Για τους περισσότερους Ισπανούς η σημερινή Πέμπτη (19.07.12) είναι μία πολύ σημαντική ημέρα - επειδή το βράδυ, μετά το τέλος της δουλειάς τους, έχουν ανακοινωθεί διαδηλώσεις σε όλη τη χώρα, με τη συμμετοχή αστυνομικών, πυροσβεστών, δασκάλων και κάθε είδους υπαλλήλων δημοσίων υπηρεσιών. Η προσέλευση αναμένεται να είναι γιγαντιαία, λόγω του ότι όλοι σχεδόν οι πολίτες της χώρας είναι αγανακτισμένοι με την πολιτική λιτότητας της κυβέρνησης τους, η οποία οδηγεί πάντοτε σε μία και μόνο κατεύθυνση:
σε μειώσεις μισθών, στον περιορισμό του κοινωνικού κράτους, σε μία ακόμη μεγαλύτερη ύφεση και, τελικά, σε ένα πλήρες πακέτο στήριξης της οικονομίας εκ μέρους της ΕΕ, υπό την αιγίδα της Τρόικας των τοκογλύφων - προφανώς με αποτέλεσμα να μην εμπιστεύονται πλέον οι χρηματαγορές την Ισπανία, οπότε να πάψουν να τη δανείζουν.
Οι Ισπανοί είναι αγανακτισμένοι κυρίως με τους πολιτικούς τους, οι οποίοι επιβαρύνουν με συνεχώς νέα μέτρα τα πλέον αδύναμα εισοδηματικά στρώματα και τη μεσαία τάξη - ενώ οι ίδιοι δεν έχουν μειώσει καθόλου τα προνόμια που απολαμβάνουν, η τοπική ελίτ συνεχίζει να πλουτίζει και οι υπαίτιοι της κρίσης δεν τιμωρούνται.
Για παράδειγμα, οι υπεύθυνοι εκείνων των τραπεζών, οι οποίοι τις οδήγησαν με δική τους ευθύνη στη χρεοκοπία και στην κρατικοποίηση, συνεχίζουν να αμείβονται με τα ίδια υψηλά ποσά - όπως ακριβώς συνέβαινε στο παρελθόν.
Εν τούτοις, κάποιοι Ισπανοί δεν θα συμμετέχουν στις σημερινές, μεγάλες διαδηλώσεις διαμαρτυρίας - επειδή δεν συμπαθούν ούτε τα συνδικάτα, ούτε την αριστερή πολιτική.
Για τους συγκεκριμένους, τα συνδικάτα είναι μέρος του προβλήματος - αφού σιωπούσαν στο παρελθόν, δεν προσέφεραν τίποτα για τη λύση των προβλημάτων της οικονομίας της χώρας, ενώ διαπλέκονταν με τους πολιτικούς, εισπράττοντας τεράστιες επιδοτήσεις.
Επίσης μέρος του προβλήματος είναι για τους ίδιους κάποια αριστερά πολιτικά κόμματα, λόγω του ότι ανέχονταν πρακτικά, αντιδρώντας θεωρητικά, όλα όσα συνέβαιναν στη χώρα - αφού εισέπρατταν αδιαμαρτύρητα τις βουλευτικές αμοιβές, δεν αποποιούταν τα εξωφρενικά προνόμια τους και επιδοτούταν απροκάλυπτα από εκείνους, τους οποίους (δήθεν) κατηγορούσαν.
"Ποιόν στο διάβολο να ψηφίσουμε στις επόμενες εκλογές;", αναρωτιούνται θυμωμένοι αυτοί οι Ισπανοί "αφού ούτε η προηγούμενη σοσιαλιστική, ούτε η σημερινή συντηρητική κυβέρνηση δεν ήταν και δεν είναι σε θέση να αλλάξουν κάτι στην πατρίδα μας και να αντιμετωπίσουν την κρίση;"
ηνΕυρώπη και τον πλανήτη σήμερα – πόσο μάλλον αφού το πρόγραμμα που ανακοίνωσε, δεν έπεισε τις αγορές (όχι μόνο γιατί επισκιάσθηκε από την αναφορά του υπουργού οικονομικών, αλλά και λόγω του ότι στηρίζεται κυρίως σε νέους φόρους που θα επιβληθούν στα μεσαία και χαμηλά εισοδηματικά στρώματα, οι οποίοι θα είναι δύσκολο να εισπραχθούν).
Την ίδια ημέρα χιλιάδες Ισπανοί σε 80 μεγάλες πόλεις διαδήλωναν στους δρόμους εναντίον των μέτρων της κυβέρνησης –κατηγορώντας τον πρωθυπουργό για εσχάτη προδοσία απέναντι στο λαό του.
Η οργή των Ισπανών αφορούσε κυρίως μία νομοθετική διάταξη, σύμφωνα με την οποία η λήψη χρημάτων από το ταμείο ανεργίας θα μπορεί στο μέλλον να καταργείται, εάν υπάρχει η απλή υποψία ότι ο άνεργος δεν τηρεί τους κανόνες – κάτι που μέχρι σήμερα θα έπρεπε να τεκμηριωθεί και όχι να είναι το αποτέλεσμα μίας απλής υποψίας.
