Ραντεβού τον Σεπτέμβριο
Ο Σεπτέμβριος του 2102 θυμίζει, σε ό,τι αφορά την οικονομική πολιτική, τον Σεπτέμβριο του 2011. Πέρυσι τέτοια εποχή είχαμε τους ελιγμούς του τότε υπουργού Οικονομικών κ. Βενιζέλου, ο οποίος έδιωξε τους «υπαλλήλους» της τρόικας, για να προσαρμοστεί στη συνέχεια προς τις υποδείξεις και να εξασφαλίσει την επιστροφή τους, επιβάλλοντας το λεγόμενο «χαράτσι Βενιζέλου» στα ακίνητα.
Δώδεκα μήνες αργότερα έχουμε πάλι την απόλυτη προσαρμογή της κυβέρνησης Σαμαρά, Βενιζέλου, Κουβέλη στις υποδείξεις, ύστερα από μια σύνθετη πολιτική διαδρομή. Οι ηγέτες του κυβερνητικού συνασπισμού εξασφάλισαν την πολιτική, εκλογική επιβίωσή τους υποσχόμενοι την παράκαμψη σε πρώτη φάση και την επαναδιαπραγμάτευση στη συνέχεια του νέου μνημονίου. Πήραν τη λαϊκή εντολή σε εντελώς διαφορετική βάση από το κυβερνητικό πρόγραμμα που εφαρμόζουν.
Τον Σεπτέμβριο του 2012 τα «δώρα» της ελληνικής κυβέρνησης προς την τρόικα είναι πολύ πιο σημαντικά από το «χαράτσι Βενιζέλου». Συμπεριλαμβάνουν νέα αύξηση της φορολογίας των ακινήτων, οριζόντια μέτρα που θίγουν όλους τους μη προνομιούχους συμπολίτες μας, κατάργηση του αφορολόγητου για μεγάλες επαγγελματικές και κοινωνικές κατηγορίες, αύξηση του ηλικιακού ορίου συνταξιοδότησης στα 67, ίσως και ένα είδος κεφαλικού φόρου που θα επιβληθεί στον μισό πληθυσμό.
Η επανάληψη της ταπεινωτικής εμπειρίας του 2011 και η τεράστια απόσταση που χωρίζει τις προεκλογικές δεσμεύσεις της κυβερνητικής τριανδρίας από την πολιτική που εφαρμόζει απονομιμοποιούν πολιτικά τη σημερινή εξουσία.
Προκλήσεις χωρίς τέλος
Η συμπεριφορά των ανώτατων κυβερνητικών στελεχών αποτελεί μία διαρκή πρόκληση και καταλήγει να προσβάλλει τις δημοκρατικές ευαισθησίες των περισσότερων πολιτών.
Την ώρα που ανακοινώνεται η κατάργηση του αφορολόγητου και η οριζόντια μείωση των συντάξεων, οι βουλευτές διατηρούν το αφορολόγητο στο μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματός τους και εξακολουθούν να παίρνουν ειδική βουλευτική σύνταξη χωρίς τις στοιχειώδεις ασφαλιστικές προϋποθέσεις. Το κυβερνητικό επιτελείο καλύπτει πλήρως τα προνόμια του πολιτικού συστήματος και προσβάλλει με τις επιλογές του τα θύματα της πολιτικής του.
Στην προσπάθειά της να περάσει την πολιτική της με όσο το δυνατόν μικρότερο πολιτικό κόστος, η κυβερνητική ηγεσία έχει δημιουργήσει ένα «χρυσό» μέτωπο με τα διαπλεκόμενα ΜΜΕ. Τα τελευταία υπερασπίζονται με ζήλο την πολιτική της και συμβάλλουν στον αποπροσανατολισμό της κοινής γνώμης, διεκδικώντας σαν αντάλλαγμα την πρωταγωνιστική συμμετοχή τους στο μοίρασμα της «πίτας» των ιδιωτικοποιήσεων και του ΕΣΠΑ. Είναι θλιβερό το θέαμα «διαμορφωτών της κοινής γνώμης» που καταλήγουν να προωθούν τα αιτήματα των διαπλεκόμενων αφεντικών τους για την εξασφάλιση τμημάτων ή και του συνόλου της ΔΕΗ, του ΟΠΑΠ, της ΔΕΠΑ και του ΔΕΣΠΑ, της ακίνητης περιουσίας του Δημοσίου κτλ.
Όλοι πλέον γνωρίζουν τα πάρε-δώσε της κυβέρνησης με τα μεγάλα ιδιωτικά συμφέροντα σε βάρος του δημόσιου συμφέροντος. Παλαιότερα τέτοιες πρακτικές γίνονταν ανεκτές από τους πολίτες γιατί συνδυάζονταν με την εξυπηρέτηση της εκλογικής πελατείας των κομμάτων και τη σταθερή άνοδο της αγοραστικής δύναμης και του βιοτικού επιπέδου των περισσότερων πολιτών. Σήμερα η λεηλασία της δημόσιας περιουσίας και του δημόσιου ταμείου από την κυβέρνηση και τη διαπλοκή συνδυάζεται με τη λεηλασία των νοικοκυριών μέσω της εφαρμογής του νέου μνημονίου, και μπορεί να οδηγήσει στην αποσταθεροποίηση της δημοκρατίας.
Τεχνητή πόλωση
Το τελευταίο διάστημα η κυβέρνηση φαίνεται να επενδύει στην τεχνητή πόλωση, θεωρώντας ότι μέσα από αυτήν μπορεί να διαχειριστεί καλύτερα το πολιτικό κόστος των επιλογών της.
Προβάλλει με προκλητικό τρόπο τη θεωρία των δύο άκρων, εξισώνοντας τα κόμματα της Αριστεράς, που πρωταγωνιστούν στους κοινωνικούς και διεκδικητικούς αγώνες, με τη Χρυσή Αυγή, που επενδύει σε έναν δυναμικό έως επιθετικό εθνικισμό. Αυτή η σκόπιμη πολιτική ισοπέδωση είναι προμήνυμα της αμφισβήτησης, από την πλευρά της κυβέρνησης, των κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων της μεγάλης πλειονότητας των πολιτών.
Ακόμη και στο ζήτημα της Χρυσής Αυγής, η κυβέρνηση επιλέγει την πόλωση, ενώ θα έπρεπε να έχει συμπεριφορά ήρεμης δύναμης και να αντιμετωπίζει αποτελεσματικά τα προβλήματα, όπως η μαζική παράνομη μετανάστευση, που έχουν μετατραπεί σε πολιτικό κεφάλαιο για τη Χρυσή Αυγή. Την ακραία αντιπαράθεση Άδωνη Γεωργιάδη - Κασιδιάρη θα την κερδίσει πιθανότατα ο τελευταίος. Και οι δύο κινούνται στο χώρο της άκρας Δεξιάς, με τον δεύτερο να δείχνει ότι πιστεύει αυτά που λέει και τον πρώτο να εμπορεύεται πολιτικά τα πάντα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου