13 Σεπτεμβρίου 2012
Β. Βιλιάρδος-Η ΑΜΟΙΒΑΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΧΡΕΟΥΣ
Η ΑΜΟΙΒΑΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΧΡΕΟΥΣ: Η Ελλάδα πρέπει να κάνει υπομονή, να παραμείνει στο ευρώ, να εγκαταλείψει την πολιτική των υποκλίσεων και να μην εκποιήσει καμία κοινωφελή, στρατηγική ή κερδοφόρα δημόσια επιχείρηση της – αφού βρισκόμαστε ήδη, εκτός απροόπτου, στην τελική ευθεία
“Η υπερβολικά υψηλή ανεργία είναι ένα από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της ύφεσης – της αδυναμίας ανάπτυξης δηλαδή ενός κράτους. Μόνιμη ή προσωρινή, επιδεινούμενη ή όχι, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι, η ανεργία αποτελούσε πάντοτε μάστιγα – ενώ η δυνατότητα εξάλειψης της ήταν ανέκαθεν μέρος των ισχυρισμών περί της (δήθεν) ανωτερότητας των απολυταρχικών καθεστώτων, τα εκλογικά ποσοστά των οποίων συνήθως συμβαδίζουν με τα ποσοστά της ανεργίας” (J.Schumpeter, παρέμβαση).
Κείμενα
Η Ευρώπη φαίνεται ότι θα οδηγηθεί στην δημοσιονομική και πολιτική ένωση της, με ή χωρίς τη Γερμανία - οι αμφιβολίες είναι πλέον ελάχιστες, κυρίως λόγω της τραπεζικής βόμβας μεγατόνων, η οποία ευρίσκεται στα θεμέλια της. Τα μηνύματα από την Ισπανία και τη Γαλλία, σε σχέση με την προθυμία τους να «αποποιηθούν» τη δημοσιονομική τους κυριαρχία, είναι πια ολοκάθαρα.
"Στην περίπτωση αυτή θα μπορούσε η ΕΚΤ να σταματήσει την πολιτική της πιστωτικής επέκτασης, την οποία συνέχισε με την τελευταία απόφαση της για αγορά ομολόγων των ελλειμματικών οικονομιών;" αναρωτιέται εύλογα κανείς.
"Δεν θα μπορούσε να το κάνει", είναι η σωστή απάντηση αφού, ακόμη και αν επιτευχθεί η δημοσιονομική ένωση, οι πολίτες των χωρών του Βορά θα αρνηθούν να πληρώσουν για το Νότο. Στα πλαίσια αυτά, υπάρχει ένα σαφές παράδειγμα από την Ιστορία:
Ειδικότερα, όταν το 1870 η Βόρεια Ιταλία εισήγαγε ένα κοινό νόμισμα με το Νότο, όπου ο πλούσιος Βοράς όφειλε να ενισχύσει το φτωχό Νότο (αμοιβαιοποίηση του χρέους), υπήρξαν πολύ μεγάλες αντιστάσεις. Τελικά η ιταλική κεντρική τράπεζα, για να αποφύγει τις αντιθέσεις, χωρίς να εμποδίσει την ένωση, αποφάσισε να αυξήσει την ποσότητα χρήματος, προκαλώντας πληθωρισμό - με αποτέλεσμα η ιταλική λίρα να υποτιμηθεί κατά περίπου 70%, οπότε να περιορισθούν τεχνητά (πληθωριστικά) τα χρέη του Νότου, παράλληλα με τη μείωση των απαιτήσεων (περιουσιακών στοιχείων) του Βορά.
Εάν λοιπόν μέσα σε μία χώρα υπάρχουν αντιστάσεις, όπως συμβαίνει σήμερα ακόμη και στη Γερμανία, όπου η Βαυαρία αρνείται να πληρώσει για το Βερολίνο, είναι δυνατόν ποτέ οι Φιλανδοί να πληρώσουν για τους Ισπανούς ή οι Πρώσοι για τους Σικελούς; Σε καμία περίπτωση, αφού θα ιδρύονταν πολύ γρήγορα λαϊκιστικά κόμματα, τα οποία θα καταργούσαν την, μέσω της δημοσιονομικής ένωσης, αμοιβαιοποίηση του χρέους. Επομένως οι ενέργειες της ΕΚΤ ήταν αναπόφευκτες – ενώ θα ήταν ίσως ιδανικές, εάν δεν βρισκόταν κάτω από τη γερμανική κηδεμονία.