Τα νέα μέτρα λιτότητας και ειδικά ο παραπάνω «επαχθής» νόμος για την ανεργία, χαρακτηρίσθηκαν από μεγάλη εφημερίδα της Ισπανίας ως «κοινωνικές αλλαγές «οργουελικών διαστάσεων» - γεγονός που σημαίνει ότι, η σχεδιαζόμενη από την ανίερη συμμαχία της ελίτ, των τραπεζών και των πολιτικών νέα τάξη πραγμάτων, «ενέτεινε το βηματισμό» της, γνωρίζοντας πολύ καλά ότι, η παραμικρή καθυστέρηση ίσως της κοστίσει τον πόλεμο.
Το πρόβλημα της Ισπανίας είναι η συνεχής αύξηση των επιτοκίων δανεισμού – ενώ, όπως είναι αυτονόητο, όταν τα επιτόκια ξεπερνούν το ρυθμό ανάπτυξης, τότε δεν υπάρχει καμία δυνατότητα μείωσης του χρέους. Εάν δε σε μία χώρα ο ρυθμός ανάπτυξης είναι αρνητικός (ύφεση), τότε οφείλουν να είναι και τα επιτόκια αρνητικά, εάν θέλει να αποφύγει το μοιραίο – πράγμα φυσικά πολύ δύσκολο.
Κατά την υποκειμενική μας άποψη πάντως, όταν ένα κράτος υποχρεώνεται, ειδικά εν μέσω παγκόσμιας ύφεσης, σε μία «μονοσήμαντη» πολιτική λιτότητας, τότε καταδικάζεται στη χρεοκοπία τόσο ο δημόσιος, όσο και ο ιδιωτικός του τομέας(στην περίπτωση της Ελλάδας, κρίνοντας από τις πρώτες ημέρες της κυβέρνησης, η ανεξέλεγκτη χρεοκοπία, η «αποβολή» από την Ευρωζώνη και η δραχμή, φαίνονται πια ολοκάθαρα στον ορίζοντα).
Κατ’ επέκταση, ο μοναδικός σκοπός μιας ανάλογης πολιτικής λιτότητας δεν μπορεί να είναι άλλος από τη λεηλασία της ιδιωτικής και δημόσιας περιουσίας του συγκεκριμένου κράτους, καθώς επίσης από τη μετατροπή του σε προτεκτοράτο των δανειστών του – όπου ο ορισμός του προτεκτοράτου είναι η απώλεια της πολιτικής και δημοσιονομικής του ανεξαρτησίας.
καθοριστικά τις δημόσιες συζητήσεις. Κατά τον ίδιο, όφειλαν την τεράστια επιρροή τους «στη δύναμη του προφορικού και γραπτού λόγου», την οποία γνώριζαν πολύ καλά να χρησιμοποιούν.
Όπως είχε πει βέβαια την ίδια εποχή ο Keynes, πίσω από κάθε πολιτικό, ευρίσκεται ένας οικονομολόγος, ο οποίος ουσιαστικά κινεί τα νήματα και καθορίζει τις τελικές αποφάσεις.
Κατά τον J.Schumpeter όμως, οι «κλασικοί» διανοούμενοι χαρακτηρίζονται από ένα ακόμη στοιχείο, ενδεχομένως όχι ακίνδυνο:από την έλλειψη άμεσης υπευθυνότητας για πρακτικές αποφάσεις και λύσεις.
Περαιτέρω, όταν ένας τέτοιος διανοούμενος παραμένει σταθερός στις θέσεις του, παρά το ότι οι υπόλοιποι εκφράζουν αμφιβολίες όσον αφορά τις δικές τους θέσεις, κατορθώνοντας παράλληλα να τις προωθεί με τέτοιον τρόπο, ώστε να μην αδιαφορεί κανείς, τότε η επιρροή του αυξάνεται καθοριστικά.
Αυτή είναι η μία όψη του νομίσματος. Η άλλη όψη είναι η εξής: Εάν οι ψηφοφόροι ανταμείβουν ξανά και ξανά αυτήν την τεμπελιά και την ασχετοσύνη των πολιτικών, τότε θα την υφίστανται πάντοτε.
Προφανώς, το καλό πολιτικό προσωπικό θα έπρεπε να επιλέγεται από τους υπεύθυνους Πολίτες με μεγάλη προσοχή - εάν θα ήθελαν να αποφύγουν τους "πολιτικούς της καρέκλας". Πόσο μάλλον όταν το γερμανικό κοινοβούλιο καθρεφτίζει τη γερμανική κοινωνία.
Στατιστικά τώρα, το 75% των Γερμανών θυμώνει όταν βλέπει άδειες τις καρέκλες των βουλευτών του, κατά τη διάρκεια των συνεδριάσεων στη Βουλή. Το 66% θεωρεί τους βουλευτές αδιάφορους για τη δουλειά τους, ενώ μόλις το 24% τους εμπιστεύεται. Το 75% πιστεύει ότι οι αποφάσεις τους υπαγορεύονται από επιχειρηματικά συμφέροντα και μόλις το 16% θεωρεί ότι δεν επηρεάζονται από κανέναν (Πηγή: Kopp).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου