"Αίνιγμα" το έλλειμμα στο ελληνικό ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών
Πηγή:www.capital.gr
Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών της Ελλάδας έχει παραμείνει σχεδόν αμετάβλητο όπως και τα διεθνή αποθεματικά της, παρά τη σοβαρή εκροή κεφαλαίων που έχει σημειωθεί, σχολιάζουν, τονίζοντας ότι «για χώρες που βρίσκονται σε κρίση, τα πράγματα συνήθως είναι διαφορετικά».
«Από πού προέρχονται αυτά τα χρήματα; Η απάντηση μπορεί να βρεθεί ρίχνοντας μία ματιά στα στατιστικά του ισοζυγίου πληρωμών» υποστηρίζουν. «Κυρίως στα νέα δάνεια από τις Κεντρικές Τράπεζες της Ευρωζώνης προς την ελληνική Κεντρική Τράπεζα. Το άθροισμά τους είναι 76 δισ. ευρώ. Ποσό που αντιστοιχεί στο 90% του συσσωρευμένου ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών αυτής της περιόδου και που αυξάνεται ταχύτατα. Τον Ιούνιο του 2011 βρισκόταν στα 110 δισ. ευρώ» σχολιάζουν.
«Αν και τα δάνεια στο Ευρωσύστημα διοχετεύονται μέσω της ΕΚΤ, τα εν λόγω ποσά είναι διαφορετικά από αυτά που χρησιμοποιεί η ΕΚΤ για το πρόγραμμα αγοράς κρατικών ομολόγων και - ένα πρόγραμμα στο οποίο αντιτάχθηκε ο πρόσφατα παραιτηθείς Juergen Stark». Επιπλέον, σημειώνουν οι συντάκτες του άρθρου, είναι διαφορετικά από τα ποσά που λαμβάνει η Ελλάδα μέσω του ευρωπαϊκού «πακέτου» διάσωσης, το οποίο εγκρίθηκε από το γερμανικό κοινοβούλιο.
«Αν και το ‘πακέτο’ διάσωσης συνοδεύεται από αυστηρές προϋποθέσεις μείωσης των δημοσίων δαπανών, τα δάνεια μέσω του Ευρωσυστήματος δεν έχουν τέτοιους περιορισμούς, έχουν ήδη εκταμιευθεί και η Ελλάδα τα έχει ήδη ξοδέψει. Επιπλέον, δεν απαιτούν κοινοβουλευτική έγκριση» σημειώνουν οι δύο καθηγητές.
Όπως υποστηρίζουν, τα δάνεια μέσω Ευρωσυστήματος προς την Ελλάδα ήταν μικρά έως το 2007. Από τότε όμως έχουν αυξηθεί σημαντικά. Σε συνδυασμό με τη μεγάλη αύξηση των επίσημων κεφαλαιακών εισροών από το ΔΝΤ και την Ε.Ε., τα δάνεια μέσω του Ευρωσυστήματος έχουν επιτρέψει στην Ελλάδα να αποφύγει τη μεγάλη μείωση των δαπανών -στο δημόσιο και ιδιωτικό τομέα- που συνήθως προκύπτει όταν μία χώρα αντιμετωπίζει απότομη αντιστροφή των ροών ιδιωτικών κεφαλαίων, σχολιάζουν οι Tornell και Frank Westermann.
Θεωρητικά, όπως σημειώνουν οι αρθρογράφοι, τα δάνεια του Ευρωσυστήματος δεν θα έπρεπε να συνυπολογίζονται στο μακροπρόθεσμο χρέος διότι είναι απλά μεταβατικές χρεώσεις και πιστώσεις μεταξύ κεντρικών τραπεζών που επιτρέπουν την ομαλή διεξαγωγή των συναλλαγών σε υπηρεσίες και αγαθά. Ωστόσο, από το 2008, αυτό δεν ισχύει στην περίπτωση της Ελλάδας. Τα δάνεια μέσω Ευρωσυστήματος προς τη χώρα έχουν λάβει τέτοιες διαστάσεις, που κάθε άλλο παρά «μεταβατικά» καθίστανται.
«Τα στοιχεία για τις επίσημες εισροές από το Ευρωσύστημα είναι ‘θαμμένα’ σε δύο ‘γκρίζες’ κατηγορίες του ισοζυγίου πληρωμών στα στατιστικά του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Οι επίσημες εισροές κατατάσσονται στην κατηγορία ‘άλλες επενδύσεις – κυβερνήσεις’, ενώ τα δάνεια του Ευρωσυστήματος στην κατηγορία ‘άλλες επενδύσεις – νομισματικές αρχές’. Στις εθνικές Κεντρικές Τράπεζες, τα δάνεια του Ευρωσυστήματος καταγράφονται στον ισολογισμό του συστήματος TARGET (σ.σ. Διευρωπαϊκό Αυτοματοποιημένο Σύστημα Ταχείας Μεταφοράς Κεφαλαίων και Διακανονισμού σε Συνεχή Χρόνο)» εξηγούν οι δύο καθηγητές.
Και προσθέτουν ότι τα δάνεια του Ευρωσυστήματος έχουν επιτρέψει στην Ελλάδα να αποφύγει την απότομη προσαρμογή του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, καθώς δίνουν τη δυνατότητα στην Κεντρική Τράπεζα να αυξάνει τις εγχώριες πιστώσεις παρά τις μαζικές εκροές κεφαλαίων. Και αυτό, διατηρώντας ουσιαστικά αμετάβλητη τη νομισματική της βάση και τα διεθνή αποθεματικά.
«Είναι καιρός» τονίζουν οι Tornell και Westermann, «να αντιμετωπιστούν οι επιλογές της ελληνικής οικονομικής πολιτικής με μια πιο ολιστική προσέγγιση και να σταματήσουν τα έκτακτα μέτρα που απλά και μόνο παρατείνουν το ‘χρόνο ζωής’ της Ελλάδας. Οι νέες χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας είναι πολύ μεγαλύτερες από αυτές που έχουν υπολογιστεί στο ελληνικό ‘πακέτο’ διάσωσης. Το χρηματοδοτικό κενό έχει καλυφθεί με δάνεια που de jure είναι ανακυκλούμενα μεταξύ των ευρωπαϊκών κεντρικών τραπεζών και της ελληνικής, de facto όμως έχουν μετατραπεί σε μακροπρόθεσμο χρέος. Αυτή η χρηματοδότηση ‘από την πίσω πόρτα’ όμως δεν μπορεί να συνεχιστεί επ’ άπειρον. Η παραίτηση του Jurgen Stark θα έπρεπε να βοηθήσει ώστε η αναζήτηση να επικεντρωθεί σε λύσεις περισσότερο μακροπρόθεσμου χαρακτήρα».
* Ο Aaron Tornell είναι καθηγητής οικονομικών στο University of California, Los Angeles (UCLA)
** Ο Frank Westermann είναι καθηγητής διεθνούς οικονομικής πολιτικής στο Institute of Empirical Economic Research του Πανεπιστημίου Osnabrueck
Πηγή:www.capital.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου