--------------------------------------------------
ΥΠΕΡΑΛΙΕΥΣΗ
Τα ευρήματα έρευνας που διενήργησε και δημοσίευσε τον περασμένο Ιούνιο το εξαιρετικά δραστήριο Ινστιτούτο Θαλάσσιας Προστασίας «Αρχιπέλαγος» είναι χαρακτηριστικά για την κατάσταση των ιχθυαποθεμάτων.
Συγκεκριμένα, αναφέρεται ότι τα συνολικά αλιεύματα στην περιοχή του ανατολικού Αιγαίου την περίοδο Ιανουαρίου-Μαΐου 2011 εμφάνισαν μείωση κατά 51% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2010, με τη μείωση να φτάνει στο 60% για τα πιο συνηθισμένα είδη που αλιεύονται στην περιοχή –μπαρμπούνι, γόπα– και στο 88% για τα πιο εμπορικά είδη, όπως η κουτσομούρα, το λυθρίνι και η συναγρίδα.
Καταστροφικές πρακτικές
Στις διαπιστώσεις του το Ινστιτούτο επισήμαινε πως καταγράφεται βαθιά υποβάθμιση στα αλιευτικά πεδία και κατάρρευση των ιχθυαποθεμάτων στο ανατολικό Αιγαίο, αποδίδοντας την κατάσταση αυτή στις παράνομες, καταστροφικές αλιευτικές πρακτικές αλλά και στην αδυναμία των αρμόδιων λιμενικών αρχών να τις ελέγξουν και να τις περιορίσουν. Σύμφωνα με το Ινστιτούτο, πέρα από τις μηχανότρατες και τα γρι-γρι, που αλιεύουν αδιάκοπα και σε πολύ μικρή απόσταση από την ακτή, παραβιάζοντας την ελληνική και την κοινοτική νομοθεσία, καταγράφονται μια σειρά από περιστατικά, όπως η αλίευση με κάθε είδους εκρηκτικά, τα οποία παραμένουν ατιμώρητα και διαιωνίζονται ως πρακτική. Όπως επισημαίνει το «Αρχιπέλαγος», η παράνομη αλιευτική δραστηριότητα δυναμιτιστών είναι εκτός ελέγχου στις νότιες Κυκλάδες, με επίκεντρο τα Κουφονήσια, όπου η μείωση των ιχθυαποθεμάτων φτάνει για ορισμένα είδη ακόμα και στο 80%.
Σβήνει η παράκτια αλιεία
Την αγωνία της για την κατάσταση της ελληνικής αλιείας και την ανάγκη προστασίας της θάλασσας εξέφρασε πρόσφατα και η Greenpeace, κατόπιν συνάντησης που είχαν μέλη της περιβαλλοντικής οργάνωσης με παράκτιους αλιείς από τη Σύρο και τη Μύκονο. «Πρόσφατα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έδωσε στη δημοσιότητα στοιχεία βάσει των οποίων το 82% των ψαριών στη Μεσόγειο υπεραλιεύεται, δηλαδή αλιεύεται με πιο συχνό ρυθμό απ’ ότι αυτά μπορούν να αποκατασταθούν και να αναπαραχθούν. Υπολογίζεται ότι στην Ελλάδα το 65% με 70% των εμπορικών ψαριών υπεραλιεύεται, τη στιγμή που το πρόβλημα επιδεινώνεται από τις καταστροφικές μεθόδους αλιείας, όπως είναι, για παράδειγμα, οι μηχανότρατες, οι οποίες, πέρα από το ότι καταστρέφουν το θαλάσσιο περιβάλλον και τα οικοσυστήματα που χρειάζονται εκατοντάδες χρόνια για να σχηματιστούν (π.χ. τα λιβάδια Ποσειδωνίας*), σπαταλούν τη θαλάσσια ζωή. Είναι χαρακτηριστικό πως το 45% της ψαριάς τους απορρίπτεται πίσω στη θάλασσα, διότι πρόκειται είτε για ψάρια “μη δημοφιλή”, που θεωρούν ότι δεν θα μπορέσουν να διοχετεύσουν στην αγορά, είτε για μικρά ψάρια, γόνους, τα οποία επίσης δεν μπορούν να εμπορευτούν, καθώς είναι παράνομο. Ως αποτέλεσμα, τουλάχιστον 15.000 τόνοι εμπορεύσιμων ψαριών πετιούνται σε ετήσια βάση πίσω στη θάλασσα» λέει στην «F.S.» η Άντζελα Λάζου, υπεύθυνη Εκστρατείας για το Θαλάσσιο Περιβάλλον της Greenpeace, η οποία αναφέρει χαρακτηριστικά ότι «για κάθε ψάρι που τρώμε από μηχανότρατα, υπάρχει ένα ψάρι που απορρίπτεται στη θάλασσα και δεν φτάνει ποτέ στην αγορά». Τη δραματική μείωση των ιχθυαποθεμάτων επιβεβαιώνουν και οι παράκτιοι ψαράδες, οι οποίοι, επικαλούμενοι την εμπειρία της καθημερινότητας και του επαγγέλματός τους, διαπιστώνουν χρόνο με το χρόνο πως χρειάζεται να ταξιδέψουν ακόμα πιο μακριά και για περισσότερη ώρα προκειμένου να έχουν μια ψαριά που θα τους επιτρέψει να καλύψουν τα έξοδά τους.
Θαλάσσια καταφύγια
Με το πρόβλημα να βαίνει διαρκώς επιδεινούμενο, όπως διαπιστώνουν επιστημονικοί φορείς, περιβαλλοντικές οργανώσεις και επαγγελματίες ψαράδες, έχει γίνει περισσότερο από σαφές ότι πρέπει επειγόντως να βρεθεί μια δραστική λύση, η οποία θα αντιμετωπίζει συνολικά τα κακώς κείμενα τόσο της μέσης αλιείας όσο και των παράκτιων αλιέων.
«Η λύση είναι η βιώσιμη αλιεία. Το όραμά μας περιλαμβάνει την παράκτια αλιεία, τη μικρή αλιεία με κάποια περιοριστικά μέτρα και τη δημιουργία θαλάσσιων καταφυγίων. Δηλαδή προστατευόμενων θαλάσσιων περιοχών οι οποίες θα έχουν έναν πυρήνα όπου δεν θα μπορεί να αναπτυχθεί καμία αλιευτική δραστηριότητα, αφήνοντας με αυτό τον τρόπο τους πληθυσμούς να αποκατασταθούν και να αναπαραχθούν, και μια ευρύτερη ζώνη γύρω από τον πυρήνα, όπου θα μπορεί να δραστηριοποιείται η μικρής έκτασης αλιεία» επισημαίνει η κ. Λάζου.
Ο ευρωπαϊκός κανονισμός 1967/2006 σχετικά με τα μέτρα διαχείρισης για τη βιώσιμη εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων στη Μεσόγειο, πέρα από την απαγόρευση της δραστηριοποίησης της μέσης αλιείας σε απόσταση 1,5 ναυτικών μιλίων από την ακτή –διάταξη με την οποία η ελληνική νομοθεσία κατάφερε να εναρμονιστεί ύστερα από τρία χρόνια παλινωδίων, με υπουργικές αποφάσεις που είτε παραβίαζαν είτε ερμήνευαν κατά το δοκούν τον ευρωπαϊκό κανονισμό– προβλέπει ότι τα μεσογειακά κράτη που είναι μέλη της Ε.Ε. θα πρέπει να προχωρήσουν στον καθορισμό προστατευόμενων θαλάσσιων περιοχών, υποχρέωση την οποία η Ελλάδα δεν έχει εφαρμόσει, αν και θα έπρεπε να το είχε πράξει από το 2007. Τα θετικά αποτελέσματα της ύπαρξης θαλάσσιων καταφυγίων ανέδειξε πρόσφατη έρευνα επιστημόνων από το «National Geographic» στη Μεσόγειο, σύμφωνα με την οποία οι περισσότεροι πληθυσμοί ψαριών καταγράφηκαν στη δυτική και όχι στην ανατολική Μεσόγειο (Ελλάδα, Τουρκία), εξέλιξη που αποδόθηκε στο ότι στη Γαλλία, στην Ισπανία και στην Ιταλία υπάρχουν πολύ περισσότερα θαλάσσια καταφύγια. Εκτιμάται ότι στις χώρες αυτές υπάρχουν περίπου 70 θαλάσσια καταφύγια, όταν στην Ελλάδα –πέρα των θαλάσσιων περιοχών στη Ζάκυνθο για την Caretta caretta και στην Αλόννησο για τη φώκια – δεν υπάρχει καμία περιοχή στην οποία λαμβάνονται περιοριστικά μέτρα για την αλιεία.
Πρωτοβουλία για τις Β. Κυκλάδες
Τη δημιουργία ενός θαλάσσιου καταφυγίου στην περιοχή των βόρειων Κυκλάδων ζητά η Greenpeace. «Υπάρχει μια ώριμη πρόταση για την περιοχή αυτή, η οποία θα μπορούσε να αποτελέσει το παράδειγμα για να ακολουθήσουν κι άλλες. Έχουμε τη σύμφωνη γνώμη της τοπικής κοινωνίας και των παράκτιων ψαράδων, οι οποίοι, επειδή βλέπουν το επάγγελμά τους να χάνεται και δυσκολεύονται να βγάλουν τα προς τα ζην, καταλαβαίνουν ότι θα πρέπει να ληφθούν μέτρα και για τη μέση αλιεία και για τους ίδιους, προκειμένου να έχουν αύριο ψάρια» λέει η κ. Λάζου, τονίζοντας πάντως ότι για να εξασφαλιστεί η επιτυχία του εγχειρήματος απαιτείται η αναγκαία πολιτική βούληση τόσο για να οριστούν οι περιοχές αυτές όσο και για να εξασφαλιστεί ο απαραίτητος έλεγχός τους.
Όσον αφορά το πώς φαντάζεται την κατάσταση των ιχθυαποθεμάτων στις ελληνικές θάλασσες τα επόμενα χρόνια, η κ. Λάζου εμφανίζεται αισιόδοξη ότι θα έχουν δημιουργηθεί θαλάσσια καταφύγια σε δύο με τρεις περιοχές, ότι θα έχουν ληφθεί περιοριστικά μέτρα για τη μέση αλιεία και ότι θα έχουν κάνει την εμφάνισή τους τα πρώτα θετικά αποτελέσματα, όπως η μεγαλύτερη απόδοση της αλιείας και οι περισσότεροι πληθυσμοί ψαριών.
---------------------
*Τα υποθαλάσσια λιβάδια της Ποσειδωνίας
Η Ποσειδωνία (επιστ. ονομασία Posidonia oceanica) είναι θαλάσσιο φυτό και προέρχεται από ανθόφυτα (αγγειόσπερμα φυτά) της στεριάς που προσαρμόστηκαν στο θαλάσσιο περιβάλλον πριν από 65 – 100 εκατομμύρια χρόνια.
Αντίθετα με τα θαλάσσια φύκη, η Ποσειδωνία ανθίζει [είναι ΦΑΝΕΡΟΓΑΜΟ], έχει μίσχους και φύλλα και αναπτύσσει ριζικό σύστημα μέσω του οποίου προσλαμβάνει τα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά από το θαλάσσιο ίζημα.
Η Posidonia oceanica αναπτύσσεται σε βυθούς με μαλακό υπόστρωμα (κυρίως αμμώδεις) και σχηματίζει υποθαλάσσια λιβάδια (πυκνές πράσινες συστάδες), τα οποία εκτείνονται έως και πέρα από τα 50 μέτρα βάθους σε πολύ διαυγή νερά.
Υπολογίζεται ότι τα λιβάδια Ποσειδωνίας καλύπτουν περίπου το 25% του βυθού της Μεσογείου Θάλασσας σε βάθη από 0 έως 40 μέτρα. Είναι προφανές ότι ο κρίσιμος περιοριστικός παράγοντας της εξάπλωσης των υποθαλάσσιων λιβαδιών είναι το μέγιστο βάθος διείσδυσης του ηλιακού φωτός στο θαλασσινό νερό, που άμεσα εξαρτάται από τη διαύγεια (ή «καθαρότητα») του τελευταίου.
Το ηλιακό φως παρέχει την απαραίτητη ενέργεια για τη φωτοσύνθεση. Μέσω της διαδικασίας της φωτοσύνθεσης στη θάλασσα, στην οποία συμμετέχουν τα θαλάσσια φυτά, αλλά και τα φύκη, δεσμεύεται από την ατμόσφαιρα το διοξείδιο του άνθρακα και απελευθερώνεται πολύτιμο οξυγόνο.
Η αξία των λιβαδιών Ποσειδωνίας ως τμήματος του φυσικού περιβάλλοντος οπωσδήποτε δεν μπορεί να αποδοθεί με οικονομικούς όρους, αφού η απώλεια τους δεν μπορεί να αναπληρωθεί. Η συμβολή όμως των υποθαλάσσιων λιβαδιών στην οικονομία μπορεί να εκτιμηθεί, αν ληφθεί υπόψη ότι αυτά αποτελούν καταφύγιο και οικότοπο για πολλά εμπορεύσιμα είδη αλιευμάτων. Για την έρευνα της λειτουργίας και της χρησιμότητας των οικοτόπων Ποσειδωνίας, ο Υδροβιολογικός Σταθμός της Ρόδου (Ελληνικό Κέντρο Θαλάσσιων Ερευνών) εκπόνησε διετή χωροχρονική μελέτη σε επιλεγμένες παράκτιες περιοχές του νησιού, αντιπροσωπευτικές της εμφάνισης υποθαλάσσιων λιβαδιών. Σύμφωνα με τη μελέτη αυτή, που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Journal of Fish Biology, συνολικά 43 είδη ψαριών ταυτοποιήθηκαν ως εξαρτώμενα από τα λιβάδια Ποσειδωνίας. Από αυτά, τα 25 έχουν εμπορική σημασία και είτε καταφεύγουν στα υποθαλάσσια λιβάδια ως νεαρά άτομα (άσπρος και μαύρος γερμανός, μελανούρι, σπάρος, μπαρμπούνι, κοτσομούρα, λιθρίνι κ.α.) είτε τα χρησιμοποιούν σ΄ όλη τη διάρκεια της ζωής τους τόσο για αναπαραγωγή όσο και για ανεύρεση τροφής (μαρίδα, γόπα, λούτσος κ.α.).
Η παρουσία και η ανάπτυξη των υποθαλάσσιων λιβαδιών Ποσειδωνίας είναι σημαντικός «δείκτης» υγείας των παράκτιων οικοσυστημάτων και χρησιμοποιείται ως τέτοιος τόσο στην Ευρωπαϊκή Οδηγία Πλαίσιο για τα Ύδατα όσο και από την Συνθήκη της Βαρκελώνης για την Προστασία της Βιοποικιλότητας στη Μεσόγειο.
Σήμερα όμως οι οικότοποι της Ποσειδωνίας βρίσκονται σε κρίσιμη κατάσταση και παρουσιάζουν τάσεις υποχώρησης ή και εξαφάνισης, απειλούμενα κυρίως από τα συρόμενα αλιευτικά εργαλεία.
Ως ένα από τα πιο πολυποίκιλα και ζωτικά θαλάσσια οικοσυστήματα στον κόσμο, που χρήζουν προστασίας, τα υποθαλάσσια λιβάδια Ποσειδωνίας περιλαμβάνονται στην “κόκκινη λίστα” της Διεθνούς Ένωσης για την Διατήρηση της Φύσης (IUCN), μαζί με τους κοραλλιογενείς υφάλους και τις μαγκρόβιες περιοχές υψηλής παραγωγικότητας. Στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπως η Ελλάδα, οι χρήζοντες προστασίας οικότοποι περιγράφονται από την ευρωπαϊκή οδηγία 92/43.
Η καλύτερη κατανόηση, μέσω της ωκεανογραφικής έρευνας, των παραγόντων που επηρεάζουν τη λειτουργία των θαλάσσιων οικοτόπων Ποσειδωνίας, είναι κρίσιμη για τον ορθολογικό σχεδιασμό των μέτρων προστασίας και διαχείρισης των οικοτόπων αυτών. Αρχικά, είναι απαραίτητη η ακριβής αποτύπωση των λιβαδιών της Ποσειδωνίας έτσι ώστε να καταγράφονται οι διακυμάνσεις της εξάπλωσης τους και της πυκνότητας τους στην πάροδο του χρόνου. Επίσης, η καταγραφή των φυσικών, χημικών, βιολογικών και γεωλογικών – γεωχημικών παραμέτρων των υποθαλάσσιων περιοχών ανάπτυξης των λιβαδιών Ποσειδωνίας.
Μέχρι σήμερα, έχει καταγραφεί μόνο το 10% της χωρικής εξάπλωσης της Ποσειδωνίας στον ελλαδικό χώρο και αυτό με τη χρήση κυρίως αεροφωτογραφιών, δηλαδή με μία όχι και τόσο αξιόπιστη μέθοδο. Οι περιοχές που έχουν αποτυπωθεί με τον τρόπο αυτό προστατεύονται στο πλαίσιο των περιοχών Natura 2000. Η σύγχρονη όμως τεχνολογία της ωκεανογραφικής και περιβαλλοντικής έρευνας παρέχει εργαλεία για την αποτύπωση του θαλάσσιου βυθού, με υψηλή, σχεδόν φωτογραφική, ακρίβεια. Με τέτοια εργαλεία και συγκεκριμένα με πολυδεσμικά ψηφιακά βυθόμετρα (Multi-beam Sonars), με συστήματα πλευρικής διασκόπησης του θαλάσσιου πυθμένα (Side Scan Sonars) και με τηλεχειριζόμενα υποβρύχια όχηματα (Remotely Operated Vehicles) διαθέτει το Ελληνικό Κέντρο Θαλάσσιων Ερευνών (ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε.). Σκοπός του ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε. είναι η διεξαγωγή επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας και η διάδοση και εφαρμογή των αποτελεσμάτων της έρευνας αυτής, ιδιαίτερα στους τομείς της μελέτης και προστασίας της υδρόσφαιρας, των οργανισμών της, των ορίων της με την ατμόσφαιρα, την ακτή και το βυθό, των φυσικών, χημικών, βιολογικών και γεωλογικών συνθηκών που επικρατούν και διέπουν τα παραπάνω συστήματα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου