων, ούτως βλέπομε π.χ. τον Απόλλωνα του Μουσείου της Νεαπόλεως να φέρει χειριδωτόν χιτώνα από ερυθροπόρφυρον μάρμαρον, χρώμα το οποίον ήτο το σοβαρόν και ιερατικόν της Αρχαιότητος.
Ένας άλλος λόγος είναι το ενδιαφέρον μας διά την παρουσίαν της Σβάστικας στην Κλασσικήν γλυπτικήν και αρχιτεκτονικήν, όπου πολλάκις βλέπομε την "πολλαπλή μορφή" Της, κατά την οποίαν περισσότεραι της μιάς Σβάστικες ενούνται μεταξύ των, να σχηματίζη επιφάνειες, πλαίσια και ταινίες (ταινία της Πομπηΐας), να είναι ουχί γλυπτή αλλά εζωγραφημένη. Η "ταινία της Πομπηΐας" αποτελεί την μόνιμον διακόσμησιν στις διακοσμητικές ταινίες (τρέσσες) των ενδυμάτων των Κορών της Ακροπόλεως, στους θώρακες και τα κράνη των πολεμιστών. Επίσης βλέπομε συνηθέστατα την "ταινία της Πομπηΐας" εζωγραφημένη στην κορωνίδα του θριγκού και στο γείσον της στέγης των κτηρίων και επί των ιωνικών κιονοκράνων, επί του άβακος, του εχίνου και κυρίως επί του λαιμού, ως και επί του άβακος των δωρικών κιονοκράνων.
Βιβλιογραφία: Ny Carlsberg Glyptotek & the Copenhagen Polychromy Network, "Tracking Colour. The polychromy of Greek and Roman sculpture in the Ny Carlsberg Glyptotek", Preliminary Report 2, 2010.
David Batchelor, Chromophobia (Focus on Contemporary Issues), University of Chicago Press, 2000.
-------
Ετικέτες
ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ,
ΠΑΝ. ΜΑΡΙΝΗΣ
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)