Συνεχίζοντας, οι Ευρωπαίοι έχουμε επί πλέον μεγάλες «εθνολογικές» διαφορές, οπότε "έλλειμμα πολιτιστικής ταυτότητας – επομένως, δεν υπάρχει άλλος τρόπος αντιμετώπισης της κρίσης από την «πιστωτική επέκταση» (αύξηση της ποσότητας χρήματος, πληθωρισμός).
Παράλληλα, η Ευρώπη χρειάζεται ένα αδύναμο ευρώ για να μπορέσει να επιλύσει τα προβλήματα της - γεγονός που σημαίνει ότι, παρά την αναμενόμενη άνοδο της ισοτιμίας (στο 1,30 πιθανόν, σε σχέση με το δολάριο), το ευρώ θα υποτιμηθεί αμέσως μετά (προς τα τέλη του 2013, εάν δεν προκληθεί παγκόσμιος συναλλαγματικός πόλεμος, καθώς επίσης εάν δεν αντιδράσουν οι Η.Π.Α. ή/και η Κίνα) στο 1,15 ή ακόμη χαμηλότερα.
Τα παραπάνω θα κάνουν τις υπερχρεωμένες χώρες της Ευρωζώνης ξανά ανταγωνιστικές - ενώ τότε και μόνο τότε θα αξίζουν οι επενδύσεις σε αυτές. Ας μην ξεχνάμε δε πως ο ρυθμός ανάπτυξης στις χώρες του Βορά οφείλει να διατηρηθεί, εάν δεν θέλει κανείς να καταστραφεί ολόκληρη η ήπειρος – γεγονός που είναι αδύνατον, εάν δεν βοηθηθούν οι χώρες του Νότου.
Ολοκληρώνοντας, στις χώρες του Βορά προβλέπεται μία μονεταριστική ανάπτυξη, λόγω των χαμηλών επιτοκίων δανεισμού, της εισροής κεφαλαίων κλπ., η οποία θα αυξήσει σημαντικά τις τιμές των περιουσιακών τους στοιχείων(ακίνητα κλπ., όπως συνέβη κατά το παρελθόν στο Νότο). Τα πρώτα δείγματα συναντώνται ήδη στη γερμανική αγορά, στην οποία οι τιμές των ακινήτων αυξάνονται συνεχώς - ειδικά στο Βερολίνο. Επομένως, τόσο ο πληθωρισμός που φαίνεται πως θα ακολουθήσει αργότερα, όσο και η υποτίμηση του ευρώ, δεν θα τις επηρεάσουν σε μεγάλο βαθμό.
Σε σχέση τώρα με τα παραπάνω, παραθέτουμε δύο ανεξάρτητα μεταξύ τους κείμενα τονίζοντας ακόμη μία φορά ότι, η Ελλάδα πρέπει να κάνει υπομονή, να σταματήσει να παίρνει νέα υφεσιακά μέτρα (11,8 δις €), να παραμείνει εντός του Ευρώ, να εγκαταλείψει την πολιτική των υποκλίσεων και να μην εκποιήσει καμία κοινωφελή, στρατηγική ή κερδοφόρα δημόσια επιχείρηση της – εάν δεν θέλει να αντιμετωπιστεί αμέσως μετά από τους πιστωτές της σαν τη «στυμμένη λεμονόκουπα», πολύ περισσότερο αφού βρισκόμαστε ήδη στην τελική ευθεία (άρθρο μας) εξόδου από την κρίση.
Απλά και μόνο οι δηλώσεις του προέδρου των Γερμανών βιομηχάνων, σύμφωνα με τις οποίες στην Ελλάδα πρέπει να λειτουργήσουν ειδικές οικονομικές ζώνες (κινεζοποίηση), ενώ δεν θα άφηνε μία θυγατρική του να πτωχεύσει (θεωρεί προφανώς πως η Ελλάδα αποτελεί ήδη προτεκτοράτο της Γερμανίας), είναι αρκετές για να μας πείσουν, σε σχέση με τις προθέσεις της ηγεμονικής «εταίρου» μας – τις οποίες όμως δεν έχει καμία δυνατότητα να εφαρμόσει ερήμην μας, αλλά μόνο με την (ενδοτική τότε) ανοχή ή συμμετοχή των κυβερνήσεων μας (κάτι που φυσικά δεν πιστεύουμε πως θα συμβεί).
Κατά την άποψη μας, κανένα έγκλημα δεν θα ήταν χειρότερο, από την εκχώρηση των παραπάνω εταιρειών – πόσο μάλλον όταν, κρίνοντας από τα παραδείγματα άλλων χωρών, στα οποία δραστηριοποιήθηκε το ΔΝΤ, τα χρήματα των αποκρατικοποιήσεων κατέληξαν σε «ξένες τσέπες», παρά τις αντίθετες διαβεβαιώσεις των κυβερνώντων τους.
Τέλος ας μην ξεχνάμε ότι, ακόμη και η Μ. Βρετανία φαίνεται να εγκαταλείπει τη νεοφιλελεύθερη πολιτική των μαζικών αποκρατικοποιήσεων - αφού, σύμφωνα με πρόσφατη συνέντευξη του υπουργού οικονομικών της, η κυβέρνηση σχεδιάζει να απομακρυνθεί από την πολιτική της «ασυδοσίας των αγορών» (Laissez-Faire), επιθυμώντας περισσότερο κρατικό έλεγχο.
Η εθνική πλευρά των ιδιωτικοποιήσεων
Επειδή χθες, εάν ενημερωθήκαμε σωστά, συζητήθηκε στην ειδική επιτροπή της Βουλής το θέμα των αποκρατικοποιήσεων, όπουη νέα διοίκηση του ταμείου λέγεται πως προσπάθησε να πείσει για την αναγκαιότητα τους, ακόμη και σε «τιμές ευκαιρίας» (το παράδειγμα σε γενικές γραμμές ήταν πως «εάν είχα ένα σπίτι που το 2007 κόστιζε 1 εκ. και σήμερα 500 χιλ. δεν θα το πουλούσα φυσικά - αλλά θα ήμουν υποχρεωμένος να το κάνω, αν είχα ανάγκη τα χρήματα»), καθώς επίσης για την εκχώρηση των δικτύων ύδρευσης κλπ., θεωρούμε σκόπιμο να επαναλάβουμε τα παρακάτω:
“Στόχος οφείλει να είναι η απόλυτα ισορροπημένη σχέση μεταξύ του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα μίας χώρας, έτσι ώστε να προστατεύεται η αυτονομία του κράτους για την ασφάλεια των Πολιτών του - οι οποίοι το εμπιστεύθηκαν, αναθέτοντας τη δημόσια διοίκηση στους Θεσμούς του. Η εθνική κυριαρχία ενός κράτους, όπως συνήθως αποκαλείται η πλήρης αυτονομία του, είναι δυνατόν να καταλυθεί από αρνητικές εξελίξεις στο εσωτερικό του, ιδίως δε στην οικονομία του – χωρίς να είναι απαραίτητη η στρατιωτική εισβολή στην «επικράτεια» του”.
Το παραπάνω κείμενο, ελαφρά διαμορφωμένο, προέρχεται από έναν πολύ γνωστό Γερμανό νομικό, ο οποίος είναι ταυτόχρονα μέλος του συνταγματικού δικαστηρίου της χώρας του. Ο καθηγητής συμπληρώνει έμμεσα ότι, η Γερμανία είναι πλέον αντιμέτωπη με ένα τεράστιο πρόβλημα, έχοντας εκποιήσει το μεγαλύτερο μέρος της δημόσιας περιουσίας της – γεγονός που ήδη πληρώνουν ακριβά οι Πολίτες της, μέσω της αυξημένης φορολόγησης τους, καθώς επίσης της συνεχούς μείωσης της κοινωνικής πρόνοιας, σε συνδυασμό με τη σταδιακή υποβάθμιση των υπηρεσιών στην Παιδεία, στην Υγεία και αλλού.
Από τις διαπιστώσεις αυτές συμπεραίνουμε ότι, η λειτουργία των επιχειρήσεων με αποκλειστικό στόχο το κέρδος, η οποία είναι χωρίς καμία αμφιβολία «θεμιτή» για τον ιδιωτικό τομέα, δεν μπορεί να θεωρηθεί κατάλληλη για εκείνους τους τομείς, οι οποίοι αφορούν το σύνολο μίας κοινωνίας – για τους κοινωφελείς. Οι «περιοχές» αυτές οφείλουν να λειτουργούν από το Δημόσιο μίας χώρας, με στόχο τη φροντίδα των Πολιτών της και όχι το κέρδος.
Η σημερινή εξέλιξη λοιπόν, η απαίτηση δηλαδή της ιδιωτικοποίησης όλων των κλάδων της οικονομίας μίας χώρας, στην οποία συνηγορούν τόσο η ΕΕ, όσο και οι τρεις βασικοί διεθνείς οργανισμοί (ΔΝΤ, Παγκόσμια Τράπεζα, Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου), είναι σε πλήρη αντίθεση με τα συμφέροντα της πλειοψηφίας των Πολιτών.
Ειδικότερα, εάν το κράτος «αποσυρθεί» τόσο από την ιδιοκτησία, όσο και από τη διαχείριση των κοινωφελών επιχειρήσεων,χάνει μεταξύ άλλων τη δυνατότητα του να ασκεί Πολιτική. Δηλαδή, δεν είναι πλέον η δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση αυτή η οποία δίνει τις κατευθύνσεις, διαμορφώνει και αναπτύσσει την κοινωνία, αλλά οι ιδιώτες – οι οποίοι ουσιαστικά διοικούν απολυταρχικά, χωρίς να λογοδοτούν στους Πολίτες, με αποκλειστικό στόχο το κέρδος.
Σαν έμμεσο επακόλουθο των ιδιωτικοποιήσεων, το κράτος αδυνατεί πλέον να επιβάλλει μία δίκαιη αναδιανομή των εισοδημάτων και να κατευθύνει την Οικονομία επειδή, μεταξύ άλλων, δεν μπορεί να τοποθετήσει τις εταιρείες του ή τη Ζήτηση των απασχολουμένων του «στη ζυγαριά» - εκτός του ότι γίνεται ταυτόχρονα «εκβιάσιμο», εκ μέρους του Καρτέλ.
Για παράδειγμα, θα μπορούσαν οι ιδιώτες στον τομέα της ενέργειας, να διατηρήσουν τεχνητά χαμηλή την προσφορά (όπως συνέβη στην Καλιφόρνια), έτσι ώστε να αυξήσουν τις τιμές – με δυσμενέστατα αποτελέσματα τόσο για το δημόσιο, όσο και για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις ή τα νοικοκυριά. Το ίδιο θα μπορούσε να συμβεί με την ύδρευση, με τα λιμάνια, με τις δημόσιες συγκοινωνίες και με τις επικοινωνίες. Στην περίπτωση αυτή, είναι προφανώς αδύνατον να μιλάει κανείς για «αυτονομία» του κράτους – πόσο μάλλον για εθνική κυριαρχία, ειδικά όταν οι ιδιώτες-επιχειρηματίες είναι ξένες πολυεθνικές.
Συμπερασματικά λοιπόν, από την πλευρά του εκάστοτε Συντάγματος θα έπρεπε να μην επιτρέπεται οτιδήποτε μπορεί να αμφισβητήσει την αυτοδυναμία, την εθνική κυριαρχία καλύτερα ενός κράτους, από όπου και αν αυτό προέρχεται. Επομένως,οφείλει να απαγορεύεται συνταγματικά η ιδιωτικοποίηση των κοινωφελών επιχειρήσεων, η οποία ουσιαστικά ισοδυναμεί με την εκχώρηση της αυτονομίας του κράτους στους ιδιώτες – με την αποκρατικοποίηση της εξουσίας και με την κατάλυση της Δημοκρατίας.
Ολοκληρώνοντας, υπενθυμίζουμε τη φράση του N.Machiavelli: "Δεν πρέπει ποτέ να αφήνει κανείς να συνεχίζεται μία ανωμαλία για να αποφύγει τον πόλεμο, επειδή δεν τον αποφεύγει τελικά, αλλά μόνο αλλάζουν οι συνθήκες προς όφελος των αντιπάλων του”.
Η λογικότερη λύση
Όπως πλέον καταγράφεται διεθνώς, "Εάν τελικά επιλεγόταν η λογικότερη λύση, η έξοδος δηλαδή της Γερμανίας από το κοινό νόμισμα, το ευρώ θα υποτιμούταν σε μεγάλο βαθμό - με αποτέλεσμα να αυξηθούν τόσο οι εξαγωγές, όσο και η ανταγωνιστικότητα των υπολοίπων χωρών της Ευρωζώνης.
Παράλληλα, τα πραγματικά χρέη θα περιορίζονταν σημαντικά, λόγω της υποτίμησης, χωρίς να υπάρχει ανάγκη συνέχισης της εξαντλητικής πολιτικής λιτότητας.
Από την άλλη πλευρά, επειδή η ΕΚΤ θα ανήκε πλέον στη νέα αυτή Ευρωζώνη, το ρίσκο της μη πληρωμής των ομολόγων εκ μέρους των κρατών-μελών (η πιθανότητα χρεοκοπίας δηλαδή), θα ήταν μηδενικό - αφού ανά πάσα στιγμή θα μπορούσε να τυπωθεί νέο χρήμα, όπου επί πλέον ο πληθωρισμός που θα προκαλούσε θα μείωνε ακόμη περισσότερο τα χρέη, δημόσια και ιδιωτικά.
Εκτός αυτού, το κόστος δανεισμού (επιτόκια ομολόγων) θα διατηρούταν σε φυσιολογικά επίπεδα, όπως συμβαίνει σε άλλες ανάλογα χρεωμένες χώρες, οι οποίες όμως έχουν δικές τους κεντρικές τράπεζες, με πλήρεις αρμοδιότητες (Μ. Βρετανία, Ιαπωνία κλπ.).
Φυσικά η Γερμανία ή όποια άλλη χώρα την ακολουθούσε στην πόρτα της εξόδου (Φιλανδία κλπ.), θα κατέγραφε μεγάλες ζημίες - επειδή τόσο οι απαιτήσεις, όσο και οι επενδύσεις της στο νέο, υποτιμημένο ευρώ, θα έχαναν μεγάλο μέρος της πραγματικής τους αξίας.
Παράλληλα, ο ανταγωνισμός των υπολοίπων χωρών που θα παρέμεναν στην Ευρωζώνη, θα της δημιουργούσε τεράστιαπροβλήματα - με αποτέλεσμα να μειωθούν οι εξαγωγές της, να πάψει να είναι πλεονασματική, να καταρρεύσει το ΑΕΠ κλπ.
Την ίδια στιγμή, η Γερμανία θα ήταν υποχρεωμένη να βοηθήσει το ευρώ, έτσι ώστε να μην υποτιμηθεί πάρα πολύ, για να περιορίσει τις ζημίες από τις «ανοιχτές» απαιτήσεις της.
Αντίθετα λοιπόν με τυχόν έξοδο της Ελλάδας (πόσο μάλλον της Ισπανίας ή/και της Ιταλίας), η οποία θα δημιουργούσε τεράστια προβλήματα στην Ευρώπη και στον πλανήτη, η έξοδος της Γερμανίας θα ήταν πάρα πολύ θετική για όλους - με εξαίρεση φυσικά την ίδια".
Κλείνοντας υπενθυμίζουμε ότι η «ευρωπαϊκή συνοχή», έστω χωρίς τη Γερμανία, είναι απαραίτητη τόσο από οικονομικής, όσο και από γεωπολιτικής πλευράς - αφού καμία ευρωπαϊκή χώρα δεν είναι σε θέση να ανταπεξέλθει μόνη της, στις σημερινές συνθήκες παγκοσμιοποίησης, με τις Η.Π.Α., την Κίνα κλπ.
Αθήνα, 11. Σεπτεμβρίου 2012
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου